3.1.12

Ο ΜΑΓΙΑΚΟΦΣΚΙ – ΟΙ ΕΚΔΟΤΙΚΟΙ ΟΙΚΟΙ ΚΑΙ Η ΝΕΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ


Ο Βλαντίμιρ Μαγιακόβσκι και η Λίλια Μπρικ. 
σχολιάζει ο Θανάσης Μπαντές

Ο Μαγιακόφσκι ανήκει στους σπουδαιότερους εκπροσώπους της νέας σοβιετικής λογοτεχνίας. Φουτουριστής ποιητής και πεζογράφος έδωσε το στίγμα της σοβιετικής λογοτεχνίας στον κόσμο και συνέκρινε με θάρρος το δυτικό με το σοβιετικό σύστημα. Το «σύννεφο με παντελόνια» και το «Πώς ανακάλυψα την Αμερική» συγκαταλέγονται πλέον στα κλασικά έργα της παγκόσμιας λογοτεχνίας. Από το 1907 τάχθηκε με το κόμμα των μπολσεβίκων. Η παράνομη δράση του τον οδήγησε το 1909 στη φυλακή, όπου κρατήθηκε για αρκετούς μήνες στην απομόνωση. Την εξορία στη Σιβηρία τη γλίτωσε επειδή ήταν ανήλικος. Ο Οκτωβριανή επανάσταση τον βρήκε στο πλευρό του κόμματος. Όμως πολιτικές και προσωπικές απογοητεύσεις τον οδηγούν στην αυτοκτονία το 1930. Η αυτοκτονία του δημιουργεί παγκόσμιο πάταγο.
 Σχεδόν σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες τυπώνονται και εκδίδονται τα άπαντα του ποιητή, κάτι που όσο ζούσε δεν ήταν και τόσο εύκολο. Μέσα σ’ αυτή την αναμπουμπούλα της μαγιακοφσκικής έξαρσης τυπώνεται και μεταφράζεται σε πάρα πολλές χώρες το βιβλίο «Ερωτικά γράμματα στη Λίλια Μπρικ». Η Μπρικ, που διατηρούσε μια, μάλλον περίπλοκη, ερωτική σχέση με το Μαγιακόφσκι, εκδίδει τις ερωτικές επιστολές που έλαβε απ’ αυτόν και τα κονομάει χοντρά αφού πουλάν σε όλο τον κόσμο.
Το βιβλίο αυτό έχει μεταφραστεί και στα ελληνικά Φυσικά εστιάζει στα ερωτικά γλυκόλογα του ποιητή προς την Μπρικ κι ως εκ τούτου, πέρα από την αίσθηση της κλειδαρότρυπας, δεν έχει κανένα άλλο ενδιαφέρον. Με δεδομένο ότι ο ίδιος ο Μαγιακόφσκι έχει γράψει και την αυτοβιογραφία του, ακόμα και τα ελάχιστα σημεία των επιστολών που θα μπορούσαν να έχουν ενδιαφέρον, γιατί αφορούν το κλίμα της εποχής ή τη στάση και τη δράση του ποιητή στην κοινωνία, απαξιώνονται, αφού τα εξηγεί έτσι κι αλλιώς ο ποιητής αναλυτικότερα. Είχε το δικαίωμα η Μπρικ να εκδώσει τις επιστολές; Δεν υπάρχει ιδιωτική ζωή για τους ποιητές; Ο ίδιος ο ποιητής θα ήθελε να συμβεί αυτό; Γιατί η Μπρικ δεν προσπάθησε να εκδώσει τις επιστολές όσο ο ποιητής ζούσε; Το εκδοτικό ενδιαφέρον είναι πασιφανές αλλά γιατί οι επιστολές έχουν και καλλιτεχνικό ενδιαφέρον; Στο βωμό της τέχνης νομιμοποιούνται τα πάντα; Ο Όργουελ απαγόρευσε στη διαθήκη του κάθε απόπειρα βιογραφίας του. Μήπως η Μπρικ έπρεπε να κρατήσει τις επιστολές για τον εαυτό της;
Φυσικά, αν η Μπρικ είχε έστω έναν ενδοιασμό, οι εκδοτικοί οίκοι δεν είχαν κανένα. Το χρήμα βρωμούσε από χιλιόμετρα και το πράγμα είναι ξεκάθαρο. Ό,τι πουλάει, τυπώνεται. Η λογική του κέρδους είναι απολύτως αποδεκτή, αφού (δεν τρέφουμε αυταπάτες) οι εκδοτικοί οίκοι είναι επιχειρήσεις και ζητάν κέρδος. Όμως, όπως και να το κάνουμε, η λογοτεχνία δεν είναι απορρυπαντικό. Ανήκει στα ευαίσθητα εμπορικά προϊόντα. Χρειάζεται δηλαδή λίγη προσοχή, αφενός γιατί είναι ισχυρός παράγοντας διαμόρφωσης παιδείας και αφετέρου, γιατί είναι πολύ υποκειμενική – κι ως εκ τούτου διαστρεβλώσιμη - η αξία της. Ένα μπλέντερ είναι αντικειμενικά καλό ή κακό ανάλογα με το πόσο θα αντέξει στο χρόνο και πόσο καλά κάνει τη δουλειά του. Το ίδιο και το μίξερ, η τηλεόραση, οι κονσέρβες κτλ. Το έργο τέχνης όμως πώς ξέρουμε αν είναι ποιοτικό; Με τι κριτήρια καθορίζεται η ποιότητά του; Γιατί άλλα αντέχουν στο χρόνο κι άλλα όχι; Τα έργα της νεοελληνικής λογοτεχνίας που εκδίδουν οι οίκοι εδώ και 15 - 20 χρόνια αντέχουν στο χρόνο; Αν όχι γιατί; Οι εκδοτικοί οίκοι δεν έχουν ανθρώπους που κρίνουν τι αξίζει να εκδοθεί και τι όχι; Με τι κριτήρια εκδίδουν σήμερα οι οίκοι τα νέα έργα της εγχώριας λογοτεχνικής παραγωγής;
Η αλήθεια είναι ότι στο βωμό των πωλήσεων η ποιότητα της νεοελληνικής λογοτεχνίας έχει πέσει. Τα τελευταία χρόνια βλέπουμε εκατοντάδες τίτλους νεοελλήνων που είναι κυριολεκτικά για τα σκουπίδια με θεματολογία που αφορά νοικοκυρές που κερατώνουν τους άντρες τους, πλούσιους που δολοπλοκούν στα πολυτελή τους σκάφη, αναπολήσεις παιδικών χρόνων, αναπαραστάσεις ιστορικών εποχών και προσωπικοτήτων, τράπουλες ταρώ και μαγείες και πάει λέγοντας. Κακογραμμένες ιστορίες πέραν κάθε πραγματικότητας με αφύσικους διαλόγους και αστήρικτους χαρακτήρες. Θα έλεγε κανείς ότι η νεοελληνική λογοτεχνία αντιγράφει την κουλτούρα των άθλιων τηλεοπτικών σειρών και κυμαίνεται από τα υψηλής ευτέλειας νεοάρλεκιν ως τα κοινωνικών προεκτάσεων ιντρικαδόρικα και βίαια περιπετειοαισθηματικά τίποτα και τις εξυπνακίστικου χαρακτήρα τσαχπινοτρεντουλιές. Βλέπουμε κείμενα με τόσο επιτηδευμένο – δήθεν ποιητικό - λόγο που γίνονται κωμικά. Κείμενα χωρίς δύναμη και πάθος, χωρίς φυσικότητα, κείμενα ανέραστα, ακούρδιστα, χωρίς κανένα λόγο ύπαρξης. Φτάσαμε να δούμε τη Ροζίτα Σώκου να περιγράφει τη γνωριμία της με το Φραγκούλη. Αυτά τα βιβλία πουλάν και διαμορφώνουν λογοτεχνική άποψη και λογοτεχνικά κριτήρια τόσο στρεβλά που τελικά η απλότητα ενός πραγματικά εμπνευσμένου κειμένου φαίνεται ακατανόητη και ασήμαντη. Δίχως τη γνώση των κλασικών – Τολστόι, Ντοστογιέφσκι κτλ- που λειτουργούσαν και λειτουργούν ως βασικός λογοτεχνικός μπούσουλας, ο αναγνώστης κινδυνεύει να παγιδευτεί στην αντίληψη ότι η λογοτεχνία ταυτίζεται με την επιτήδευση και τις ιστορίες υψηλών τόνων με ανατροπές και τα ρέστα που κινούνται στα απόλυτα χολιγουντιανά πρότυπα.
Ενώ η χώρα μας βρίσκεται μπροστά σε τρομερές εξελίξεις κοινωνικές, πολιτικές, και οικονομικές η λογοτεχνική παραγωγή βρίσκεται εκτός τόπου και χρόνου. Είμαστε στα πρόθυρα της χρεοκοπίας, με τρομερή έξαρση φτώχειας κι εγκληματικότητας, λεηλασίες μαγαζιών, αιματηρές διαδηλώσεις, νεκρούς, ορδές ανέργων, αποκλεισμένες ομάδες και τραγικά αδιέξοδα και η νεοελληνική λογοτεχνία απαντά με σχεδόν αφύσικη απουσία. Φυσικά η λογοτεχνία δεν είναι αναμετάδοση της πραγματικότητας, ούτε δημοσιογραφική περιγραφή αλλά, όπως και να ‘χει, η τέχνη ως έννοια είναι κοντά στην κοινωνία, καθρεφτίζει την κοινωνία ή τουλάχιστον δίνει ένα στίγμα. της κοινωνίας. Ο αξεπέραστος Ντοστογιέφσκι έστρεψε το ενδιαφέρον του στους φτωχούς γιατί εκεί διέκρινε τις πληγές της κοινωνίας. Γιατί αυτό σήμερα είναι τόσο ανάξιο αναφοράς; Οι εκδοτικοί οίκοι καθημερινά παραλαμβάνουν εκατοντάδες χειρόγραφα νέων συγγραφέων – που δεν θα εκδοθούν ποτέ - και τα στοιβάζουν σε σωρούς που φτάνουν μέχρι το ταβάνι. Ένας νέος συγγραφέας για να εκδώσει το έργο του πρέπει να τα σκάσει στους εκδοτικούς οίκους και να υποστεί γελοίους όρους σε βάρος του. Μοιραία η νεοελληνική λογοτεχνία γίνεται τσιφλίκι των εκδοτικών οίκων σε τέτοιο σημείο που τίθεται θέμα σεβασμού στο κοινό. Ο αναγνώστης ας λάβει τα μέτρα του.

                                                    Θανάσης Μπαντές  abbades75@gmail.com

Δεν υπάρχουν σχόλια: