11.4.11

η αναγκη δημιουργιας ιστοριων


Η παρακάτω ανάρτηση σχετίζεται με αυτά που αναπτύχθηκαν και στις αναρτήσεις για τον ανιμισμό κυρίως αλλά και τη μαγεία. Βασίζεται επίσης σε ένα απο τα κεφάλαια του βιβλίου μου, “ο θάνατος, οι θρησκείες και η ιδεολογία του φόβου”, που κυκλοφόρησε απο τις εκδόσεις Πολύτροπον το 2008.

Η ανάγκη να δημιουργούμε ιστορίες προέκυψε απο την ανάγκη να ερμηνεύσουμε αυτό που συμβαίνει γύρω μας ώστε να αντιμετωπίσουμε καλύτερα τις απειλές και να νοιώσουμε ασφαλείς.
Οι απειλές μπορεί να είναι πραγματικές ή φανταστικές, έτσι και οι ιστορίες έχουν μικρότερη ή μεγαλύτερη σχέση με την πραγματικότητα αλλά ο στόχος τους παραμένει ο ίδιος, να νοιώσουμε περισσότερο ασφαλείς.
Η δυνατότητα δημιουργίας ιστοριών προέκυψε απο την εξέλιξη του ανθρώπινου εγκεφάλου που αποτέλεσε ένα τεράστιο εξελικτικό πλεονέκτημα για να μπορέσουν να επικρατήσουν στους ανταγωνιστές τους. Η δημιουργία ιστοριών υποστηρίζεται από τον εγκεφαλικό φλοιό στο αριστερό ημισφαίριο, που χρησιμοποιεί γι’ αυτό τη γλώσσα, οργανώνει πεποιθήσεις και αποδίδει προθέσεις στους ανθρώπους.
Ο M. Gazzaniga έκανε πειράματα την δεκαετία του 60 (περιγράφονται στο ’νου της φύσης’του M. Gazzaniga, εκδ. Λέξημα) με ασθενείς στους οποίους είχε γίνει χειρουργικός διαχωρισμός των δύο εγκεφαλικών ημισφαιρίων με διατομή του μεσολοβίου. Το μεσολόβιο είναι ένας μεγάλος σύνδεσμος νευρικών ινών που συνδέει τα δύο εγκεφαλικά ημισφαίρια. Οι εγχειρήσεις αυτές γίνονταν σε βαριές μορφές επιληψίας που δεν μπορούσαν να αντιμετωπισθούν με διαφορετικό τρόπο. Αυτοί δεν είχαν κατά τα άλλα κάποιες επιπτώσεις στο επίπεδο της νόησης ή της αντίληψης τους.
Αυτό που έκανε ο Gazzaniga ήταν να δίνει οπτικά ερεθίσματα, εικόνες, με τέτοιο τρόπο, απομονώνοντας τα οπτικά τους πεδία, ώστε να προσλαμβάνονται μόνο από το ένα εγκεφαλικό ημισφαίριο, το αριστερό ή το δεξιό, για να μελετήσει πως ερμήνευαν τα ερεθίσματα το κάθε ημισφαίριο, όντας απομονωμένο το ένα από το άλλο, σε άτομα με το κέντρο της γλώσσας στο αριστερό ημισφαίριο. Είναι κατανοητό ότι υπό κανονικές συνθήκες, όταν τα ερεθίσματα δεν προσλαμβάνονταν διαχωρισμένα αλλά και από τα δύο ημισφαίρια το αποτέλεσμα δεν διέφερε από ένα μη διαχωρισμένο εγκέφαλο. Αυτό που διαπίστωσε ήταν ότι όταν οι εικόνες προσλαμβάνονταν μόνο στο δεξιό ημισφαίριο, δημιουργούσαν ανάλογα συναισθήματα, για παράδειγμα ανησυχία αν ήταν εικόνες που είχαν βία, αλλά δεν μπορούσαν να ερμηνευθούν, μένανε ασύνδετες. Ένα ακαθόριστο αίσθημα ανησυχίας χωρίς εξήγηση. Επίσης απαντούσαν σε εντολές, πχ περπάτησε, αλλά όταν τους ρωτούσανε γιατί το κάνουν ή γιατί είναι ανήσυχοι, δεν μπορούσαν να το προσδιορίσουν και έδιναν μια άσχετη ερμηνεία. Το αριστερό ημισφαίριο στην προκειμένη περίπτωση, χωρίς να έχει υπ’ όψη του το συγκεκριμένο ερέθισμα που προκάλεσε την ανησυχία ή το γιατί σηκώθηκε και περπατάει,
θεώρησε υποχρέωση του να δώσει μια ερμηνεία γι’ αυτό που έβλεπε να γινόταν. Αντίθετα όταν τα ερεθίσματα προσλαμβάνονταν από το αριστερό ημισφαίριο, ερμηνεύονταν ή φτιαχνόταν μια ιστορία που να ενοποιεί διαφορετικές εικόνες ή ερεθίσματα.
Έτσι αυτό που προέκυψε από αυτά τα πειράματα, εκτός των άλλων, είναι ότι η δυνατότητα δημιουργίας ιστοριών, ενοποίησης των παραστάσεων σε ένα νόημα, βρίσκεται στο αριστερό ημισφαίριο.
Μετά από αυτή τη μικρή παρένθεση, ας ξαναγυρίσουμε στην ανάγκη της δημιουργίας ιστοριών. Ένα πρώτο μεγάλο βήμα ήταν η κατανόηση των αιτιακών σχέσεων που αφορούν τις πράξεις μας σε σχέση με τις προθέσεις μας. Δηλαδή κάθε πράξη μας είναι αποτέλεσμα μιας συνειδητής δράσης, μιας πρόθεσης δηλαδή για μια ενέργεια, την οποίαν έχουμε σκεφθεί από πριν. Αυτές οι παρατηρήσεις που αφορούν τον εαυτό αποτελούν τη βάση για οποιαδήποτε άλλη γνώση. Η παρατήρηση του έξω κόσμου άρχισε να γίνεται με τους όρους που βλέπουμε να ισχύουν για τον εαυτό μας, δεν υπήρχε άλλη δυνατότητα. Γι αυτό και οι πρώτες προσεγγίσεις του έξω κόσμου είναι στενά εγωκεντρικές, όπως γίνεται εξάλλου και στα παιδιά. Λειτουργώντας μέσα σε μια ομάδα ή στην επαφή του με τους άλλους ανθρώπους, έμαθε να ερμηνεύει με τον ίδιο τρόπο τις προθέσεις των άλλων. Αν έχουν φιλικές ή εχθρικές διαθέσεις ή αν θέλουν να τον ξεγελάσουν για να του κάνουν κακό, αντίστοιχα όπως ο ίδιος σκεφτόταν για τους άλλους. Έτσι έμαθε να βγάζει συμπεράσματα για τους άλλους και το περιβάλλον με βάση τις πεποιθήσεις που σχημάτισε στο χώρο της άμεσης συνειδητότητας του, δηλαδή τον εαυτό του.
Η κατανόηση αυτών των σχέσεων, των συσχετισμών ανάμεσα στα πράγματα, τον έκανε να την γενικεύσει και στη φύση, να την εφαρμόζει παντού. Δημιούργησε τον τρόπο σκέψης που ψάχνει να βρει αιτίες πίσω από τις πράξεις, όπως είναι και οι προθέσεις για τις δικές του πράξεις. Εκεί που δεν τις ήξερε, τις υπέθετε ή δημιουργούσε ιστορίες για να καλύψει το κενό. Από τη στιγμή που έδινε μια εξήγηση αισθανόταν πιο ασφαλής, όπως συνέβαινε και όταν ερμήνευε τις προθέσεις των συνανθρώπων του.
Αυτή ήταν μία μακρόχρονη εξέλιξη, που πέρασε από πολλά στάδια. Η ανάγκη να δοθούν ερμηνείες, να γίνει η όσο το δυνατόν καλύτερη διερεύνηση, αφορά κατ' αρχήν αυτά απο τα οποία εξαρτάται άμεσα η επιβίωση του. Γι αυτά που ένοιωθε ότι δεν κινδυνεύει ή δεν τον αφορούν άμεσα, η προσέγγιση έπαιρνε άλλο χαρακτήρα. Εξάλλου και οι πρώτες κατηγοριοποιήσεις γίνανε για τα πράγματα που τον αφορούν άμεσα, ποιοι είναι οι δικοί μας και ποιοι είναι οι εχθροί, τι τρώγεται και τι όχι, άνδρας γυναίκα κλπ. Σχετικό μ’ αυτό είναι και το ότι οι άνθρωποι έχουν την τάση να απλοποιούν τα πράγματα σε αντιτιθέμενα ζεύγη όπως έχει επισημάνει και ο εθνολόγος Κλωντ Λεβί- Στρως μελετώντας τους μύθους των διαφόρων λαών. Καλό-κακό, εχθροί-φίλοι, κόλαση-παράδεισος, μαύρο-άσπρο κλπ. Αυτό είναι κάτι που διευκολύνει σε ένα στάδιο να ξεχωρίζεις τους εχθρούς από τους φίλους, ήταν χρήσιμο εξελικτικά, αλλά αντιστοιχεί στην παιδική ηλικία της ανθρωπότητας και φυσικά δεν αρκεί για να ερμηνεύσει την πραγματικότητα. Επειδή όμως έχουνε γίνει εγγραφές πολλών χιλιάδων χρόνων με βάση αυτά τα σχήματα, συνεχίζουν να καθορίζουν τον τρόπο σκέψης μας.
Από τότε που το ανθρώπινο είδος επικράτησε απόλυτα, ο ανταγωνισμός για τους διαθέσιμους πόρους, πήρε ενδοειδικό χαρακτήρα, μεταξύ δηλαδή των ανθρώπων. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα, όπως είναι φανερό, τις συνεχείς διαμάχες και σφαγές μεταξύ τους, αλλά ταυτόχρονα ήταν και κίνητρο ανάπτυξης. Η επικράτηση απαιτούσε ανάπτυξη ικανοτήτων και δεξιοτήτων, που όποιες από αυτές δημιουργούσαν συγκριτικό πλεονέκτημα επικρατούσαν. Ο ανταγωνισμός υπήρξε και μέσα στις ομάδες. Μέσα στην ομάδα όμως υπήρχαν ισχυρές επιταγές για καταστολή της βίαιης συμπεριφοράς μεταξύ των μελών της ομάδας, που αυτό οδηγούσε αυτόν τον ανταγωνισμό μέσα στην ομάδα στο να πάρει διαφορετικά χαρακτηριστικά, να ακολουθήσει διαφορετικούς δρόμους. Ο ανταγωνισμός για την επικράτηση του ενός απέναντι στους άλλους οδήγησε στην ανάπτυξη της λογικής, της τεχνικής, των επιστημών κτλ. Δυνατότητες που δεν θα μπορούσαν να εξηγηθούν από την απλή κάλυψη των αναγκών για τροφή και σεξ ή των αναγκών της στοιχειώδους ασφάλειας. Η ανάπτυξη της λογικής, της αφηρημένης σκέψης και της γλώσσας, άνοιξε τις δυνατότητες σε ένα καινούργιο πεδίο. Αυτό τους έδωσε μια νέα αίσθηση δύναμης και διάθεσης για επέκταση και κυριαρχία. Η φύση οργανώθηκε σύμφωνα με τα πρότυπα που δημιουργήθηκαν από την ανάπτυξη της λογικής, κατηγοριοποιήθηκε και καταχτήθηκε. Όλες αυτές οι αλλαγές σημαίνουν καταστροφές αλλά και δημιουργία. Η δημιουργία των κοινωνιών, που μέσω αυτών οι άνθρωποι μπόρεσαν και είχαν όλες αυτές τις κατακτήσεις, δυνάμωνε ταυτόχρονα τα αισθήματα για το όφελος της συνεργασίας σε βάρος της καταστροφής των άλλων.

Στη δημιουργία ιστοριών υπάρχει και ένα θέμα αδράνειας της σκέψης, ιδιαίτερα αν κάποια εξήγηση μας αρκεί για να αισθανόμαστε ασφαλείς. Για παράδειγμα είναι πιο εύκολο να φτιάχνεις διάφορες ιστορίες που δεν χρειάζονται πολύ κόπο, για να δίνεις εξήγηση στα γεγονότα, από το να ψάχνεις πιο κοπιαστικά να βρεις τις αιτίες, ειδικά εκεί που δεν υπάρχει κάποια ιδιαίτερη ανάγκη ή κίνδυνος. Ας πούμε για την βροχή, βλέπεις ότι τη φέρνουν τα σύννεφα. Και τα σύννεφα πως δημιουργούνται; Μπορείς να πεις ότι τα δημιουργεί κάποιος θεός και ξεμπερδεύεις. Το ίδιο με τον κεραυνό ή τους σεισμούς για παράδειγμα. Η άλλη επιλογή είναι να ψάξεις περισσότερο, να κάνεις παρατηρήσεις, να διατυπώσεις ίσως κάποιες υποθέσεις που θα προσπαθήσεις να τις επιβεβαιώσεις. Είναι πιο κοπιαστικό, πρέπει να δουλέψουν πολύ περισσότερα ας πούμε νευρωνικά δίκτυα και μπορεί να αργήσεις ή και να μη μπορέσεις να δώσεις ποτέ απάντηση. Αν δεν δώσεις όμως απάντηση δεν νοιώθεις ασφαλής. Οπότε βολεύεσαι με τον Θεό ή με εύκολες μυθολογικές εξηγήσεις και είσαι ικανοποιημένος. Μ’ αυτή την έννοια η μυθολογική ερμηνεία ή η απόδοση του άγνωστου σε κάποιον θεό είναι η εύκολη, η βολική λύση. Δεν καθόμαστε να πολυσκοτιστούμε.
Η ανάπτυξη της επιστήμης, παρ’ όλο που και αυτή δεν είναι τελείως απαλλαγμένη από τρόπους σκέψης αυτού του είδους, απέδειξε ότι ο κόπος σ’ αυτή την κατεύθυνση, το να μην ικανοποιείται ο άνθρωπος με τις εύκολες λύσεις απέδωσε καρπούς. Αντιπροσωπεύει έτσι η επιστήμη την προσπάθεια ενηλικίωσης του ανθρώπου. Από την άλλη, οι εξ αποκαλύψεως λεγόμενες θρησκείες, όπου η αλήθεια τους προέρχεται από τον ουρανό, επικροτούν ουσιαστικά τη λογική της άγνοιας. Θεωρούν μέγιστη αρετή να ικανοποιούμαστε χωρίς να κατανοούμε. Ότι δεν γνωρίζουμε το αποδίδουμε στη θεία βούληση και τελειώνουμε. Όσο περισσότερες περιοχές άγνοιας υπάρχουν τόσο το καλύτερο επειδή όσο μεγαλύτερη είναι η περιοχή της άγνοιας τόσο περισσότερος χώρος υπάρχει για τη θεία βούληση και τις εξ αποκαλύψεως αλήθειες. Και αυτό δεν έχει σχέση με το πόσα μπορεί να κατανοήσει ο άνθρωπος και ότι πάντα θα υπάρχουν πράγματα που θα παραμένουν άγνωστα. Ο άνθρωπος εξάλλου σαν αποτέλεσμα, προϊόν της εξέλιξης, διαμορφώθηκε με βάση τις ανάγκες προσαρμογής του και του ανταγωνισμού με άλλα είδη. Δεν είναι δηλαδή κάποιο "τέλειο" ον, είναι ένα ον σε εξέλιξη, με νευρωνικά κυκλώματα αλληλεπίδρασης με το περιβάλλον που συνεχώς δοκιμάζονται με τη μέθοδο του "σωστού" και του "λάθους", πάλι από τη σκοπιά της αποτελεσματικότερης προσαρμογής. Διαμόρφωσε όμως μια εξελιγμένη συνείδηση που του δίνει τη δυνατότητα να αναπτύσσεται. Πόσο; Αυτό θα το δείξει η συνεχής προσπάθεια για γνώση.
Μια αιτία δημιουργίας ιστοριών είναι και η ανάγκη ερμηνείας του ίδιου του πεπρωμένου του ανθρώπου. Ο άνθρωπος γεννιέται και φεύγει κατά τον ίδιο τρόπο που γεννήθηκαν και έφυγαν ένας τεράστιος αριθμός ανθρώπων πριν απ’ αυτόν και θα επαναληφθεί αυτό και στο μέλλον, με παρόμοιο τρόπο που βλέπει να γίνεται και σε όλη την υπόλοιπη φύση με τα ζώα που παρατηρούσε, τα λουλούδια, τα φυτά. Ζούσε μια ζωή που εξαρτιόταν σε μεγάλο βαθμό από το τυχαίο, το απρόβλεπτο, το ανεξέλεγκτο, ήταν έρμαιο στα στοιχεία της φύσης, δρούσε σ’ ένα περιβάλλον ρευστό, υπόφερε από αρρώστιες, πονούσε και στο τέλος πέθαινε. Ήταν δηλαδή κάτι που σε τελική ανάλυση δεν είχε νόημα και έπρεπε να του δώσει ένα νόημα. Η δράση σε ένα τέτοιο ρευστό περιβάλλον αλλά και η ερμηνεία του θανάτου, χρειάζονται ισχυρές βεβαιότητες. Βεβαιότητες που θα εξηγούν το πριν, το τώρα και το μετά. Οι άνθρωποι χρειάζονται συνολικές απαντήσεις για να νοιώθουν ασφαλείς, να καταλαγιάζει η αγωνία τους. Είναι γνωστό ότι η γνώση, είτε πραγματική είτε όχι, αν νοιώθουμε ότι μας ικανοποιεί, νικάει το φόβο. Η ανάγκη για συνολικές ερμηνείες, θρησκείες, κοσμοθεωρίες κλπ, σωτηριολογικού περιεχομένου όπου ο άνθρωπος εντάσσει τον εαυτό του μέσα σ’ αυτό το γενικότερο σχέδιο, τον βοηθάει να νικάει τους φόβους του και πρώτα και κύρια το φόβο του θανάτου και να δώσει ένα νόημα σε μια ζωή που αλλιώς του φαίνεται χωρίς κανένα νόημα.
Μια μεγάλη ομάδα ιστοριών αφορούσε το πεπρωμένο της ομάδας στην οποία ήταν ενταγμένο το κάθε άτομο. Όσο πιο πίσω πάμε στην κοινωνική εξέλιξη τόσο πιο πολύ το πεπρωμένο του ατόμου ήταν ταυτισμένο με το πεπρωμένο της ομάδας. Σε μια αρχική φάση μόνο έτσι μπορούσε να επιβιώσει απέναντι στους κινδύνους που τον περιέβαλαν. Στη συνέχεια όταν επεκράτησε το ανθρώπινο είδος απόλυτα, ο περιορισμός των υφιστάμενων πόρων για την επιβίωση, τον οδηγούσε στην διαμάχη μέσα στο ανθρώπινο είδος, όπου η ταύτιση με το πεπρωμένο της ομάδας ήταν και πάλι αναγκαία στη διαμάχη της με τις άλλες ομάδες. Για να ενισχυθεί το κύρος της ομάδας, άρα και η συνοχή της, δημιουργούνται οι αρχέγονοι μύθοι για την καταγωγή της ομάδας από κάποιους ήρωες που παίρνουν θεϊκό περιεχόμενο. Πιθανόν σε αρκετές περιπτώσεις αυτοί οι αρχέγονοι μύθοι να έχουν κάποια σχέση με την αμυδρή ανάπλαση παλαιότερων γεγονότων. Αυτό όμως που έχει σημασία είναι η μυθοπλαστική ανάπλαση με έντονο το ηρωικό και θεϊκό στοιχείο. Μ’ αυτό τον τρόπο εξυψωνόταν η ομάδα σε σχέση με τις άλλες ομάδες, ικανοποιούνταν η ανάγκη του κάθε ατόμου δείχνοντας του ποιο είναι το πεπρωμένο του και ταυτόχρονα εξυψώνονταν το κύρος των αρχηγών της ομάδας οι οποίοι συνήθως φρόντιζαν να παρουσιάζονται σαν απ’ ευθείας απόγονοι των αρχέγονων ηρώων ή θεών ή έστω σαν αντιπρόσωποί τους στη γη. Σε πολυάνθρωπα δεσποτικά καθεστώτα συχνά αναβαθμίζονταν σε κανονικό θεό ή κάποιον συγγενή του, γιο ή κάτι τέτοιο.
Ο Ζακ Μονό στο "τύχη και αναγκαιότητα" (εκδ. Ρέππα) λέει ότι την ίδια μορφή με τους αρχέγονους μύθους για την καταγωγή των ομάδων, φυλών, λαών, έχουν και όλες σχεδόν οι μεγάλες θρησκείες. Όλες έχουν έναν αρχικό ιδρυτή, έναν αρχικό ήρωα που είτε είναι θεός ο ίδιος είτε μιλάει εξ ονόματος του, που δίνει ένα συνολικό σχέδιο για το πεπρωμένο του ανθρώπου, για το πριν, το τώρα και το μετά. Η βεβαιότητα που προσφέρουν είναι ότι αποδεχόμενος ο άνθρωπος αυτό το σχέδιο θα σωθεί. Και ταυτόχρονα του δίνει τις βεβαιότητες που του χρειάζονται για να λειτουργήσει μέσα σε ένα απρόβλεπτο, ανεξήγητο και αντίξοο περιβάλλον.
Αυτού του είδους οι άκαμπτες ερμηνείες είναι φυσικό να έρχονται σε σύγκρουση με το αντικειμενικό γίγνεσθαι, που είναι ένας συνδυασμός της αναγκαιότητας και του τυχαίου. Παρ’ όλα αυτά συνήθως οι άνθρωποι δεν πτοούνται. Μάλιστα σε πολλές περιπτώσεις όσο μεγαλύτερη είναι αυτή η σύγκρουση με την πραγματικότητα τόσο πιο δυνατοί αισθάνονται. Είναι εντυπωσιακή η ανθρώπινη τάση να εμμένουμε στις απόψεις μας ακόμη και όταν τα εμπειρικά δεδομένα δεν τις υποστηρίζουν. Ή να δίνουμε μεγαλύτερη βάση σε εκείνα τα δεδομένα που είναι σύμφωνα με τις απόψεις μας κλπ. Όλα αυτά βέβαια εξηγούνται και από την προσπάθεια προάσπισης του εαυτού, που όταν όμως δεν κάνει εμπεριστατωμένη εκτίμηση των εμπειρικών δεδομένων, μακροπρόθεσμα βλάπτεται. Είναι δηλαδή μια προάσπιση του εαυτού με κοντινό ορίζοντα.
Αυτό που αναδεικνύεται στα πλαίσια των άκαμπτων ερμηνειών, είναι η υποβάθμιση της γνώσης. Η αλήθεια ταυτίζεται με την αποδοχή αυτού του συνολικού σχεδίου. Κάθε γνώση που δεν επιβεβαιώνει αυτό το σχέδιο θεωρείται βέβηλη.
Στις περισσότερες βέβαια περιπτώσεις είναι η ασφάλεια που μας παρέχουν οι ψευδαισθήσεις. Χρειαζόμαστε συνήθως σταθερά σημεία αναφοράς για να νοιώθουμε ασφαλείς άσχετα αν αυτή η ασφάλεια αγοράστηκε σε πολλές περιπτώσεις με αντίτιμο την ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας και την υποβάθμιση της γνώσης του αντικειμενικού γίγνεσθαι. Βολευόμαστε στις βεβαιότητες που έχουμε δημιουργήσει, στραγγαλίζοντας συχνά τη σκέψη και την ύπαρξη μας. Η γνώση γκρεμίζοντας μύθους και ψεύτικες βεβαιότητες αποτελεί και ένα ξεβόλεμα που αναγκάζει σε κίνηση, σε περιπέτεια και αβεβαιότητα. Όπως όμως έχει πει κάποιος, είναι καλύτερα να βλέπει κανείς ακόμη κι αν το να βλέπει πονάει.
Εκτός από τις θρησκείες, που με διαφορετικές διαβαθμίσεις και σε διαφορετικές εποχές έχουν έναν άκαμπτο χαρακτήρα δογμάτων που με ένα μυθολογικό τρόπο δίνουν μια εξήγηση των πάντων, όλα τα μεγάλα φιλοσοφικά συστήματα επίσης, προσπάθησαν να δώσουν μια εξήγηση, όχι βέβαια σε μυθολογική βάση, αλλά που περιλαμβάνει τα πάντα και προδιαγράφει το πεπρωμένο του ανθρώπου και των ανθρώπινων κοινωνιών. Ο Πλάτωνας, ο Χέγκελ, ο Μαρξ, είναι παραδείγματα φιλοσόφων που στις κοσμοθεωρίες που δημιούργησαν, οι νόμοι της ιστορίας είναι λίγο πολύ αδήριτοι, παρ’ όλα τα σκαμπανεβάσματα που μπορεί να υπάρχουν και έχουν μια γενικά ευνοϊκή εξέλιξη, οδηγώντας σε μια συγκεκριμένη προοπτική, ένα πεπρωμένο. Παίρνουν δηλαδή τη μορφή ενός απαρέγκλιτου σωτηριολογικού σχεδίου. Επειδή όμως το αντικειμενικό γίγνεσθαι, είναι ένας συνδυασμός της αναγκαιότητας και του τυχαίου, της αιτιοκρατίας και του απρόβλεπτου, η εξέλιξη, πολύ περισσότερο όσον αφορά την ανθρώπινη κοινωνία, παίρνει έναν μη προβλέψιμο χαρακτήρα. Έτσι η προσπάθεια να ελέγξεις ολοκληρωτικά την εξέλιξη σε φέρνει σε σύγκρουση με αυτό το γίγνεσθαι. Παρ’ όλο που ο Μαρξισμός ξεκίνησε σαν προσπάθεια επιστημονικής ερμηνείας της ιστορίας, αποτινάζοντας κάθε μύθο που είχε σωρευτεί πάνω της, κάτι ανάλογο που προσπάθησε να κάνει ο Διαφωτισμός με την μέχρι τότε γνώση, το ξεκαθάρισμα της δηλαδή από τους μύθους που είχαν σωρευθεί, δεν απόφυγε την μετατροπή του σε τέτοιο σωτηριολογικό σχέδιο με την δημιουργία καινούργιων μύθων.
Από την άλλη η έλλειψη μιας ολοκληρωτικής εξήγησης του ανθρώπινου πεπρωμένου αφήνει τον άνθρωπο σε αγωνία. Έτσι εξηγείται που ενώ η καλυτέρευση της ζωής των ανθρώπων, των κοινωνιών, γίνεται λόγω της επιστημονικής γνώσης, ιδιαίτερα τους ένα με δύο τελευταίους αιώνες το βλέπουμε αυτό, η πλειοψηφία των ανθρώπων ουσιαστικά δεν την αποδέχεται.

Ο μυθολογικός τρόπος προσέγγισης της πραγματικότητας, οι απλουστευτικές ερμηνείες, τα πατερναλιστικά πρότυπα διαπαιδαγώγησης μέσω της τιμωρίας και του φόβου και η εξουσία που αυτά συνεπάγονται, προσιδιάζουν σ’ αυτό που είπαμε πριν, σε ένα παιδικό στάδιο ανάπτυξης της ανθρωπότητας και μάλιστα στρεβλωμένης σύμφωνα με τις σημερινές αντιλήψεις. Τα παιδιά γενικά είναι πιο εύπιστα. Πρέπει να υπακούουν στις εντολές των μεγαλύτερων χωρίς να ρωτάνε τι και πως. Αυτό έχει προφανώς και μια εξελικτική βάση και μ’ αυτή την έννοια μια πρόνοια, ώστε να προστατευθούν από λάθη λόγω της άγνοιας. Εξ άλλου η παιδική ηλικία στον άνθρωπο είναι πολύ πιο παρατεταμένη απ’ ότι και στα πιο συγγενικά του θηλαστικά. Ο λόγος είναι ότι πρέπει να μεταβιβασθεί πολύ μεγαλύτερος όγκος γνώσεων από γενιά σε γενιά, απ’ ότι στα άλλα θηλαστικά. Για μεγαλύτερο διάστημα πρέπει να υπακούει και άρα να εντυπώνει τους κοινωνικούς κανόνες. Γενικά αυτή η παράταση της παιδικής ηλικίας του ανθρώπου σε πνευματικό επίπεδο, εξηγεί ίσως, ως ένα βαθμό πάντα, την ευπιστία των ανθρώπων και το ότι οδηγούνται πολύ εύκολα στο να κάνουν πράγματα ενάντια στο ατομικό τους συμφέρον.
                                                                                 Δ. ΠΕΤΡΙΔΗΣ



Δεν υπάρχουν σχόλια: