30.10.11

Ο ΜΠΡΥΚΝΕΡ - Η ΔΙΑΣΤΡΟΦΗ ΚΑΙ ΟΙ ΣΧΕΣΕΙΣ ΕΞΟΥΣΙΑΣ


Pascal Bruckner(15 Δεκ. 1948-)
Σχολιάζει ο Θανάσης Μπαντές

Η αλήθεια είναι ότι ο Μπρυκνέρ ανήκει στους υπερτιμημένους συγγραφείς. Έξοχος μυθοπλάστης, ξέρει να ταΐζει τον αναγνώστη με σεναριακό καροτάκι ώστε να καταβροχθιστούν οι σελίδες, αλλά μέχρι εκεί. Προκλητικός και παιχνιδιάρης, αμαρτωλός και παράφορος αλλά πάνω απ’ όλα εξυπνάκιας καταφέρνει και πουλάει μια χαρά, όμως κλασικός δεν πρόκειται να γίνει. Ούτε ιδιαίτεροι χαρακτήρες, ούτε κοινωνική πραγματικότητα, ούτε διεισδυτικό βλέμμα στο σύγχρονο άνθρωπο. Ο Μπρυκνέρ εκφράζει την επιφανειακή κουλτούρα που ταυτίζει την πρόκληση με την πρόοδο ή που αναμασά τσιτάτα ως απαύγασμα σοφίας. Θα λέγαμε ότι είναι περισσότερο τηλεοπτικός παρά λογοτεχνικός. Καταναλώνεται, προσφέρει ευχαρίστηση και μετά ξεχνιέται, ό,τι πρέπει για την παραλία. Το βιβλίο του όμως «Τα μαύρα φεγγάρια του έρωτα» διαφέρει. Χωρίς να αλλοιώνεται ο μπρυκνερικός χαρακτήρας του ευανάγνωστου και διατηρώντας την αλάνθαστη εμπορική τακτική του καρότου με διαρκείς ανατροπές και ακραίες καταστάσεις που ηλεκτρίζουν τον αναγνώστη καταφέρνει και κινείται σε απίστευτα βάθη καθρεφτίζοντας όχι μόνο την ιδεολογική χρεοκοπία της σύγχρονης εποχής αλλά και τον ακρωτηριασμένο συναισθηματικά και ψυχικά σύγχρονο άνθρωπο που εκμηδενίζοντας κάθε αξία αναζητά την ηδονή στο ζωώδες και το πρωτόγονο που τελικά προβάλλει ως μοναδική ιδεολογία. Ένας απύθμενος εκφυλισμός και μια απίστευτη αντιστροφή όρων στην διεκδίκηση της ευτυχίας που μοιάζει άπιαστη και τελικά άχρηστη αφού έτσι κι αλλιώς γίνεται μη διαχειρίσιμη. Ίσως η πιο απαισιόδοξη ματιά στο σύγχρονο άνθρωπο που έχει φτάσει στο υψηλότερο επίπεδο καλλιέργειας και γνώσης και ταυτόχρονα είναι πιο αιμοβόρος, πιο ανεξέλεγκτος, πιο μόνος και τελικά πιο δυστυχής από ποτέ. Η ιστορία αφορά ένα ξοφλημένο διανοούμενο στο Παρίσι που ερωτεύεται μια κομμώτρια.
 Η μορφωτική άβυσσος που τους χωρίζει υπερκαλύπτεται από το σεξουαλικό πάθος. Η σαρκική τους επιθυμία γίνεται παράφορη και σιγά σιγά ξεπερνά κάθε όριο. Το ζευγάρι είναι πρόθυμο να προχωρήσει σε οποιαδήποτε σεξουαλική ακρότητα γιατί μόνο έτσι βρίσκει την ευχαρίστηση. Ο Μπρυκνέρ προχωρά σε περιγραφές που αγγίζουν την πορνογραφία. Ο χιλιοτραγουδισμένος έρωτας, που τόσο πολύ έχει εκθειαστεί κι εκθειάζεται από την τέχνη, δίνεται τόσο κυνικά και τόσο ανεξέλεγκτα λεπτομερειακά που καταντά αποκρουστικός. Μετατρέπεται σε βίτσιο, σε αρρώστια, σε προχωρημένη διαστροφή που όμως εκλογικεύεται σε κάθε περίπτωση και αποτελεί πηγή ανείπωτης χαράς για το ζευγάρι. Η μία ακρότητα γεννά την άλλη σ’ ένα παιχνίδι χωρίς κανόνες που η ηδονή ισοδυναμεί με τον εκμηδενισμό της προσωπικότητας, γίνεται αυτοσκοπός και νόημα ύπαρξης και επέρχεται μόνο με την εκ νέου επιμήκυνση των ορίων. Με δυο λόγια αυτοτροφοδοτείται καθώς το ξεπέρασμα ενός ηθικού ορίου είναι απλά ο οιωνός του επόμενου και η ηδονή εκδηλώνεται εντελώς εγκεφαλικά αφού η σωματική διάσταση χάνεται στα πλαίσια της καθαρά νοητικής διαδικασίας που ακούει στο νόμο της απόλυτης σεξουαλικής υποταγής. Μοιραία το σεξ αυτό καθαυτό δεν φέρει καμία ευχαρίστηση αφού εκμηδενίζεται στο δεδομένο. Είναι σα να προσφέρουμε στον αλκοολικό γκαζόζες. Μόνο η ακρότητα έχει σημασία που όμως κι αυτή πρέπει να ανανεώνεται γιατί αλλιώς βαλτώνει και γίνεται μιζέρια.
Όπως όμως είναι φυσικό όλα κάποτε ξεθυμαίνουν. Η ήρωας είναι ο πρώτος που νιώθει τον κορεσμό. Χορτασμένος από τη σαρκική όψη του έρωτα αντιλαμβάνεται τη διαφορά που έχει με την κομμώτρια. Τη θεωρεί κατώτερή του. Ντρέπεται να την παρουσιάσει στις παρέες του αφού είναι πνευματικά υποδεέστερη και τον εκθέτει. Οι φίλοι του τον παίρνουν στο ψιλό. Σιγά σιγά η κομμώτρια του γίνεται βάρος. Ξεσπούν καυγάδες κι όπως είναι φυσικό θέλει να χωρίσει. Η κομμώτρια όμως δεν αποδέχεται με τίποτα το χωρισμό. Αν και χωρίζουν προσωρινά ξανασμίγουν αλλά αυτή τη φορά με πολύ διαφορετικούς όρους. Η κομμώτρια προκειμένου να μην χάσει το σύντροφό της εκτίθεται σε κάθε προσβολή. Ανέχεται τα πάντα, χάνει κάθε αξιοπρέπεια, ταπεινώνεται οριστικά. Ο ψευτοδιανοούμενος όχι απλώς δεν δείχνει κανένα έλεος αλλά προσπαθεί να εκλογικεύσει την απάνθρωπη στάση του. Παρακολουθούμε το δήμιο και το θύμα σε μια καθαρά σαδική σχέση που ξεπερνά το απάνθρωπο και ταυτόχρονα παίρνει ιδεολογικές διαστάσεις. Ξυλοδαρμοί και σεξουαλικές κακοποιήσεις σε αδυσώπητο πρώτο πλάνο. Ο αναγνώστης σοκάρεται και νιώθει οίκτο για τη δύστυχη κοπελίτσα. Αιωρείται μια διάχυτη απορία: γιατί δεν φεύγει; Γιατί πρέπει να χάσει και το τελευταίο απομεινάρι της αξιοπρέπειάς της; Γιατί να βιώσει τέτοια δυστυχία; Και εκεί ακριβώς που κορυφώνεται το συναισθηματικό στραπάτσο της γυναίκας γίνεται η ανατροπή που αντιστρέφει τους ρόλους. Ο άντρας μένει ανάπηρος, καθηλωμένος σε αναπηρικό καροτσάκι, ανήμπορος κι αβοήθητος, στο έλεος αυτής της γυναίκας που είναι ο μόνος άνθρωπος που τον φροντίζει. Κι εκδικείται σκληρά. Τον ταπεινώνει, του τονίζει τη σωματική του αναπηρία με κάθε αφορμή, τον χτυπάει, τον βασανίζει. Φέρνει άντρες στο σπίτι κι επιδίδεται σε όργια μπροστά του καθιστώντας τον - πέρα από σωματικό – και ψυχικό ράκος. Παρακολουθούμε τον απόλυτο ανθρώπινο εκφυλισμό, το ντελίριο της απανθρωπιάς που εκτυλίσσεται αργά και μεθοδικά, σχεδόν φυσιολογικά, σχεδόν σαν κάτι δεδομένο. Ο άντρας αποδέχεται τη μοίρα του, αρχικά με υπόγεια οργή – μετά συμβιβάζεται, όπως ακριβώς είχε κάνει και η γυναίκα. Το ζευγάρι εξακολουθεί να συνυπάρχει σε μια παράλογη συμβίωση βίας, ψυχολογικής και σωματικής, που καταφέρνει να βρει αρμονία με την οριστική αποδοχή των ρόλων και από τα δύο μέρη. Θα λέγαμε ότι ο καθορισμός των ρόλων του θύτη και του θύματος είναι η εξασφάλιση της κανονιστικής αρμονίας του ζευγαριού. Είναι δηλαδή ο συνδετικός του κρίκος, ο πυρήνας της συνύπαρξης. Ο έρωτας μετατρέπεται σε διεστραμμένο παιχνίδι εξουσίας που επέβαλε τους όρους του από την αρχή. Η διαστροφική σεξουαλικότητα του πρώτου καιρού δεν ήταν τίποτε άλλο από λανθάνον εξουσιαστικό κατάλοιπο και τελικά η ηδονή προερχόταν περισσότερο από την εναλλαγή των σεξουαλικών ρόλων του αφέντη και του θύματος και λιγότερο από τη σωματική επαφή. Αργότερα το εξουσιαστικό παιχνίδι γίνεται ξεκάθαρο με τη σαφή υπεροχή του άντρα. Η απορία που αφορά τους λόγους που δεν φεύγει η γυναίκα απ’ αυτή τη σχέση πέφτει στο κενό αφού διαπιστώνεται ότι γι’ αυτό ακριβώς έμενε. Τα ίδια συμβαίνουν αργότερα και στον άντρα. Δεν παρακολουθούμε απλώς την αποχαλίνωση των ανθρώπινων σχέσεων που εκφυλίζονται, ούτε την κατάρριψη κάθε ιδεολογίας στο βωμό της σαρκικής αποκτήνωσης αλλά τον ίδιο τον εκφυλισμό της συνύπαρξης που απαιτεί και προϋποθέτει τη διαστρεβλωμένη εξουσία για να επιβιώσει. Μόνο η οδύνη του ενός φέρνει χαρά στον άλλο. Μόνο η συντριβή μετουσιώνεται σε ηδονή. Το σεξ δεν είναι τίποτε άλλο παρά η αφορμή. Είναι το πεδίο που εκδηλώνεται η μάχη της εξουσίας. Το εργαλείο της επιβολής. Το μέσο που ορίζει τους παράλογους κανόνες. Ο Μπρυκνέρ παρουσιάζει με ωμότητα τον άρρωστο ψυχισμό του σύγχρονου ανθρώπου και εκμεταλλεύεται αριστοτεχνικά το σεξ ως κερκόπορτα που διαρρέουν οι εξουσιαστικές του παρορμήσεις. Και όλο αυτό δένεται αριστοτεχνικά στην πλοκή του βιβλίου ως αφήγηση που αφορά το παρελθόν από τον ίδιο τον ανάπηρο σ’ ένα νέο κατά τη διάρκεια ενός ταξιδιού με πλοίο. Ο νέος καθηλώνεται από τις περιγραφές του ανάπηρου και φυσικά συγκλονίζεται από τη γυναίκα του, που γνωρίζει επίσης. Η κομμώτρια ως αξεπέραστη Fame Fatale εξουσιάζει από την αρχή το νεαρό και η εξουσία της έχει τη μορφή της σαγήνης. Η εξουσιαστική διαστροφή είναι τόσο μεταδοτική που είναι αδύνατο της αντισταθεί κανένας. Ούτε ο νέος, ούτε ο ανάπηρος, ούτε η αρραβωνιαστικιά, ούτε η κομμώτρια. Όλοι συντρίβονται κάτω από το αξεπέραστο βάρος της.
Η αλήθεια του Μπρυκνέρ επιβεβαιώνεται καθημερινά με όλη την υπερβολή της. Ο σύγχρονος άνθρωπος αποπροσανατολισμένος, μπερδεμένος, ολοκληρωτικά χαμένος είναι ευάλωτος και επιρρεπής μπροστά σε κάθε μορφή εξουσίας. Και δεν μιλάμε για την κλασική μορφή της άσκησης ενός αξιώματος (ούτε και την εξαιρούμε) αλλά για τα διαφορετικά πρόσωπα που παίρνει και περνούν απαρατήρητα ακριβώς γιατί θεωρούνται δεδομένα. Μιλάμε γι’ αυτές τις ανεπαίσθητες εκφάνσεις εξουσίας που εκδηλώνονται με τη μορφή του εργοδότη που εκμεταλλεύεται καθετί για να τσαλαπατήσει τους υπαλλήλους του, τη μορφή του πελάτη που απαιτεί δουλικότητα από αυτόν που τον εξυπηρετεί, τη μορφή της υπεροχής του ακριβού αυτοκινήτου, του τσαμπουκά σε βραδινή διασκέδαση, της μάχης των φύλων, της τηλεόρασης, της γηπεδικής εκτόνωσης, του ρουσφετιού και του μέσου, του χρήματος, της κατανάλωσης, της αλαζονείας, της ανταγωνιστικής εγρήγορσης, των συναισθηματικών διλημμάτων, του φόβου, της καταστροφολογίας, του πολιτικού εκβιασμού, της καυχησιάς των παιδιών δημοτικού για την υπεροχή του κινητού τους, της γενικότερης αντίληψης που συνοψίζεται στη χαρά της υπεροχής που γίνεται νόημα ύπαρξης, στην ευτυχία που πιστοποιείται όταν κρίνεται ανώτερη από του γείτονα. Όλα αυτά τα βουνά ανεκδήλωτης – εκδηλωμένης εξουσίας δεν είναι τίποτε άλλο από βουνά καθημερινής βίας που καλείται να διασχίσει ο σύγχρονος άνθρωπος.

                                              Αθανάσιος Μπαντές  abbades75@gmail.com

Δεν υπάρχουν σχόλια: