20.6.11

το ενδοθηλιο των αγγειων και η αρτηριακη πιεση


Ο τόνος των αγγείων ρυθμίζεται από το αυτόνομο νευρικό σύστημα με νευροδιαβιβαστικές ουσίες που δρουν στους υποδοχείς του στα αγγεία καθώς και απο το ίδιο το ενδοθήλιο των αγγείων, μέσω ορμονών που το ίδιο παράγει, ώστε να κρατά τον τόνο των αγγείων στην επιθυμητή για τον οργανισμό κατάσταση.
Το ενδοθήλιο είναι ένα στρώμα κυττάρων που επενδύει την εσωτερική πλευρά των αγγείων του αίματος και της λέμφου. Έχει συνολική επιφάνεια περίπου 400 τ. μέτρα και βάρος περίπου 2 κιλά. Με τις αγγειοδραστικές ουσίες που παράγει μπορεί και τροποποιεί τον αγγειακό τόνο ανάλογα με την ροή ή την πίεση του αίματος, παίζοντας ταυτόχρονα σημαντικό ρόλο στην πήξη του αίματος, στη διαπερατότητα και τη μεταφορά ουσιών στο αρτηριακό τοίχωμα αλλά και στη σύνθεση αυξητικών παραγόντων για την δημιουργία νέου ενδοθηλιακού ιστού.
Η διάρκεια ζωής της πρώτης γενιάς ενδοθηλιακών κυττάρων, αυτών δηλαδή που δημιουργούνται μετά τη γέννηση, είναι περίπου 30 χρόνια. Όταν πεθαίνουν αντικαθίστανται από νέα. Η αντικατάσταση γίνεται από κύτταρα που παράγονται στον μυελό των οστών, τα προγονικά ενδοθηλιακά κύτταρα, τα οποία προέρχονται από κοινό πρόγονο με τα αιμοποιητικά κύτταρα και κυκλοφορούν στο αίμα. Ενσωματώνονται σε περιοχές που υπάρχει ανάγκη αγγειογένεσης αλλά και στην αναπλήρωση ενδοθηλιακών κυττάρων που καταστρέφονται.
Φαίνεται όμως ότι οι καινούργιες γενιές ενδοθηλιακών κυττάρων δεν μπορούν να ανταποκριθούν με τον ίδιο τρόπο στη ρύθμιση του αγγειακού τόνου, υστερώντας στην παραγωγή αγγειοδιασταλτικών ουσιών, με αποτέλεσμα να επικρατεί πιο εύκολα η αγγειοσύσπαση. Έτσι όταν έχουμε αυξημένη απόπτωση των ενδοθηλιακών κυττάρων όπως συμβαίνει από τη δράση βλαπτικών παραγόντων, για παράδειγμα με το κάπνισμα, όπου με κάθε τσιγάρο έχουμε πολλαπλασιασμό της καταστροφής ενδοθηλιακών κυττάρων ή με τη δράση άλλων τοξικών ουσιών, που διεγείρουν το οξειδωτικό στρες στο ενδοθήλιο, τότε καταλαβαίνουμε με πιο τρόπο η δράση αυτών των παραγόντων δρα βλαπτικά και σε αυτόν τον τομέα, μακροπρόθεσμα δηλαδή, πέρα από τις άμεσες επιβλαβείς δράσεις .
Η δράση των τοξικών αυτών παραγόντων, που είτε δρώντας απ’ ευθείας στα ενδοθηλιακά κύτταρα είτε μέσω της παραγωγής ελεύθερων ριζών, κινητοποιούν και τις αντιδράσεις φλεγμονής στο ενδοθήλιο. Οι ουσίες της φλεγμονής που παράγονται αυξάνουν την διαπερατότητα του ενδοθηλίου, με αποτέλεσμα να περνούν από το ενδοθήλιο στο τοίχωμα των αγγείων διάφορα μακρομόρια ανάμεσα στα οποία και η LDL(η “κακή” χοληστερόλη), για την οποία έχει γίνει αναφορά σε προηγούμενες αναρτήσεις, με ποιο τρόπο οδηγεί στην αθηρωμάτωση και στην απόφραξη των αγγείων.
Ένα σημαντικό μόριο που παίζει ρόλο στην αγγειοδιαστολή των αρτηριών αλλά και τις οξειδοαναγωγικές αντιδράσεις στο ενδοθήλιο, είναι το μονοξείδιο του αζώτου,
ΝΟ(στις φλέβες δεν υπάρχει έκκριση ΝΟ). Αυτό παράγεται με την οξείδωση ενός αμινοξέος, της L-αργινίνης, από μια οικογένεια ενζύμων, που ονομάζονται συνθετάσες του ΝΟ, που ανήκουν στην ευρύτερη οικογένεια του κυτοχρώματος Ρ450, σε μια αυτοελεγχόμενη σε μεγάλο βαθμό αντίδραση, μιας και οι ΝΟ συνθετάσες μπορεί να ανασταλούν και από το ΝΟ πέρα από άλλους αναστολείς που αναπτύσσονται. Τα ένζυμα αυτά δεν βρίσκονται μόνο στο ενδοθήλιο, αλλά και σε άλλους ιστούς, όπως ο νευρικός ιστός και τα μακροφάγα κύτταρα του ανοσοποιητικού συστήματος καθώς και σε άλλους ιστούς, σε διαφορετικές ισομορφές. Το ΝΟ δρα τοπικά στις λείες μυϊκές ίνες των αρτηριών, προκαλώντας χάλαση, μέσω της ενεργοποίησης ενός ενζύμου, της γουανυλικής κυκλάσης.

Το ΝΟ αντιδρά έντονα με μεγάλο αριθμό μορίων και ελεύθερων ριζών, γι αυτό και απενεργοποιείται γρήγορα. Αλληλεπιδρά με τις ελεύθερες ρίζες οξυγόνου που παράγονται τοπικά κυρίως με τη μεσολάβηση του αραχιδονικού οξέος και την παραγωγή προσταγλανδινών και λευκοτριενίων που δημιουργούν λιπιδικά υδροϋπεροξείδια(LOOH) που είναι ισχυρότατες ελεύθερες ρίζες αλλά και σαν αποτέλεσμα αυξημένου οξειδωτικού στρες συνολικά στον οργανισμό. Έτσι μια διατροφή που περιέχει πολλά λιπαρά ή άλλα στοιχεία που οδηγούν στην παραγωγή μεγάλης ποσότητας λιπιδικών υπεροξειδίων, εκτός των άλλων βλαβών, εξουδετερώνει άμεσα και το ΝΟ, που είναι ένας άμεσα δρών αγγειοδιασταλτικός παράγοντας.


Όταν αναπτύσσεται αθηρωματική πλάκα σε μια περιοχή του ενδοθηλίου, είναι φυσικό ότι δεν παράγεται τοπικά ΝΟ, οπότε στη συγκεκριμένη περιοχή δεν γίνεται αγγειοχάλαση αλλά επικρατεί η αγγειοσύσπαση. Ακόμη πρέπει να πούμε ότι στους υπερτασικούς και τους διαβητικούς, είναι μειωμένη η παραγωγή ΝΟ από το ενδοθήλιο, λόγω πιθανόν των πρώιμων βλαβών που δημιουργούνται, πριν ακόμη τη δημιουργία αθηρωματικών πλακών. Φαίνεται ότι σ’ αυτήν την πρώιμη δυσλειτουργία εμπλέκεται η δράση των ελεύθερων ριζών οξυγόνου, οι πρώιμες διαδικασίες φλεγμονής που αυτές κινητοποιούν ή η πιο γρήγορη εξουδετέρωση του από τις ελεύθερες ρίζες. Η μειωμένη παραγωγή ή η ταχύτερη αποδόμηση του ΝΟ, σε συνδυασμό με τη συνοδεύουσα σ’ αυτή την περίπτωση διέγερση του συμπαθητικού συστήματος οδηγεί στην επικράτηση αγγειοσυσπαστικών δράσεων.
Το ΝΟ εμπλέκεται όπως είπαμε και πριν, στις οξειδοαναγωγικές αντιδράσεις που συμβαίνουν στο ενδοθήλιο, κυρίως με τις ελεύθερες ρίζες οξυγόνου και τα λιπιδικά υδροϋπεροξείδια. Η υπερπαραγωγή ελεύθερων ριζών σε αυτή την αλληλεπίδραση, εκτός από την εξουδετέρωση του ΝΟ, αυξάνει και την παραγωγή των νιτρικών υπεροξειδίων(ΟΝΟΟ-), που έχουν ισχυρή οξειδωτική δράση. Αυτό το μόριο μπορεί να προκαλέσει νίτρωση σε δύο αμινοξέα στην τυροσίνη και την τρυπτοφάνη, αλλά και σε άλλες πρωτεΐνες. Η τυροσίνη συμμετέχει μέσω της φωσφορυλίωσης της, στους μηχανισμούς μετάδοσης των σημάτων στο εσωτερικό των κυττάρων από ένζυμα και ορμόνες και η νίτρωση της καθιστά τα ένζυμα ανενεργά. Επίσης προκαλεί και υπεροξείξωση των λιπιδίων.
Η αυξημένη απόπτωση εξ άλλου των ενδοθηλιακών κυττάρων που μπορεί να έχουμε στο οξειδωτικό στρες, αντικαθιστά μαζικά τα ενδοθηλιακά κύτταρα με νέα, τα οποία έχουν μειωμένη ικανότητα παραγωγής αγγειοδιασταλτικών ουσιών.
Οι αγγειοσυσπαστικές δράσεις μεσολαβούνται από μια σειρά αγγειοσυσπαστικών ουσιών (όπως είναι η ενδοθηλίνη, η αγγειοτενσίνη ΙΙ, η θρομβοξάνη που προωθεί και διαδικασίες θρόμβωσης και άλλες).
Στις αυτορρυθμίσεις αυτές συμμετέχουν πολλοί παράγοντες, πολλοί από τους οποίους δεν έχουν αναγνωρισθεί ακριβώς και εκτυλίσσονται πάνω και σε τοπικές ισορροπίες που δημιουργούνται.
Εκτός από το ΝΟ, ισχυρός αγγειοδιασταλτικός παράγοντας είναι η προστακυκλίνη (προσταγλανδίνη Ι) καθώς και άλλοι παράγοντες. Όταν το ενδοθήλιο είναι υγιές, η παραγωγή προστατευτικών αγγειοδιασταλτικών, αντιθρομβωτικών και αντιαθηρογόνων παραγόντων, υπερισχύει και προστατεύει το ενδοθήλιο.
Με βάση τους μηχανισμούς που έχουν περιγραφεί, θα μπορούσαμε να πούμε ότι το αυξημένο οξειδωτικό στρες ή η μειωμένη δυνατότητα του οργανισμού να το εξουδετερώσει, αποτελεί βασικό παράγοντα της αρτηριακής υπέρτασης, με πρώιμες βλάβες στο ενδοθήλιο και άρα μειωμένη απάντηση στις αγγειοδιασταλτικές δράσεις, πολύ πριν εγκατασταθεί η αυξημένη αρτηριακή πίεση.
Γι αυτό και είναι πολύ σημαντικό να βρίσκονται τα αγγεία σε καλή κατάσταση. Η κατάσταση των αγγείων μας είναι δείκτης της υγείας του οργανισμού και όπως έχει σωστά ειπωθεί δείχνει την πραγματική ηλικία του οργανισμού.
Η συσσώρευση αλλοιώσεων που έχουν σχέση με τον σημερινό τρόπο διατροφής και ζωής, αλλά και το οξειδωτικό στρες και τη φλεγμονή που τη συνοδεύει, αλλοιώνει και την απάντηση τους στη ρύθμιση της πίεσης. Αποτελούν συσσώρευση λαθών που εμποδίζουν την λειτουργία των αυτορρυθμιστικών λειτουργιών για την ρύθμιση της πίεσης.


                                                                                                     Δ. ΠΕΤΡΙΔΗΣ




Δεν υπάρχουν σχόλια: