16.10.11

για την ελευθερη βουληση(ξανα)

Ζακ Λουί Νταβίντ(1748-1825). Ο θάνατος του Σωκράτη.
Σαν συνέχεια της προηγούμενης ανάρτησης για την έννοια της ελεύθερης βούλησης, θα γίνει μια ακόμη αναφορά στη σχέση της με την αιτιοκρατία.
Το πρόβλημα της ελεύθερης βούλησης απασχόλησε τους φιλόσοφους από την εποχή του Σωκράτη. Μέχρι τότε γύρω από την ανθρώπινη συμπεριφορά υπήρχαν κυρίως κανόνες για το πώς έπρεπε να συμπεριφέρεται ο άνθρωπος, συμπυκνώνοντας σε αυτούς τις κοινωνικές απαιτήσεις. Ήταν δηλαδή περισσότερο μια ηθολογία. Με την ανάπτυξη της Ελληνικής φιλοσοφίας και κυρίως με την ανάπτυξη της ιδιότητας του πολίτη που συναποφασίζει για τους νόμους της πολιτείας, που αυτοί οι νόμοι θα εκπορεύονται από αυτόν και όχι από κάποιον θεό ή κάποιον δεσπότη που αποφασίζει για λογαριασμό του, άρχισε να αναπτύσσεται ο προβληματισμός για τα ποια είναι τα κίνητρα των πράξεων μας και κατά πόσο το κάθε άτομο είναι υπεύθυνο για τις αποφάσεις που παίρνει. Ήταν ακόμη ο τρόπος σκέψης που ψάχνει να βρει τις πραγματικές αιτίες πίσω από τα φαινόμενα στηριζόμενος στη λογική σκέψη και όχι στις μυθοπλασίες ή να τις αποδίδει απλώς σε κάποιο θεό.
Έπρεπε να απαντηθεί το ερώτημα, αν ο άνθρωπος αποφασίζει ελεύθερα για τις πράξεις του και άρα είναι υπεύθυνος γι αυτές ή αυτές λόγω της αιτιακής αλληλουχίας των φυσικών φαινομένων καθορίζονται από κάποιες αναγκαιότητες, ή υπακούουν σε έναν γενικό προκαθορισμένο σχέδιο, οπότε δεν υπάρχει ελευθερία βούλησης και άρα δεν είναι υπεύθυνος για αυτές τις πράξεις. Σ’ αυτή την περίπτωση δηλαδή ούτε ευθύνη μπορούμε να αποδώσουμε αλλά από την άλλη ούτε και έπαινο.
Οι απαντήσεις σ' αυτά τα ερωτήματα στηριζόταν στους εξής συλλογισμούς. Κατ’ αρχήν
υπάρχει η αιτιακή αλληλουχία των πραγμάτων τουλάχιστον όπως την αντιλαμβανόμαστε στον φυσικό κόσμο και το επιβεβαιώνει εξ άλλου η καθημερινή εμπειρία (αν και οι σημερινές αντιλήψεις στη σχέση αιτίου-αιτιατού στηρίζονται μάλλον στην έννοια της στατιστικής πιθανότητας, η οποία είναι διαφορετική ανάλογα με το επίπεδο οργάνωσης της ύλης και την ποσότητα πληροφορίας στο κάθε σύστημα). Αν ο νους, το πνεύμα, ανήκουν σ’ αυτόν τον ίδιο φυσικό κόσμο, τότε λογικά θα ακολουθούν και αυτά τις αιτιακές αλληλουχίες της φύσης, άρα οι πράξεις μας καθορίζονται από κάποιες αναγκαιότητες και αυτές από κάποιες άλλες κοκ. Έτσι η κάθε πράξη μας είναι αποτέλεσμα κάποιων αναγκαιοτήτων και αυτές κάποιων άλλων και με αυτή την έννοια η ελεύθερη βούληση είναι μια αυταπάτη. Αυτή η αντίληψη ονομάσθηκε ντετερμινιστική, αιτιοκρατική δηλαδή, μιας και ήταν αντίστοιχη των νόμων που υπάρχουν στη φύση.

Από την άλλη οι ανάγκες συγκρότησης των κοινωνιών που δεν μπορούσαν παρά να στηριχθούν πάνω στην έννοια της ατομικής ευθύνης, οδηγούσαν στο να δοθούν διαφορετικές ερμηνείες πάνω στο πρόβλημα.

Η αυτονόμηση του πνεύματος, του λόγου και ο διαχωρισμός του από τα υλικά πράγματα, ενός λόγου ελεύθερου από τις αναγκαιότητες της φυσικής πραγματικότητας, έδινε μία διέξοδο ώστε να δοθεί μια ερμηνεία που βασιζόταν στο ότι μέσω του λόγου δηλαδή της γνώσης, ο άνθρωπος, ανεξάρτητα από τις φυσικές αναγκαιότητες που ακολουθούν τις δικές τους αλληλουχίες, μπορεί να φθάσει στη γνώση, την αλήθεια και άρα στο πρακτέο. Αυτός ο διαχωρισμός του λόγου, δηλαδή του πνεύματος, που είναι ελεύθερο από τις αναγκαιότητες της φυσικής πραγματικότητας, φαινόταν να δίνει μια απάντηση στο πρόβλημα. Από τη μια είναι ο φυσικός κόσμος όπου υπάρχει και λειτουργεί η φυσική αλληλουχία και μέσα στον φυσικό κόσμο περιλαμβάνεται και το σώμα μας και από την άλλη το πνεύμα το οποίο ανήκει στον νοητό κόσμο που είναι κάτι τελείως διαφορετικό από τον φυσικό κόσμο και το οποίο αποφασίζει ελεύθερα παίρνοντας οπωσδήποτε υπ’ όψη της τις αλληλουχίες του φυσικού κόσμου. Αυτή η αντίληψη για την λειτουργία της σκέψης και της ανθρώπινης βούλησης, ονομάσθηκε ιντετερμινισμός, μιας και δεν στηρίζεται στις συνήθεις ακολουθίες της φύσης και δρα ανεξάρτητα από αυτές. Οδηγούσε ή συνυπήρχε με τις αντιλήψεις του δυϊσμού στη φύση, δημιουργώντας δηλαδή δύο ουσίες στη φύση, την υλική και τη νοητική. Κάτι βέβαια που διασπά την ενότητα της φύσης και των φυσικών νόμων και αντιφάσκει με την επιστημονική μέθοδο.

Αν και μέσα σε αυτές τις απόψεις υπήρχαν διαφορετικές προσεγγίσεις, εν τούτοις περισσότερο έκταση πήραν απόψεις που προσπαθούσαν να συνδυάσουν τις δύο τάσεις, χρησιμοποιώντας εκλεκτικά επιχειρήματα από τις δύο βασικές στάσεις.

Στις περισσότερες θρησκευτικές αντιλήψεις τα πράγματα είναι ακόμη πιο μπερδεμένα. Στις μονοθεϊστικές εξ αποκαλύψεως θρησκείες, όπου είναι βασικό το ζήτημα της αμαρτίας και της ευθύνης γι αυτό απέναντι στον θεό κριτή, το ζήτημα της ατομικής ευθύνης είναι βασικό, γιατί πως αλλιώς θα κριθούμε; Σε όλες αυτές τις αντιλήψεις έχουμε διαχωρισμό της ύλης από το πνεύμα, η ψυχή εκπορεύεται από το θεό, που είναι βούληση, και απολογείται σ’ αυτόν. Με αυτή την έννοια η ψυχή είναι ελεύθερη να αποφασίζει και είναι υπόλογη για τις πράξεις της απέναντι στο θεό. Αυτή όμως η θέση αυτοϋπονομεύεται από τη θέση ότι ο θεός είναι παντογνώστης και ξέρει από πριν τι θα κάνει ο καθένας από μας και όχι μόνο εμείς αλλά και κάθε πλάσμα στη φύση και μάλιστα πριν καν αυτό γεννηθεί. Γι αυτό και αυτές οι απόψεις συχνά μεταπίπτανε σε μοιρολατρία, όπου τα πάντα δηλαδή είναι προδιαγεγραμμένα.

Από όσα αναφέρθηκαν στην προηγούμενη ανάρτηση για την έννοια της ελεύθερης βούλησης, προκύπτει ότι στην λήψη μιας απόφασης, τις περισσότερες φορές είναι τόσοι πολλοί οι αστάθμητοι, τυχαίοι παράγοντες που μπορούν να υπεισέλθουν ώστε να είναι αδύνατον να προβλεφθεί κάθε φορά η απάντηση σε ένα ερέθισμα του περιβάλλοντος, αν και υπάρχει ο περιορισμός ότι οι δυνατές για τη ζωή επιλογές, έτσι όπως έχουν προκύψει από την εξελικτική διαδικασία δεν είναι οπωσδήποτε απεριόριστες. Η λογική του αυτοελέγχου, που αυξάνει με την ωρίμανση του μετωπιαίου φλοιού, δίνει μια εικόνα για το πως ιεραρχούνται αυτές οι επιλογές αλλά και για ποιο λόγο δεν καταλογίζουμε ευθύνες στα  παιδιά όπου αυτός ο έλεγχος δεν έχει αναπτυχθεί ή εκεί όπου είναι μειωμένος σε διάφορες παθολογικές καταστάσεις.

Έτσι η σχέση αιτιοκρατίας- ελεύθερης βούλησης, θα μπορούσε να αντιστοιχεί σε ένα αιτιοκρατικό σύστημα που οδηγεί σε μη προβλέψιμες εξελίξεις(είναι γνωστά τέτοια συστήματα στα μαθηματικά), ακόμη και με τον περιορισμό που αναφέρθηκε πριν για τις δυνατές για τη ζωή επιλογές, έτσι όπως αυτές έχουν διαμορφωθεί. Ένα αιτιοκρατικό χάος δηλαδή. Έτσι το θέμα της ελεύθερης βούλησης δεν συνδέεται με το αν λειτουργεί η αιτιοκρατία στη φύση ή όχι και το αν κατά συνέπεια οι αποφάσεις παίρνονται αιτιοκρατικά ή όχι.

Μία συζήτηση που αφορά αυτό το ζήτημα έγινε το τελευταίο διάστημα σχετικά με την αιτιοκρατία στη λειτουργία της ανθρώπινης βούλησης, με αφορμή την κβαντική θεωρία και το αν υπάρχει αιτιοκρατία στο κβαντικό επίπεδο.
Ο Gerard t’Hooft που πήρε νόμπελ φυσικής το 93, σε άρθρο του στο New Scientist magazine (04 May 2006), θεωρεί ότι η Κβαντική Φυσική παύει να είναι πιθανοκρατική σε κλίμακες κάτω του μήκους του Planck και για πολύ μικρούς χρόνους. Με αφορμή αυτή την άποψη, δύο μαθηματικοί του Πανεπιστημίου του Πρίνστον, οι John Conway και Simon Cohen υποστηρίζουν ότι αν η κβαντομηχανική υπόκειται σε οποιαδήποτε ντετερμινιστική θεωρία, τότε οι άνθρωποι δεν έχουν ελεύθερη βούληση. Αν υπάρχει αιτιοκρατία στο κβαντικό επίπεδο τότε και η ανθρώπινη βούληση δρα αιτιοκρατικά άρα δεν υπάρχει ελεύθερη βούληση.
Οι δύο μαθηματικοί υποστηρίζουν ότι αν αυτός ο οποίος κάνει τη μέτρηση του σπιν ενός σωματιδίου, έχει την παραμικρή ελευθερία να επιλέξει τους άξονες και τη σειρά των μετρήσεων, τότε και όλα τα σωματίδια πρέπει να έχουν τον ίδιο βαθμό ελευθερίας. Αυτό σημαίνει ότι μπορεί να συμπεριφερθούν απρόβλεπτα. Αν ωστόσο τα σωματίδια δεν έχουν ελευθερία, όπως υποστηρίζει ο t'Hooft, τότε και αυτός που διενεργεί τις μετρήσεις δεν έχει κανένα λόγο στην επιλογή των αξόνων και της σειράς τους. Με άλλα λόγια, θα μπορούσε κάποιος ο οποίος παρακολουθεί όλες τις αλληλεπιδράσεις των σωματιδίων στο Σύμπαν να προβλέψει με απόλυτη ακρίβεια το τι απόφαση θα πάρει ο καθένας.
Σύμφωνα με αυτήν, δεν υπάρχει αιτιοκρατικό χάος. Κάποια διάνοια θα μπορεί να προβλέψει όλες τις κινήσεις. Το χάος είναι χάος μόνο για μας και όχι για μια διάνοια μεγάλου μεγέθους.

Αυτό σημαίνει ότι αν κάποιος ξέρει όλες τις κινήσεις των σωματιδίων στο σύμπαν θα ξέρει και το τι θα γίνει σε κάθε στιγμή, άρα και το τι απόφαση θα πάρουμε, άρα δεν υπάρχει ελεύθερη βούληση. Αυτό σημαίνει ότι στην αλληλεπίδραση άπειρων παραγόντων, τόσων πολλών όσο ο αριθμός των σωματιδίων του σύμπαντος, μπορεί να προβλεφθεί η αλληλεπίδραση και οι μορφές που προκύπτουν που όπως είπαμε πάλι είναι τυχαίου εν πολλοίς χαρακτήρα. Βέβαια με αυτή τη λογική το σύμπαν δεν είναι ανοιχτό αλλά προκαθορισμένο.

Αυτή η συζήτηση έχει σχέση με το αν στη φύση αυτό που ονομάζουμε σχέση αιτίου -αιτιατού λειτουργεί με την έννοια που του έχουμε αποδώσει μέχρι τώρα ή λειτουργεί με την έννοια της στατιστικής πιθανότητας η οποία(πιθανότητα) εκφράζεται διαφορετικά στα διαφορετικά επίπεδα οργάνωσής της και ανάλογα με την ποσότητα της πληροφορίας που περιέχεται σε κάθε σύστημα. Μια αντίληψη που υποστηρίζεται και από τη θεωρία του χάους και της μη γραμμικής ανάπτυξης.
                                                             ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΠΕΤΡΙΔΗΣ

2 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Ο Νευτώνιος ντετερμινισμός, στο οποίο αναφέρεσαι, διεκδικούσε με έπαρση τη πρόβλεψη του μέλλοντος στη βάση των αρχικών συνθηκών δηλαδή της θέσης και της ταχύτητας(πιο σωστά ορμής) κάθε σωματιδίου τη χρονική στιγμή t=0. Η πρόβλεψη της τροχιάς μιας σφαίρας από πυροβόλο όπλο στον τρισδιάστατο χώρο απογείωσε τις προσδοκίες της επιστήμης για τουλάχιστον δύο αιώνες και ταλανίζει ακόμα τη σκέψη μας.
Από την άλλη όμως, το θεώρημα της μη πληρότητας του Γκέντελ και η Κβαντομηχανική, σχεδόν ταυτόχρονα, ισοπέδωσαν τις όποιες ελπίδες μας για ένα αιτιοκρατικό σύμπαν προσβάσιμο στην ανθρώπινη νόηση, από τη στιγμή που και αυτή είναι μέρος του συστήματος. Η ελεύθερη τελικά βούληση, μέσω της παρατήρησης( αντίληψης), φαίνεται να παίζει καθοριστικό ρόλο στην εξέλιξη του «πειράματος» και σίγουρα εμποδίζεται η πλήρης κατανόηση του, όντας μέρος του.
Επέστρεψε δηλαδή θριαμβευτικά η έννοια του Θεού, έξω και πάνω από το ορατό Ολον, ο οποίος είναι και ο μόνος που διαθέτει τη δυνατότητα να είναι Σοφός (όπως εύστοχα διατύπωσε και ο Πυθαγόρας σε αντιδιαστολή με τον άνθρωπο που δύναται να είναι μόνο φιλό-σοφος). Ταυτόχρονα ο ρόλος του παρατηρητού επαναφέρει την ελεύθερη βούληση στο προσκήνιο.
Η ζητούμενη σχέση αιτίου-αιτιατού, υπέστει μεν μεγάλο πλήγμα, αλλά δεν παύει να αποτελεί στόχο του Ανθρώπου( Ανω-θρώσκω) ... Υπάρχει ακόμα ελπίδα ...

Δ.Πετρίδης είπε...

Νομίζω ότι το θέμα του θεωρήματος του Γκέντελ και του ρόλου του παρατηρητή στην κβαντομηχανική που βάζει η σχολή της Κοπεγχάγης, εντάσσονται με μια ευρεία έννοια στην αντίληψη της ενότητας του υποκειμένου με το αντικείμενο, δηλαδή το ένα καθορίζει σε ένα βαθμό το άλλο. Αυτή είναι και η λογική που αναπτύχθηκαν τα αισθητήρια όργανα των βιολογικών οργανισμών και κατ' επέκταση και η ανθρώπινη νόηση. Αυτό πράγματι δημιουργεί έναν "κύκλο" αυτοαναφοράς από τον οποίον δεν ξέρουμε αν μπορούμε να βγούμε. Η πράξη όμως έδειξε ότι αυτός ο κύκλος μπορεί και διευρύνεται συνεχώς και δεν μπορούμε να ξέρουμε που μπορεί να φτάσει. Έτσι το ότι αυτό που δεν ξέρουμε ή αυτό που υποθέτουμε ότι υπάρχει έξω από αυτόν τον κύκλο της "αυτοαναφοράς", το ονομάζουμε θριαμβευτική επαναφορά της ιδέας του Θεού, είναι νομίζω κι αυτό αυθαίρετο.
Θα μπορούσαμε να κάνουμε και διάφορες άλλες υποθέσεις. Για παράδειγμα η αντίληψη για μια φράκταλ δομή της φύσης που περιέχει την αντίληψη ότι στο πιο μικρό μέρος της υπάρχει η πληροφορία για το όλο, σημαίνει ότι (δυνητικά) μπορούμε να το γνωρίσουμε(κάτι που έβαζε και η Πλατωνική αντίληψη). Σε ένα όμως σύμπαν ανοιχτό, σε ένα δηλαδή συνεχές ανοιχτό γίγνεσθαι και πάλι δεν μας οδηγεί σε τελικές βεβαιότητες.
Το θέμα που θέλησα να θίξω με την υπόθεση του t' Hooft που ανέφερα ήταν της αιτιοκρατίας με την καθιερωμένη έννοιά της ή της πιθανοκρατικής αιτιότητας (που βάζει και η θεωρία του χάους που ανέπτυξε ο Ilya Prigogine).
Δ. ΠΕΤΡΙΔΗΣ