27.3.11

η αρτηριακη υπερταση, το αλατι και η εξελικτικη μας ιστορία


Η σημερινή ανάρτηση βασίζεται σε ένα άρθρο μου στο περιοδικό "αρτηριακή υπέρταση", της Ελληνικής Εταιρείας Υπέρτασης (νομίζω το 2006).


 Για να ερμηνεύσουμε τη φύση πολλών παθολογικών καταστάσεων στον ανθρώπινο οργανισμό, όλο και περισσότερο καταφεύγουμε στην διαδικασία της εξέλιξής του, όπου μπορεί να βρεθεί το κλειδί της ερμηνείας των βασικών παραγόντων γι αυτές τις παθολογικές καταστάσεις. Οι περισσότερες βέβαια απ’ αυτές τις παθολογικές παταστάσεις είναι το αποτέλεσμα της δράσης πολλών παραγόντων. Εξάλλου για να καμφθεί η άμυνα του οργανισμού χρειάζονται συνήθως να δράσουν περισσότεροι από ένας ή δύο επιθετικοί παράγοντες. Και πάλι όμως, ανεξάρτητα από το πόσοι παράγοντες δρουν, το να τους δει κάποιος από την σκοπιά της εξέλιξης βοηθάει να ξεκαθαρίσει τους κύριους από τους δευτερεύοντες.

  Ο άνθρωπος όπως και όλοι οι βιολογικοί οργανισμοί, είναι προϊόν της εξέλιξης, η οποία δεν σταματά, συνεχίζεται. Δεν είναι μόνο οι βιολογικοί οργανισμοί σε εξέλιξη αλλά και όλη η φύση αλλάζει, με διαφορετικούς φυσικά ρυθμούς στο κάθε επίπεδό της. Η εξέλιξη στους βιολογικούς οργανισμούς είναι ένας συνδυασμός σταθερών κανόνων που εκφράζεται από το DNA που βρίσκεται στα γονίδια και του τυχαίου που εκπροσωπεί την επίδραση του μεταβαλλόμενου περιβάλλοντος πάνω του. Αυτή η διαπλοκή εξηγεί και την ομοιομορφία των δομών και των μηχανισμών όλων των έμβιων όντων πάνω στον πλανήτη μας και την κοινή μας καταγωγή από τη μια μεριά αλλά και την απίστευτα τεράστια ποικιλομορφία από την άλλη. Καμία άλλη θεωρία δεν μπόρεσε να εξηγήσει με τόσο απλό τρόπο αυτόν τον θαυμάσιο συνδυασμό, που δεν μένει σταθερός, εξελίσσεται διαρκώς. Αυτήν την τεράστια, σχεδόν άπειρη ποικιλομορφία από την μία μεριά και την ομοιομορφία των μηχανισμών και των δομών, που στηρίζεται σε λίγα αρχικά μόρια, από την άλλη.
 Ο κάθε οργανισμός στο παρόν, κουβαλάει μέσα του όλο το παρελθόν και ταυτόχρονα δείχνει το μέλλον. Οι ομοιοστατικοί μηχανισμοί, ανταλλαγής και προσαρμογής με το περιβάλλον, διαμορφώθηκαν στη διάρκεια εκατομμυρίων χρόνων εξέλιξης για να αντιμετωπίσουν συγκεκριμένες ανάγκες και προσαρμογές σ’ αυτό το περιβάλλον. Αυτή η ιστορία του κάθε είδους, του κάθε όντος, μπορεί να εξηγήσει το σήμερα και αφορά όλες τις πλευρές οργάνωσης του κάθε οργανισμού.
 Εδώ θα αναφερθούμε πιο συγκεκριμένα, σε ένα παράδειγμα μιας παθολογικής οντότητας, την αρτηριακή υπέρταση
που αποτελεί έναν βασικό συντελεστή των καρδιοαγγειακών νοσημάτων και την σχέση της με την πρόσληψη του αλατιού, βλέποντας το από την πλευρά της εξελικτικής ιστορίας του ανθρώπου. Τα καρδιοαγγειακά νοσήματα, όπως είναι γνωστό, από πρώτη αιτία θανάτου στις αναπτυγμένες οικονομικά χώρες, έχουν γίνει τα τελευταία χρόνια και παγκόσμια η πρώτη αιτία θανάτου. Γι αυτό το λόγο είναι πολύ σημαντικό να εντοπισθούν οι βασικές αιτίες για να μπορέσουν και να αντιμετωπισθούν.
  Oι ομοιοστατικοί μηχανισμοί του ανθρώπινου οργανισμού που καθορίζουν τη σχέση του με το περιβάλλον, διαμορφώθηκαν στη διάρκεια εκατομμυρίων χρόνων εξέλιξης, σε συνθήκες πρόσληψης νατρίου, αλατιού δηλαδή αλλά και θερμίδων, εντελώς διαφορετικές από τις σημερινές. Πάνω από το 99% της εξελικτικής μας ιστορίας ήμασταν κυνηγοί τροφοσυλλέκτες και αυτό αν υπολογίσουμε μόνο από την εποχή των πρώτων ανθρωπιδών.Το μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, οι πρόγονοι μας ήταν χορτοφάγοι, καρποφάγοι. Στη συνέχεια για ένα πολύ μικρότερο διάστημα γίνανε και κρεατοφάγοι, ακολουθώντας μια μικτή διατροφή. Η αυξημένη πρόσληψη νατρίου και θερμίδων είναι υπόθεση σχετικά πολύ πρόσφατη, διάστημα σχεδόν αμελητέο σε σχέση με τα εκατομμύρια χρόνια της εξέλιξης. Επιπλέον η πρόσβαση του μεγάλου μέρους του ανθρώπινου πληθυσμού σε αφθονία τροφών με πολύ αλάτι και πολλές θερμίδες είναι ζήτημα κάποιων δεκαετιών.Για να δούμε τις διαφορές πρέπει να σημειώσουμε ότι η συνήθης ποσότητα αλατιού που παίρνουμε με τη δυτικού τύπου δίαιτα σήμερα, είναι πάνω από 10 γραμμάρια αλάτι την ημέρα, περίπου 10 με 20 γραμμάρια. Είναι πιθανόν ότι οι φυτοφάγοι πρόγονοί μας κατανάλωναν λιγότερο από 0,6 γραμμάρια την ημέρα, ενώ οι κρεατοφάγοι μπορεί να έφθαναν και τα 1,8 γραμμάρια. Θα μου πείτε πως το ξέρουμε αυτό; Αν φάει κανείς μόνο φρούτα ή χόρτα, αυτή την ποσότητα αλατιού θα πάρει ή αντίστοιχα για το κρέας που θα το φάει χωρίς αλάτι. Για να μην αναφέρουμε ότι για την καθημερινή εύρεση της τροφής, έπρεπε ο προϊστορικός πρόγονος μας να διανύσει δεκάδες χιλιόμετρα καθημερινά, για να φάει όταν και εάν έβρισκε τροφή. Η ένδεια αυτή του αλατιού, δηλαδή του νατρίου που χρειάζεται ο οργανισμός, που είναι ένας βασικός για τον οργανισμό ηλεκτρολύτης, οδήγησε στο να υπάρχει η λεγόμενη «πείνα για το αλάτι». Δημιουργήθηκαν δηλαδή ή επικράτησαν για να είμαστε πιο ακριβείς, ισχυροί μηχανισμοί κατακράτησης του νατρίου, λόγω της πολυτιμότητάς του. Αντίθετα, για το κάλιο,  έναν ηλετρολύτη που βρίσκεται ενδοκυττάρια, βασικό για την ομοιοστασία του εσωτερικού περιβάλλοντος του κυττάρου, η πρόσληψη του ήταν περίπου 12 φορές μεγαλύτερη από την πρόσληψη του νατρίου. Το κάλιο που όπως είναι γνωστό περιέχεται στα φρούτα και τα λαχανικά, που ήταν σχετικά άφθονα στη διατροφή και παίρνανε πολλαπλάσια ποσότητα απ’ ότι το νάτριο, οι μηχανισμοί κατακράτησης του δεν ήταν τόσο ισχυροί, αντίθετα επικράτησαν μηχανισμοί εύκολης σχετικά αποβολής του τόσο από το έντερο όσο και από το νεφρό. Η περίσσια του νατρίου αποβάλλεται κυρίως από το νεφρό, ενώ από το έντερο επαναρροφάται σχεδόν εξ ολοκλήρου.
(Η υποχρεωτική απώλεια νατρίου μέσω των νεφρών, δέρματος, εντέρου, είναι λιγότερη από 10 mmol την ημέρα(mmol είναι η συντομογραφία του χιλιοστού του γραμμομορίου), ενώ η συνήθης καθημερινή πρόσληψη είναι 100-200 mmol/ημ. Για να αντιληφθούμε τις αναλογίες πρέπει να πούμε ότι το Να έχει μοριακό βάρος περίπου 23(22,99 για την ακρίβεια) και το χλώριο περίπου 35(35,453). Το χλωριούχο νάτριο, δηλαδή το αλάτι, έχει το άθροισμα τους, αφού είναι ένωση ενός μορίου Να με ένα μόριο χλωρίου, δηλαδή περίπου 58. Ένα γραμμομόριο αλατιού δηλαδή, είναι 58 περίπου γραμμάρια. Έτσι τα 10 mmol Να αντιστοιχούν σε 0,23 gr (γραμμάρια) νατρίου ή 0,58 gr(γραμμάρια) αλατιού. Η ποσότητα της υποχρεωτικής ημερήσιας απώλειας νατρίου, αποτελεί και το κάτω όριο της υποχρεωτικής ημερήσιας πρόσληψης αλλά και είναι περίπου η ποσότητα που παίρνανε οι προϊστορικοί πρόγονοι μας με τη διατροφή τους.
Η καθημερινή πρόσληψη 100-200 mmol αλατιού την ημέρα αντιστοιχεί σε 6-12 γραμμάρια αλατιού, αν και είναι συνήθης η πρόσληψη μέχρι και 20 γρ αλατιού καθημερινώς).
  Το νάτριο είναι ένα ιόν που βρίσκεται έξω από τα κύτταρα, στο διάμεσο χώρο των κυττάρων και φυσικά στα αγγεία. Λόγω της οσμωτικής του δράσης, είναι ένα ιόν που παίζει βασικό ρόλο στην οσμωτικότητα και τη διατήρηση της ομοιοστασίας των εξωκυττάριων υγρών.   
  Πως προέκυψε αυτό, να είναι δηλαδή το νάτριο εξωκυττάρια; Προέκυψε από το ότι η ζωή γεννήθηκε στους ωκεανούς, μέσα στο νερό. Τα πρώτα κύτταρα διαφοροποίησαν το εσωτερικό περιβάλλον τους από το εξωτερικό που ήταν το νερό των ωκεανών. Το νερό των ωκεανών περιείχε νάτριο από τα πετρώματα με τα οποία ήταν σε επαφή και μπορούσε να το διαλύσει και να το έχει έτσι στη σύνθεση του. Όταν δημιουργήθηκαν οι πολυκύτταροι οργανισμοί, ουσιαστικά περιέκλεισαν τον ωκεανό μέσα τους αλλά αφήνοντας το νάτριο εκτός των κυττάρων, στον εξωκυττάριο χώρο, όπως ήταν και στους μονοκύτταρους οργανισμούς. Η περιεκτικότητα εξ άλλου του νατρίου στον οργανισμό μας, που βρίσκεται σχεδόν εξ ολοκλήρου εξωκυττάρια, είναι αντίστοιχη της περιεκτικότητας σε νάτριο των αρχικών ωκεανών. Όπου και να πήγε στη συνέχεια η ζωή, κουβάλησε τον ωκεανό μέσα της.
  Η έλλειψη του αλατιού στην ξηρά οδήγησε στο να αναπτυχθούν πολύ ισχυροί μηχανισμοί κατακράτησης του νατρίου. Στην ξηρά δεν υπήρχε νάτριο σε αφθονία που αντίθετα υπάρχει σε αφθονία στη θάλασσα και γι αυτό το λόγο ο μεγαλύτερος κίνδυνος όταν η ζωή βγήκε στη στεριά, ήταν η αφυδάτωση. Γι αυτό και αναπτύχθηκαν μηχανισμοί ή για να ακριβολογούμε περισσότερο, επικράτησαν αυτοί οι οργανισμοί που ανέπτυξαν μηχανισμούς κατακράτησης του νατρίου. Η σπανιότητα του νατρίου στην ξηρά δημιούργησε αυτό που ονομάσθηκε πείνα για αλάτι. Την όποια περίσσεια, που δεν ήταν μεγάλη, την απέβαλε με μηχανισμούς που ήταν δημιουργημένοι για να αποβάλουν σχετικά μικρές ποσότητες αλατιού. Η ανάπτυξη των ισχυρών μηχανισμών κατακράτησης του νατρίου έχει αυτή τη λογική.
  Στον νεφρό που αποτελεί το κύριο όργανο διατήρησης της ομοιοστασίας των υγρών του οργανισμού, αναπτύχθηκαν ισχυροί μηχανισμοί επαναρρόφησης του νατρίου. Στα ζώα που ζουν στην έρημο και κινδυνεύουν λόγω της έλλειψης νερού να αφυδατωθούν, αναπτύχθηκαν και ανατομικές μεταβολές στους νεφρούς, ώστε να επαναρροφούν το σύνολο του νατρίου και να διατηρούν με αυτό τον τρόπο τα υγρά του οργανισμού.
  Από την άλλη βέβαια η έξοδος στην στεριά πρόσφερε άλλες, περισσότερες δυνατότητες εξασφάλισης θρεπτικών συστατικών.
  Το αλάτι χρησιμοποιήθηκε απο τον άνθρωπο για την συντήρηση των τροφών. Έτσι όταν άρχισε να καταναλώνει ποσότητες νατρίου πολύ μεγαλύτερες από αυτές που χρειαζόταν, επειδή οι ισχυροί μηχανισμοί κατακράτησης συνέχισαν να λειτουργούν, χρειαζόταν μεγαλύτερη προσπάθεια ώστε να μπορέσει να αποβληθεί το επιπλέον νάτριο, που καθίσταται βλαβερό επειδή θα αυξήσει τον όγκο των υγρών του οργανισμού και θα επιβαρύνει την λειτουργία της καρδιάς και όλου του αγγειακού συστήματος. Οι ομοιοστατικοί μηχανισμοί δηλαδή, διαμορφώθηκαν στα εκατομμύρια χρόνια της εξέλιξης και δεν μπορούν να μεταβληθούν μέσα σε ένα μικρό σχετικά γεωλογικό χρόνο όπως κάποιοι αιώνες ή έστω λίγες χιλιάδες χρόνια αν και η μαζική, μεγάλη κατανάλωση τροφών με πολύ αλάτι είναι υπόθεση λίγων αιώνων.
  Η ευνοϊκή επίσης για το κάλιο αναλογία που υπήρχε σε σχέση με το νάτριο, φαίνεται να παίζει έναν σημαντικό ρόλο στην διατήρηση της αρτηριακής πίεσης σε φυσιολογικά επίπεδα και ανεξάρτητα σε ένα βαθμό από το νάτριο, μιας και έχει βρεθεί ότι έγχυση καλίου στις κοιλίες του εγκεφάλου, οδηγεί σε πτώση της υψηλής αρτηριακής πίεσης, επηρεάζοντας απ’ ότι φαίνεται απ’ ευθείας τα κέντρα ρύθμισης της πίεσης που βρίσκονται στον υποθάλαμο, στο έδαφος της τρίτης κοιλίας. Αντίθετα η έγχυση αλατιού, δηλαδή χλωριούχου νατρίου, στις κοιλίες του εγκεφάλου σε πειραματόζωα ανεβάζει την πίεση.
  Επειδή έχουμε εφεδρείες σε όλα τα όργανα του οργανισμού, έχει αποδειχθεί ότι μια ποσότητα περίπου 3-5 γραμμαρίων αλατιού την ημέρα, ο οργανισμός μπορεί και τη διαχειρίζεται σχετικά εύκολα και συνήθως δεν δημιουργείται πρόβλημα. Υπάρχουν φυσικά και αυτοί που μπορούν και διαχειρίζονται μεγάλες ποσότητες αλατιού χωρίς πρόβλημα. Αυτό όμως δεν αλλάζει το σκεπτικό ότι υπάρχει δυσαρμονία και επιβάρυνση του νεφρού στο να αποβάλει το επιπλέον αλάτι.
  
 Υπάρχει μια αντλία που βγάζει το νάτριο από το κύτταρο, ανταλλάσοντας το με το κάλιο με τη βοήθεια της ενέργειας που παρέχει το ΑΤΡ, η αντλία νατρίου-καλίου ΑΤΡάσης όπως ονομάζεται, που αυτή είναι και η κύρια αντλία για την αποβολή του νατρίου από το νεφρό. Η δράση αυτής της αντλίας στα ενδοθηλιακά κύτταρα των νεφρικών σωληναρίων, οδηγεί στην αυξημένη επαναρρόφηση του νατρίου άρα και την αυξημένη κατακράτηση του στα υγρά του οργανισμού.
  Είναι ενδιαφέρον εδώ να επισημάνουμε ότι η ινσουλίνη, αυξάνει τη δραστηριότητα αυτής της αντλίας στα ενδοθηλιακά κύτταρα των νεφρικών σωληναρίων, με αποτέλεσμα την κατακράτηση του νατρίου. Η αύξηση δηλαδή της πρόσληψης γλυκόζης οδηγεί και στην αυξημένη κατακράτηση νατρίου μέσω της υπερέκκρισης ινσουλίνης.
  Αύξηση της κατακράτησης του νατρίου έχουμε και από τη δραστηριότητα του συμπαθητικού νευρικού συστήματος, η οποία είναι αυξημένη τόσο στους παχύσαρκους όσο και σε άτομα με αντίσταση στη δράση της ινσουλίνης ανεξάρτητα από το βάρος τους.
  Η αυξημένη κατακράτηση νατρίου,  οδηγεί στην αύξηση της συγκέντρωσης του και μέσα στα κύτταρα.  Η ανταλλαγή που γίνεται ανάμεσα στο νάτριο που πρέπει να βγει από τα κύτταρα με το ασβέστιο, είναι ένας από τους λόγους που οδηγούν και στην αύξηση του ενδοκυττάριου ασβεστίου. Η αύξηση αυτή του ασβεστίου οδηγεί με τη σειρά της σε αυξημένη διεγερσιμότητα του κυττάρου, δηλαδή οι δράσεις του συμπαθητικού συστήματος είναι πιο έντονες. Είναι ένας ακόμη μηχανισμός που διατηρεί την αυξημένη και παρατεταμένη διεγερσιμότητα του συμπαθητικού συστήματος, κατάσταση που δημιουργεί πολλαπλές παρενέργειες σε όλα τα συστήματα του οργανισμού. (η αύξηση του ενδοκυττάριου ασβεστίου πάνω από κάποια όρια, είναι τοξική για το κύτταρο, γι αυτό και το ασβέστιο βρίσκεται κυρίως έξω από τα κύτταρα, το συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος του στο σκελετό. Θεωρείται μάλιστα ότι επειδή στις θάλασσες όπου πρωτοεμφανίσθηκε η ζωή και όπου βρισκόταν σε αφθονία λόγω της διάλυσης των ασβεστούχων πετρωμάτων, η αποβολή του από το κύτταρο και η κρυσταλλοποίηση του, δημιούργησε τους πρώτους στηρικτικούς μηχανισμούς που αποτέλεσαν τη βάση των μετέπειτα σκελετών).

  Η σχέση αρτηριακής υπέρτασης και πρόσληψης νατρίου είναι καλά τεκμηριωμένη από τις επιδημιολογικές μελέτες. Τα πιο ισχυρά στοιχεία προέρχονται από μία μελέτη που είχε γίνει το 1988, την ΙΝΤΕRSALT, σε πάνω από 10.000 άνδρες και γυναίκες ηλικίας 20 με 59 χρόνων, σε 52 περιοχές του κόσμου, με τους πιο διαφορετικές συνθήκες διατροφής και πρόσληψης νατρίου και καλίου (Κλινική Υπέρταση. Ν. M. Kaplan). Μετρήσανε την ημερήσια πρόσληψη νατρίου και καλίου. Αυτό είναι εύκολο να γίνει, δεν θέλει δύσκολες και μακροχρόνιες μετρήσεις. Συλλέγονται τα ούρα του 24ώρου και μετρούνται το νάτριο και το κάλιο που περιέχονται. Σε μια σταθερή διατροφή, η αποβολή νατρίου και καλίου είναι περίπου ίση με την ημερήσια πρόσληψη και άρα ξέρουμε πόσο νάτριο και κάλιο παίρνει καθημερινά ο εξεταζόμενος. Παντού λοιπόν διαπιστώθηκε θετική συσχέτιση μεταξύ της πρόσληψης νατρίου και της αρτηριακής πίεσης, τόσο της συστολικής όσο και της διαστολικής.
Ακόμη πιο ισχυρή ήταν η συσχέτιση της πρόσληψης νατρίου και αρτηριακής πίεσης με την πάροδο της ηλικίας. Αυτό συμβαίνει επειδή με την πάροδο της ηλικίας, οι μηχανισμοί αποβολής του νατρίου από τον νεφρό όπως και οι μηχανισμοί αυτορύθμισης τους αρτηριακής πίεσης, τείνουν να ανεπαρκούν για πολλούς λόγους.
  Σε πληθυσμούς που η καθημερινή πρόσληψη αλατιού ήταν μέχρι 3 γραμμάρια δεν υπήρχε υπέρταση ή και αύξηση ακόμη της πίεσης με την πάροδο τους ηλικίας. Ήταν μικρό το ποσοστό του πληθυσμού που εμφάνιζε υπέρταση με ημερήσια πρόσληψη μεταξύ 3 με 6 γραμμάρια αλάτι. Η υπέρταση εμφανίζεται σταθερά όταν παίρνουμε πάνω από 6 γραμμάρια αλάτι την ημέρα. Φαίνεται δηλαδή ότι υπάρχει μία ουδός, τα 3 με 6 γραμμάρια, μια ποσότητα που ο οργανισμός μπορεί και τη διαχειρίζεται χωρίς ιδιαίτερα προβλήματα, ενώ από κει και πέρα είναι θέμα χρόνου και βέβαια της ιδιοσυστασίας του οργανισμού για να εμφανισθεί η υπέρταση.
  Ταυτόχρονα διαπιστώθηκαν και άλλα ενδιαφέροντα επιδημιολογικά στοιχεία από αυτήν αλλά και από άλλες μελέτες, στην αυξημένη πρόσληψη νατρίου και χωρίς να έχει αναπτυχθεί υπέρταση. Βρέθηκε αυξημένη επίπτωση στα αγγειακά εγκεφαλικά επεισόδια, στην καρδιακή υπερτροφία και στην ταχύτερη επιδείνωση της νεφρικής λειτουργίας. Η αυξημένη αποβολή νατρίου, που συνοδεύει αναγκαστικά την αυξημένη πρόσληψη, συνοδεύεται επίσης από αυξημένη αποβολή ασβεστίου που ενέχεται στην εμφάνιση της οστεοπόρωσης αλλά και νεφρολιθίασης.
  Όταν παίρνουμε παραπάνω αλάτι απ’ αυτό που χρειάζεται ο οργανισμός, αυτό πρέπει να αποβληθεί. Και θα αποβληθεί από τους νεφρούς. Άρα η αποβολή του εξαρτάται από την ακεραιότητα και την επάρκεια των μηχανισμών του νεφρού να αποβάλλει το επιπλέον αλάτι, που όσο πιο πολύ είναι, τόσο πιο πολύ πρέπει να δουλέψει ο νεφρός για να το διώξει. Θα αυξήσει το ρυθμό διήθησης, την πίεση στο νεφρικό σπείραμα, θα κινητοποιήσει το συμπαθητικό νευρικό σύστημα και τελικά όταν δεν θα τα καταφέρνει θα αρχίσει να ανεβαίνει η πίεση σ’ όλο το αγγειακό δίκτυο. Το νάτριο λόγω τους οσμωτικής του δράσης αυξάνει τον όγκο των υγρών που πρέπει να διακινήσει η καρδιά. Το αυξημένο αυτό έργο που πρέπει να επιτελέσει η καρδιά, πετυχαίνεται μέσω της αύξησης της δραστηριότητας του συμπαθητικού νευρικού συστήματος με τις επιπτώσεις που αυτό συνεπάγεται από μια μορφή διαρκούς στρες που επιβάλει στον οργανισμό. Επίσης η υπερλειτουργία του νεφρού και η υπερδιήθηση, σταδιακά θα οδηγήσει σε σκλήρυνση των νεφρικών αρτηριών, σταδιακή καταστροφή των νεφρώνων και της σπειραματικής μεμβράνης.
  Δεν είναι φυσικά σκόπιμο, ούτε έχει νόημα να επεκταθούμε σε λεπτομέρειες αυτών και πολλών άλλων μηχανισμών που έχουν βρεθεί ότι κινητοποιούνται. Θα αναφέρουμε όμως το γεγονός ότι υπάρχουν πληθυσμοί «αλατοανθεκτικοί», που σημαίνει ότι αποβάλουν ευκολότερα το νάτριο από τον οργανισμό τους και δεν αναπτύσσουν τόσο εύκολα υπέρταση, είναι δηλαδή καλύτερα προσαρμοσμένοι στην αυξημένη πρόσληψη αλατιού και πληθυσμοί «αλατοευαίσθητοι» οι οποίοι δεν το αποβάλουν εύκολα, τείνουν να το κατακρατούν και αναπτύσσουν ευκολότερα υπέρταση. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα εδώ, είναι οι αφροαμερικανοί, οι οποίοι σχετικά πρόσφατα μεταφέρθηκαν από την Δυτική Αφρική στην Αμερική, από περιοχές δηλαδή που δεν παίρνανε σχεδόν καθόλου αλάτι. Ο Νorman Kaplan, (καθηγητής στην Ιατρική Σχολή στο Πανεπιστήμιο του Τέξας στο Ντάλλας), αναφέρει ότι επειδή κατά την μεταφορά τους με τα πλοία που κρατούσε μήνες από τα δυτικά παράλια τους Αφρικής μέχρι την Αμερική, ήτανε στοιβαγμένοι κατά εκατοντάδες μέσα στα αμπάρια των πλοίων, παθαίνανε δυσεντερίες και πεθαίνανε από αφυδάτωση μέχρι να φτάσουν, αυτοί πού γλίτωσαν από την αφυδάτωση ήταν αυτοί που ο οργανισμός τους είχε τους πιο ισχυρούς μηχανισμούς στην κατακράτηση του νατρίου, ήταν δηλαδή οι πιο αλατοευαίσθητοι.(Έχει σημασία εδώ να αναφέρουμε ότι από τα 20 και πάνω περίπου εκατομμύρια σκλάβους που μεταφέρθηκαν συνολικά, πέθαναν στη διαδρομή περίπου το ένα τρίτο από αυτούς). Οι σημερινοί δηλαδή αφροαμερικανοί είναι οι απόγονοι των πιο αλατοευαίσθητων από τους έτσι κι αλλιώς αλατοευαίσθητους κατοίκους εκείνης της περιοχής της Αφρικής, αυτών δηλαδή που επέζησαν εξαιτίας αυτών των ισχυρών μηχανισμών κατακράτησης του νατρίου άρα και των υγρών του οργανισμού. Γι αυτό και έχουν τα πιο υψηλά ποσοστά υπέρτασης τους ΗΠΑ. Επίσης έχουν και τα υψηλότερα ποσοστά σακχαρώδη διαβήτη για λόγους λίγο πολύ παρόμοιους, επειδή ότι συμβαίνει με το αλάτι κάτι ανάλογο συμβαίνει και με την αυξημένη πρόσληψη θερμίδων. Τουλάχιστον για την υπέρταση, παίζει ρόλο και το γεγονός ότι είναι σε μεγαλύτερο ποσοστό από τον υπόλοιπο πληθυσμό, σε πιο χαμηλή κοινωνική κατάσταση με αποτέλεσμα να βιώνουν περισσότερο κοινωνικό στρες.
 Στο θέμα αυτό, του σακχαρώδη διαβήτη δεν θα επεκταθούμε. Επειδή όμως υπάρχει μια άμεση συσχέτιση ανάμεσα στην αυξημένη πρόσληψη θερμίδων που συνεπάγεται αυξημένο σωματικό βάρος και την υπέρταση, θα αναφέρουμε πολύ σύντομα τα εξής. Η αυξημένη πρόσληψη θερμίδων, που αφορά ένα πολύ μικρό ιστορικά χρονικό διάστημα, τουλάχιστον για την μεγάλη πλειοψηφία των ανθρώπων, οδηγεί στην αυξημένη έκκριση της ινσουλίνης, μιας ορμόνης υπεύθυνης για τον μεταβολισμό των σακχάρων και για να μπούνε μέσα στο κύτταρο και να μετατραπούνε σε ενέργεια, αλλά και να διευκολυνθεί να μετατραπεί η περίσσια τους σε λίπος. Αυτό βέβαια ήταν ευνοϊκό όταν η πρόσληψη τροφής ήταν περιστασιακή, γιατί ήταν πρόνοια για τις ημέρες της ένδειας, αλλά σήμερα η σταθερή, αδιάλειπτη, αυξημένη πρόσληψη θερμίδων και χωρίς σωματική άσκηση, οδηγεί σε μία σταθερά αυξημένη έκκριση ινσουλίνης από το πάγκρεας και συνεχούς αυξημένης παρουσίας ινσουλίνης στον οργανισμό, που δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί από τα κύτταρα. Τα αυξημένα επίπεδα ινσουλίνης οδηγούν, με μηχανισμούς που είναι καλά γνωστοί, σε αυξημένη κατακράτηση νατρίου, με αποτέλεσμα να έχουμε επίταση των φαινομένων που περιγράψαμε πριν για το αλάτι. Επίσης οδηγούν στην εξάντληση των κυττάρων του παγκρέατος που παράγουν την ινσουλίνη με αποτέλεσμα την εμφάνιση του σακχαρώδη διαβήτη. Υπάρχει βέβαια διαφορά ανάμεσα στους υδατάνθρακες και στο πως διεγείρουν την έκκριση της ινσουλίνης. Η φρουκτόζη για παράδειγμα, που είναι το βασικό σάκχαρο των φρούτων και κύριο συστατικό της διατροφής για εκατομμύρια χρόνια, δεν απαιτεί σχεδόν καθόλου μεταβολική ενέργεια για να μπει στο κύτταρο. Αντίθετα τα επεξεργασμένα σάκχαρα οδηγούν σε μεγαλύτερη και πιο απότομη έκκριση ινσουλίνης. Το βασικό βέβαια είναι ότι το αυξημένο σωματικό βάρος οδηγεί σε μία κατάσταση συνεχούς αυξημένης έκκρισης ινσουλίνης, αυτό που ονομάζουμε σήμερα αντίσταση του οργανισμού στην ινσουλίνη, με όλες τις αρνητικές συνέπειες που αναφέραμε παραπάνω.
  Από την άλλη βλέπουμε ανθρώπους οι οποίοι είναι ‘’αλατοανθεκτικοί’’, δηλαδή καταναλώνουν μεγάλες ποσότητες αλατιού και δεν έχουν κανένα πρόβλημα με την πίεση τους. Αντίθετα να έχουν χαμηλή πίεση. Φαίνεται ότι σ’ αυτές τις περιπτώσεις γενετικοί μηχανισμοί προσφέρουν προστασία. Αυτοί οι γενετικοί μηχανισμοί φαίνεται να έχουν σχέση με παράγοντες του άξονα ρενίνης- αγγειοτενσίνης και την έκκριση των αλατοκορτικοειδών ορμονών(που τείνουν να κατακρατάνε το νάτριο και το νερό).
  Η κατακράτηση των υγρών τείνει να αυξάνεται με την ηλικία. Και αυτό γίνεται εύκολα κατανοητό από όσα έχουν αναφερθεί μέχρι τώρα, για το λόγο ότι δυσκολεύεται η αποβολή του επιπλέον νατρίου από τον νεφρό, γίνεται σταδιακά μια συσσώρευση λαθών, δυσλειτουργιών στα διάφορα τμήματα του οργανισμού, με αποτέλεσμα την κατακράτηση νατρίου, υγρών κτλ, με τις επιπτώσεις που αυτό έχει στο καρδιοαγγειακό σύστημα.
  Βέβαια αυτά που αναφέρθηκαν παραπάνω δεν αποτελούν τους μοναδικούς μηχανισμούς που εξηγούν αυτές τις παθολογικές καταστάσεις. Ούτε εννοείται ότι τις εξηγούν όλες. Υπάρχουν και άλλοι παράγοντες για την εμφάνιση της υπέρτασης και του διαβήτη. Παράγοντες, πιο στενά κληρονομικοί ή που έχουν σχέση με άλλες ιδιοσυστασίες του οργανισμού. Στην μεγάλη όμως πλειοψηφία των περιπτώσεων, στη βάση όλων των αλληλοεξαρτώμενων μηχανισμών που ευθύνονται για την αρτηριακή υπέρταση, βρίσκεται η αυξημένη πρόσληψη αλατιού, η αυξημένη πρόσληψη θερμίδων που οδηγεί στην παχυσαρκία και την αντίσταση στην ινσουλίνη και επίσης το στρες και η αυξημένη διέγερση του συμπαθητικού νευρικού συστήματος, που σχετίζεται με τα παραπάνω αλλά έχει και την πιο αυτοτελή της πλευρά που αφορά την ψυχική καταπόνηση.
  Είναι φυσικό μετά από όλα αυτά τα καταστροφικά που είπαμε να πει κάποιος και δικαιολογημένα, ότι παρ’ όλα αυτά, το διάστημα για το οποίο μιλάμε, οι τελευταίες δεκαετίες τουλάχιστον, με την ανάπτυξη της επιστήμης έχουμε μια πρωτοφανέρωτη, για μεγάλα τμήματα του ανθρώπινου πληθυσμού, βελτίωση των συνθηκών της ζωής του, πολύ μεγάλη αύξηση του μέσου όρου ζωής, με παράλληλη εμφάνιση βέβαια άλλων προβλημάτων αλλά που δεν μπορούν να αλλάξουν την βασική διαπίστωση γι αυτή την βελτίωση. Εδώ πρέπει να πάρουμε υπόψιν το γεγονός ότι αυτό το χρονικό διάστημα καταπολεμήθηκαν μολυσματικές ασθένειες, μειώθηκε η βρεφική θνησιμότητα, παρατείνεται η ζωή ακόμη και όταν υπάρχουν σοβαρές ασθένειες και η σωματική και άλλη καταπόνηση του οργανισμού είναι πολύ μικρότερη σήμερα απ’ ότι ήταν παλιότερα, προσπαθώντας φυσικά να τις βελτιώνουμε συνέχεια. Δείχνει και το πόσο μπορεί να βελτιωθεί η υγεία και η επιβίωση αν παρθούν μέτρα σ’ αυτές τις κατευθύνσεις.
  Για τους παραπάνω λόγους πρέπει να ενταθούν οι καμπάνιες για τον περιορισμό της χρήσης του αλατιού, κάτι που πρέπει να γίνει απο τις πολύ μικρές ηλικίες όπου διαμορφώνονται και τα διαιτητικά πρότυπα. Μεγάλες ποσότητες αλατιού υπάρχουν και μέσα στα βιομηχανοποιημένα τρόφιμα και ο λόγος γι αυτό είναι η μεγαλύτερη διάρκεια συντήρησης τους όσο περισσότερο αλάτι περιέχουν. Μπορούν δηλαδή με αυτό τον τρόπο και μένουν περισσότερο χρόνο στα ράφια των σουπερμάρκετ. Γι αυτό και συναντούν μεγάλες αντιδράσεις απο τις βιομηχανίες τροφίμων οι προσπάθειες που γίνονται σε διάφορες χώρες για νομοθετική ρύθμιση του περιορισμού της περιεκτικότητας τους σε αλάτι ή και άλλων συντηρητικών που περιέχουν και είναι στην πλειοψηφία τους ιδιαίτερα επιβλαβή. 
                                                                                Δ. ΠΕΤΡΙΔΗΣ



Δεν υπάρχουν σχόλια: