10.6.11

O ZENE KAI Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΗΣ ΗΘΙΚΗΣ


Jean Genet(1910-1986)
  σχολιάζει ο Θανάσης Μπαντές

«To ημερολόγιο ενός κλέφτη» είναι ίσως το δημοφιλέστερο βιβλίο του Ζαν Ζενέ. Έχοντας καθαρά αυτοβιογραφικό περιεχόμενο διεισδύει στον άγνωστο, εγκληματικό, διαστροφικό, άγριο και απάνθρωπα αποξενωμένο υπόκοσμο, δίνοντας σάρκα και οστά στην αποκτήνωση που αποκτά χειροπιαστή υπόσταση αμετανόητου χαρακτήρα. Ο Ζενέ επιτίθεται από την πρώτη σελίδα με απύθμενη οργή που έχει κάτι το παραληρηματικό μέσα της. Από θέση αρχής ξεκαθαρίζει ότι ανήκει στους φονιάδες, στους τρελούς, στους αψυχολόγητα καταστροφικούς χαρακτήρες. Κρατάει τις αποστάσεις του χρησιμοποιώντας το δεύτερο πληθυντικό πρόσωπο απέναντι στους αναγνώστες που προφανώς δεν ανήκουν στο δικό του ηθικό κόσμο.
Με φράσεις όπως: «Οι φονιάδες βρίσκονται πολύ μακριά από σας» ή «οι εγκληματίες δεν αποδέχονται τις αρετές του δικού σας κόσμου» ή «στους φυλακισμένους πρόσφερα την τρυφερότητά μου» καθιστά σαφές ότι τον συμβατικό κόσμο της τρέχουσας ηθικής τον έχει από καιρό καταδικάσει κι ότι ο ίδιος πρεσβεύει κάτι άλλο, κάτι μολυσματικό και φρικαλέο, κάτι τερατώδες που αποπνέει τη δυσωδία της αρρωστημένης λαγνείας και της καταφυγής στο ανυπόφορο. Ο έρωτας έχει νόημα μόνο ως εργαλείο διαστροφής, ως αποκρουστική έκφραση του ζωώδους. Είναι η μεγάλη πύλη που διασχίζοντάς την χτίζει τους νόμους του απαγορευμένου και αδυσώπητα βίαιου κόσμου που ζέχνει από ιδρώτα και προδοσία. Η ηδονή είναι αδύνατο να εκδηλωθεί πέρα από τη νοσηρή σεξουαλικότητα και την καταπάτηση κάθε ηθικής που μόνο το έγκλημα μπορεί να προσφέρει. «Ο έρωτας μ’ έσπρωξε μπροστά σ’ αυτό που εκφράζουμε κακό» γράφει ο Ζενέ από την πρώτη σελίδα. Βρισκόμαστε μπροστά σ’ ένα σεξουαλικό κτήνος
που όχι απλώς δεν νιώθει την ανάγκη να απολογηθεί αλλά επιτίθεται διεκδικώντας το προσωπικό του δίκιο κι αδιαφορώντας παντελώς για την, σχεδόν βέβαιη, απόρριψη του. Η συνέχεια του βιβλίου είναι αυτό ακριβώς που προοικονομούν οι πρώτες σελίδες: η αποθέωση της διαστροφής, το μανιφέστο της ανηθικότητας. Κι όλα αυτά με μια απολύτως ποιητική γλώσσα που κατά διαστήματα χάνει κάθε χαρακτηριστικό της πεζογραφίας διοχετεύοντας ένα πρωτόγνωρο πάθος που αποκτά, θα λέγαμε, ερωτικές διαστάσεις. Είναι σαν να βλέπουμε το Ζενέ να αντιμετωπίζει ερωτικά τις ίδιες του τις λέξεις και αυτό φαίνεται να πραγματώνεται εντελώς αυθόρμητα, χωρίς την παραμικρή προσπάθεια, την ελάχιστη επιτήδευση.
Παρακολουθούμε ένα ομοφυλοφιλικό ντελίριο που περιγράφεται σε πρώτο πρόσωπο με το Ζενέ να εκπορνεύεται σε άθλιες δημόσιες τουαλέτες για να εξασφαλίσει το φαγητό του και να προβαίνει σε δολοφονία για λόγους φαινομενικά ακαθόριστους αλλά ουσιαστικά καθορισμένους από την παράλογη λογική του αδυσώπητου αμοραλισμού και της απόλυτης συναισθηματικής αταξίας που τελικά υπόκειται σε νόμους δημιουργώντας τον ηθικό κώδικα της ανηθικότητας. Ο Ζενέ από θέση αρχής συμπεριφέρεται προδοτικά κι αχάριστα. Δεν υπάρχει περίπτωση να μην δαγκώσει το χέρι που τον ταΐζει. Όταν πλούσιος θαυμαστής του συγγραφικού του έργου τον καλεί στο σπίτι του, αυτός μελετά το χώρο για να μπορέσει να τον ληστέψει. Προτιμά να πετάξει τα λεφτά του καλύτερού του φίλου στον υπόνομο παρά να του τα επιστρέψει και να τον σώσει. Κι εδώ ακριβώς βρίσκεται η πεμπτουσία της ηθικής του Ζενέ. Κρατάει τα λεφτά του φίλου του – που του τα εμπιστεύτηκε - σαν κάτι ιερό κι όταν έφτασε η ώρα της επιστροφής τους, με δεδομένο ότι ο φίλος τα είχε απόλυτη ανάγκη (σε σημείο ζωής και θανάτου) αποφάσισε να τον προδώσει ξοδεύοντάς τα. Αφού δείπνησε πλουσιοπάροχα ένιωσε τύψεις, γιατί η προδοσία αυτή δεν ήταν αρκετή, αφού πήρε τη μορφή της απλής κλοπής, δηλαδή της φτηνής ιδιοτέλειας. Έτσι πετά τα λεφτά στον υπόνομο πραγματοποιώντας την τέλεια προδοσία που μόνο η ανιδιοτέλεια μπορούσε να εκφράσει. Ο παραλογισμός αποκτά σαφείς ψυχοπαθολογικές διαστάσεις αν αναλογιστούμε ότι κι ο ίδιος τα είχε απόλυτη ανάγκη αφού τριγυρνούσε άστεγος και ρακένδυτος σε συνθήκες απόλυτης εξαθλίωσης. Με δυο λόγια η ανηθικότητα αποκτά διαστάσεις ιδεολογίας που απαιτεί θυσίες. Γίνεται αρχή και τρόπος ζωής που απαιτεί συνέπεια και προσωπικό κόστος. Ο Ζενέ μπορεί να προδίδει τους πάντες αλλά δεν προδίδει ποτέ τις αρχές του και νιώθει περήφανος γι’ αυτό όπως κάθε μάρτυρας που θυσιάζει ακόμα και τη ζωή του εκπροσωπώντας το ακατανόητο για τους άλλους που όμως γι’ αυτόν είναι νόημα ύπαρξης. Περιπλανιέται χωρίς χαρτιά και συλλαμβάνεται από την αστυνομία. Μην ξέροντας τι να τον κάνουν τον απελαύνουν σε γειτονικό κράτος. Ακολουθεί νέα σύλληψη και νέα απέλαση. Ο Ζενέ δηλώνει ότι γύρισε όλη την Ευρώπη με τη βοήθεια της διεθνούς αστυνομίας που διαρκώς προσπαθεί να τον ξεφορτωθεί και διαρκώς τον βρίσκει μπροστά της. Αυτό του δίνει μεγάλη χαρά. Το να αποτελεί πρόβλημα – και μάλιστα διεθνούς εμβέλειας – είναι τίτλος τιμής. Περιγράφει την εξαθλίωσή του χωρίς την παραμικρή αυτολύπηση. Είναι γεμάτος ψείρες κι είναι περήφανος γι’ αυτό. Δηλώνει ότι γι’ αυτόν οι ψείρες είναι δείγμα κοινωνικής καταξίωσης όπως τα κοσμήματα για τους άλλους.
Κάπως έτσι γίνεται μαρτυρική μορφή, αφού κάθε στιγμή είναι πρόθυμος να υποστεί οποιοδήποτε εξευτελισμό ή οποιαδήποτε σωματική ταλαιπωρία προκειμένου να αναδείξει το σκοτεινό μεγαλείο που υπηρετεί, το μεγαλείο της ανθρώπινης νοσηρότητας. Φυσικά σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να γίνει αποδεκτός. Σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να κερδίσει ούτε την ελάχιστη συμπάθεια του αναγνώστη, αφού ο άκρατος συναισθηματικός ακρωτηριασμός που πρεσβεύει τον καθιστά ολοκληρωτικά ξένο. Ένα περιφερόμενο τέρας που μόνο η φυλακή του αξίζει. ( Το βιβλίο είναι γραμμένο στη φυλακή). Και είναι απόλυτα λογικό, γιατί ο Ζενέ παρουσιάζει το κακό χωρίς την ελάχιστη προσπάθεια ωραιοποίησης που μόνο η ιδιοτέλεια μπορεί να προσφέρει. Αν το κακό παρουσιαστεί ως πράξη που αποδίδει όφελος αυτομάτως αποκτά λογική, γίνεται δηλαδή συζητήσιμο. Η εγκληματική πράξη που μεταφράζεται σε χρήμα και ταυτόχρονα συνοδεύεται και από μια θεωρητική καταδίκη του συστήματος μπορεί να γίνει αποδεκτή και να αποκτήσει και οπαδούς. Η εγκληματική πράξη που εκδηλώνεται από θέση εξουσίας και που μπορεί να ντυθεί ιδεολογικά μπορεί να αποτελέσει πρότυπο. Η εγκληματική πράξη όμως που δεν έχει κανένα σκοπό παρά μόνο τη χαρά της ίδιας της ύπαρξής της είναι αποκρουστική και χυδαία, είναι διαστροφή και φυσικά απολύτως καταδικαστέα κι αυτό γιατί είναι μια ολόγυμνη αλήθεια που κανείς δεν μπορεί να ανεχθεί. Η εγκληματικότητα της ανθρώπινης φύσης είναι δεδομένη και αποδεικνύεται καθημερινά από τα βουνά της ανθρώπινης φρικαλεότητας, που τον συνοδεύει σε όλη την ιστορική του διαδρομή. Παρουσιάζοντας το κακό ως τρόπο άντλησης ηδονής βάζει το δάχτυλο πάνω στη βαθύτερη πληγή του ανθρώπου που φυσικά δεν θέλει να παραδεχτεί. Την τρομακτική κι απόκοσμη έλξη που νιώθει για το κακό. Τη σημειολογία του κακού συμμερίζεται και ο Ντοστογιέφσκι στο «Υπόγειο» που ειρωνεύεται ανοιχτά τη σωκρατοπλατωνική αντίληψη ότι το κακό οφείλεται στην άγνοια αποκαλώντας τους «αθώα παιδάκια». Ισχυρίζεται ανοιχτά ότι ο άνθρωπος έχει απόλυτη συνείδηση του κακού αλλά το κάνει γιατί έτσι νιώθει ευχαρίστηση. Ο Ζενέ τραβάει το θέμα ακόμη παραπέρα. Συνδέοντας το κακό με την ηδονή και την ακραία σεξουαλικότητα αποκτά σαφείς φροϋδικές προεκτάσεις αφού τολμά να φέρει στο φως το ανομολόγητο ασυνείδητο που αιώνες ο άνθρωπος προσπαθεί να καταπνίξει χωρίς αποτέλεσμα. Γι’ αυτό είναι τρομερός κι επικίνδυνος. Γιατί εκλογικεύει το κακό ξεσκεπάζοντας την κοινωνική υποκρισία που προσπαθεί να το καλύψει. Γιατί φέρνει στο φως τα πάθη του ανθρώπου και του τα τρίβει κατάμουτρα. Ο Σαρτρ γράφει για το Ζενέ: «Ο Ζενέ δεν είναι ποτέ οικείος ούτε και με τον εαυτό του. Τα λέει φυσικά όλα, λέει όλη την αλήθεια και μόνη την αλήθεια, η αλήθεια όμως αυτή είναι μια αλήθεια ιερή. …….Μιλάει για τη ζωή του σαν ένας Ευαγγελιστής, σαν ένας μάρτυρας που είδε κι εκστασιάστηκε…Εσείς, αν εκεί που όλα αυτά δένονται, μπορέσετε να αντιληφθείτε τη λεπτή γραμμή που ξεχωρίζει το μύθο θα ανακαλύψετε την αλήθεια. Που είναι τρομακτική». Κι έτσι ακριβώς είναι.

                                                                                                          Θανάσης Μπαντές
                                                                                                           abbades75@gmail.com

Δεν υπάρχουν σχόλια: