1.9.11

η αυχεναλγια και η αρτηριακη πιεση


Η αιφνίδια πολύ ισχυρή αυχεναλγία, που περιγράφεται σαν “τσεκουριά στον αυχένα” ή "κεραυνός εν αιθρία”που συνοδεύεται συνήθως με εμετό, αυχενική δυσκαμψία, φωτοφοβία και σε βαρύτερες περιπτώσεις με διαταραχές της όρασης, της ομιλίας ή και με κώμα, αποτελεί μια όχι πολύ συχνή αλλά πολύ σοβαρή κατάσταση που είναι αποτέλεσμα εγκεφαλικής αιμορραγίας από ρήξη κάποιου εγκεφαλικού ανευρύσματος. Δεν θα αναφερθούμε σ' αυτή την πολύ σοβαρή διαταραχή αλλά σε μια πολύ πιο συχνή κατάσταση, τη συνήθη αυχεναλγία που συχνά συνοδεύεται και από μια μικρή σχετικά άνοδο της αρτηριακής πίεσης.
Είναι παρατηρημένο ότι πολλές φορές, όταν έχουμε μια απότομη ένταση, ιδίως αν προϋπάρχει ευαισθησία στην περιοχή του αυχένα, τότε νοιώθουμε ένα τράβηγμα στη βάση του αυχένα που συνοδεύεται από εγκατάσταση πονοκεφάλου ή την αύξηση του.
Σ’ αυτές τις περιπτώσεις συνήθως ανεβαίνει και η πίεση. Εξάλλου πολλοί υπερτασικοί λένε ότι νοιώθουν την άνοδο της πίεσης τους με την αίσθηση του πόνου στον αυχένα. Και θεωρούν ότι η άνοδος της πίεσης τους έχει σαν αποτέλεσμα αυτόν τον πονοκέφαλο αν και συνήθως σε αυτές τις περιπτώσεις δεν έχουμε σημαντική αύξηση της πίεσης. Μάλλον όμως η διαδικασία είναι αντίστροφη ή εν πάση περιπτώσει είναι αμφίδρομη.
Οι μύες του αυχένα είναι γνωστό ότι είναι από αυτούς που συσπώνται έντονα όταν υπάρχει ένταση στο σώμα. Επίσης βρίσκονται σε σύσπαση συχνά λόγω της θέσης του σώματος. Αυτό μπορεί να επιδεινωθεί από διάφορες καταστάσεις,
από ρεύματα αέρα, από χρόνιες αλλοιώσεις στην περιοχή της αυχενικής μοίρας της σπονδυλικής στήλης, από χρόνιες λοιμώξεις στην περιοχή των ιγμόρειων κτλ. Η παραγωγή παραγόντων φλεγμονής, οι οποίοι έχουν πάντα και αγγειοκινητική δράση, επηρεάζει τις σπονδυλικές αρτηρίες που περνάνε από κει. Αυτές αιματώνουν το πίσω και κάτω μέρος των δομών του εγκεφάλου, τη γέφυρα, το στέλεχος καθώς και τμήματα της σκληράς μήνιγγας που περιβάλλει τον νωτιαίο μυελό και αυτές τις δομές και βρίσκεται σε συνέχεια με τις περιτονίες των μυών του αυχένα. Η ευαισθησία αυτών των περιτονιών, που μπορεί να επηρεάζουν και τη σκληρά μήνιγγα, είναι από ότι φαίνεται η αιτία της αυχενικής κεφαλαλγίας που έχουμε σε αυτές τις περιπτώσεις ως αποτέλεσμα των φλεγμονωδών, αγγειοκινητικών παραγόντων που είναι αυξημένες στην περιοχή σε αυτές τις περιπτώσεις. Η επίδραση που γίνεται σε αυτή την περίπτωση στο σπονδυλοβασικό αγγειακό σύστημα, επηρεάζει ίσως τα αγγειοκινητικά κέντρα ρύθμισης της πίεσης που βρίσκονται στην περιοχή του προμήκη στο εγκεφαλικό στέλεχος. Παλαιότερα πειράματα εξ άλλου είχαν δείξει σχέση της αρτηριακής πίεσης με τη συμπίεση της αριστερής πλάγιας χώρας του προμήκη από αγγειακά στελέχη της περιοχής.
Μια ψυχική ένταση που σε άλλες περιπτώσεις δεν θα επηρέαζε σημαντικά τον τόνο των αγγείων, τώρα μπορεί να κάνει σοβαρές μεταβολές και να ανεβάσει την πίεση. Το ίδιο γίνεται με το κάπνισμα που επηρεάζει περισσότερο τον τόνο των αγγείων, όταν αυτά είναι ήδη ευαίσθητα από την έκκριση φλεγμονωδών αγγειοκινητικών παραγόντων, που σε αυτές τις περιπτώσεις επιδεινώνει την κεφαλαλγία.
Τα αντιφλεγμονώδη φάρμακα έχουν καλά αποτελέσματα σ’ αυτές τις περιπτώσεις. Έχουν όμως το μειονέκτημα ότι αναστέλλοντας τις προσταγλανδίνες που είναι ουσίες που παράγονται στη φλεγμονή και την προωθούν, έχουν την τάση να ανεβάζουν την αρτηριακή πίεση ειδικά όταν γίνεται κατάχρηση τους, μιας και οι προσταγλανδίνες είναι αγγειοδιασταλτικές ουσίες, πέρα από τις άλλες παρενέργειες που τα αντιφλεγμονώδη μπορεί να έχουν στο στομάχι, τους νεφρούς κλπ.
Με άλλα αναλγητικά φάρμακα, όπως την παρακεταμόλη για παράδειγμα ή τα μυοχαλαρωτικά, μπορεί να έχουμε παρόμοιο αποτέλεσμα λόγω της χαλάρωσης που επιτυγχάνεται στους μύες της περιοχής και άρα στην πίεση πάνω στα αγγεία, τις περιτονίες και τις μήνιγγες.
Καλά αποτελέσματα έχουμε σε αυτές τις περιπτώσεις και με ασκήσεις χαλάρωσης του αυχένα. Μία θέση χαλάρωσης του αυχένα είναι η στήριξη του κεφαλιού στη βάση του αυχένα, εκεί που ενώνεται ο αυχένας με την ινιακή περιοχή του κρανίου. Επίσης ελαφρές μαλάξεις χαλάρωσης στην περιοχή ανακουφίζουν από τον πόνο.
Γενικά θα λέγαμε ότι η σωστή φυσιοθεραπεία στην περιοχή του αυχένα, η χαλάρωση στη βάση του κρανίου και κυρίως η τακτική σωματική άσκηση, βοηθούν αποτελεσματικά τόσο στην κεφαλαλγία που ξεκινάει από αυτή την περιοχή, όσο και στην υποχώρηση της αρτηριακής πίεσης.
Συχνά αιτία της αυχεναλγίας είναι οι κήλες των μεσοσπονδυλίων δίσκων της αυχενικής μοίρας, οι οποίες μπορούν να προκαλέσουν ποικίλα συμπτώματα, όπως αυχεναλγία, αιμωδίες στα άνω άκρα ή και ίλιγγο. Ο ίλιγγος μπορεί να εξηγηθεί από το ότι η λαβυρινθική αρτηρία που αιματώνει τον λαβύρινθο, ένα όργανο στο έσω ους(αυτί), που παίζει βασικό ρόλο στην αίσθηση της ισορροπίας του σώματος, είναι κλάδος της βασικής αρτηρίας που προκύπτει από την ένωση των σπονδυλικών αρτηριών. Έτσι μια διαταραχή της αιμάτωσης του λαβυρίνθου μπορεί να προκαλέσει ίλιγγο.
Μια χρόνια δυσλειτουργία της περιοχής του αυχένα έχουμε και όταν υπάρχει μια χρόνια φλεγμονή των παραρρίνιων κόλπων. Η κεφαλαλγία που συνοδεύει συχνά τις εξάρσεις της χρόνιας παραρρινοκολπίτιδας, έχει κατά πάσα πιθανότητα και αυτή σχέση με την υπερέκκριση παραγόντων φλεγμονής στην περιοχή με αποτέλεσμα την ευαισθησία του τόνου των αγγείων. Η κεφαλαλγία μπορεί έτσι να πάρει χαρακτηριστικά αγγειοκινητικής κεφαλαλγίας.
Η σχέση με τον αυχένα βρίσκεται στο ότι η παροχέτευση της λέμφου από τα ιγμόρεια γίνεται στους λεμφαδένες που βρίσκονται στην αυχενική μοίρα της σπονδυλικής στήλης, είτε απ’ ευθείας είτε μέσω της άνω και της κάτω γνάθου(είναι αρκετά σταθερό σύμπτωμα σε αυτές τις περιπτώσεις η ευαισθησία των δοντιών κυρίως της άνω γνάθου αλλά και της κάτω). Κατά παρόμοιο τρόπο μπορεί να ερεθίζονται περιτονίες στη βάση του κρανίου που μεταδίδουν τον ερεθισμό στον αυχένα. Πράγματι είναι πολύ συχνό το φαινόμενο όταν υπάρχει φλεγμονή στα ιγμόρεια να είναι ιδιαίτερα ευαίσθητος και ο αυχένας. Το ίδιο ευαίσθητη σε αυτές τις περιπτώσεις γίνεται και η περιοχή του φάρυγγα. Επίσης επειδή τα ιγμόρεια γειτνιάζουν με το μέσο ους μπορούν να μεταδώσουν τη φλεγμονή και να προκαλέσουν ωτίτιδα.
Λόγω των παραγόντων φλεγμονής που εκκρίνονται συνυπάρχει συχνά και ένα διάχυτο αίσθημα κούρασης και δυσθυμίας. Οι παράγοντες φλεγμονής μπορεί να δρουν τοπικά όταν η φλεγμονή μπορεί και περιορίζεται από τους παράγοντες άμυνας του οργανισμού ή δρουν σε όλο το σώμα όταν ξεφύγει από τον τοπικό έλεγχο.
Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις, επειδή πρόκειται για διαδικασίες φλεγμονής που επιδεινώνουν το οξειδωτικό στρες του οργανισμού ή προκαλούνται από αυτό και εν πάση περιπτώσει υπάρχει μια αλληλεπίδραση, ισχύουν όλα αυτά που έχουμε αναφέρει που μειώνουν το οξειδωτικό στρες του οργανισμού.

                                                                                                       Δ. ΠΕΤΡΙΔΗΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια: