10.1.12

ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΚΙ ΑΥΤΟΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ ή αλλιώς Ο ΜΑΪΛΣ ΝΤΕΙΒΙΣ


Miles Davis(1926-1991)
Σχολιάζει ο Θανάσης Μπαντές

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι υπάρχουν πολλές αυτοβιογραφίες που παρουσιάζουν τρομερό ενδιαφέρον. Ως πετυχημένη αυτοβιογραφία μπορούμε να χαρακτηρίσουμε αυτή που συνδυάζει το πορτρέτο του ανθρώπου που ξετυλίγει τη ζωή του με το πνεύμα και τις συγκυρίες της εποχής. Ο αναγνώστης βρίσκεται μπροστά σ’ ένα δίπολο που εναλλάσσει γραμμές εστίασης. Από το συγγραφέα στο ιστορικό πλαίσιο και το ανάποδο. Μπορεί η ζωή του αφηγητή να πρωτοστατεί, όμως σε πολλές στιγμές η ιστορία μπαίνει αναγκαστικά σε πρώτο πλάνο, αφού μια ζωή δεν μπορεί να καταγραφεί ξεκομμένα από το κοινωνικό της περιβάλλον που φυσικά καθορίζεται από τις οικονομικές, πολιτικές και πολιτιστικές συνθήκες που επικρατούν. (Αυτό εξάλλου κάνει και η λογοτεχνία που με άλλοθι έναν ήρωα που εμπλέκεται σε περιπέτειες εστιάζει στις κοινωνικές συνθήκες κάθε εποχής ή στη φύση του ανθρώπου, τα υπαρξιακά αδιέξοδα, τον έρωτα κτλ.) Θα λέγαμε ότι οι αυτοβιογραφίες αποτελούν πρώτης τάξεως ιστορικά ντοκουμέντα. Αν υποθέσουμε ότι ο συγγραφέας της αυτοβιογραφίας είναι και άνθρωπος που έπαιξε καταλυτικό ρόλο στα δρώμενα μιας εποχής τότε το ενδιαφέρον απογειώνεται.
 Είτε συμφωνούμε, είτε διαφωνούμε με όσα γράφει δεν μπορούμε να αμφισβητήσουμε την τεράστια αξία τους. Ας φανταστούμε τι ενδιαφέρον θα είχε μια αυτοβιογραφία του Μεγάλου Αλεξάνδρου, για παράδειγμα, ή του Ναπολέοντα ή του Ροβεσπιέρου. Φυσικά, αυτό δεν σημαίνει ότι αντίστοιχα κείμενα ανώνυμων ανθρώπων στερούνται ενδιαφέροντος. Αν δεχτούμε ότι κάθε ζωή ξεχωριστά συμβάλλει στο πορτρέτο της ανθρωπότητας, τότε συμπεραίνουμε ότι κάθε ιστορία έχει τεράστια σημασία, άποψη που υποστήριξε με σθένος ο Σεπούλβεδα.. Συνεπώς αυτοβιογραφικά κείμενα καθημερινών ανθρώπων, που συνδέθηκαν οι ζωές τους με τα μεγάλα ιστορικά γεγονότα της ανθρωπότητας έχουν επίσης τεράστια αξία, αφού αποτελούν ξεκάθαρες ιστορικές πηγές. Τέτοια κείμενα έγιναν ανάρπαστα τόσο στους εκδοτικούς όσο και τους κινηματογραφικούς κύκλους. Η Άννα Φρανκ είναι από τα χαρακτηριστικότερα παραδείγματα.
Σύμφωνα μ’ αυτά, αν κάποιος θέλει να ασχοληθεί με το θέμα της τζαζ, η αυτοβιογραφία του Μάιλς Ντέιβις είναι σταθμός. Ο Ντέιβις με γλώσσα πεζοδρομίου και με εικόνες που σοκάρουν δεν αποτυπώνει απλώς τη σκηνή της αμερικάνικης μαύρης μουσικής, αλλά έναν ολόκληρο κόσμο σκληρότητας που ξεδιπλώνεται τόσο στα μαύρα στέκια όσο στην προσωπική του αυτοκαταστροφική διαδρομή. Νταβατζής, πρεζάκιας και πάνω απ’ όλα καλλιτέχνης καθηλώνει τον αναγνώστη από τις πρώτες σελίδες. Με βασική προτεραιότητα την αλήθεια, που συνίσταται στην αποφυγή κάθε λογοτεχνίζουσας επιτήδευσης, απαθανατίζει προσωπογραφίες γιγάντων που κινούνται σε σχεδόν μυθολογικά ύψη και βάθη. Ο Τσάρλι Πάρκερ, ο Ντίζυ Γκιλέσπι, ο Φατς Ναβάρο, ο Τσάρλι Μίνγκους, ο Ντιουκ Έλινγκτον, ο Κολτρέιν κι όλοι οι θρύλοι της μαύρης μουσικής, πέρα από την καλλιτεχνική τους όψη, αποκτούν τη γνώριμη κι οδυνηρή υπόσταση του αθεράπευτου που μόνο η δραματουργία μπορεί να ενσαρκώσει, γίνονται δηλαδή η τραγωδία της διπλανής πόρτας. Η δύναμη κι ο ρεαλισμός που αποδίδονται από τις άγρια εξομολογητικές διαθέσεις του Ντέιβις μετατρέπουν την ατομική ασφυξία σε πανανθρώπινη. Κάπως έτσι γεννιέται η τέχνη που αφορά τα λαϊκά στρώματα, η τέχνη που πέραν της δεξιοτεχνίας κρύβει ένα βρυχηθμό κι ένα πείσμα απέναντι σε κάτι αόρατο και ταυτόχρονα απολύτως χειροπιαστό. Από τη μια ο Ντίζυ, οργανωτικός, οικογενειάρχης, νηφάλιος, εγκέφαλος της ορχήστρας, που οργάνωνε τις πρόβες και ρύθμιζε τις ισορροπίες κι από την άλλη ο ξέφρενος, αχαλίνωτος Πάρκερ με την απρόβλεπτη συμπεριφορά και το απύθμενο ταλέντο. Ο Πάρκερ που δεν πατούσε στις πρόβες κι απλώς ανέβαινε στη σκηνή δημιουργώντας μύθους. Ο νεαρός Ντέιβις ξεκινά σ’ αυτή την ορχήστρα των θρύλων. Ο τρόπος που περιγράφεται ο Πάρκερ όταν σολάρει, η δύναμη του Γκιλέσπι πάνω στη σκηνή κι ο κόσμος που χορεύει και τραγουδάει ιδρωμένος αγγίζουν το παραλήρημα. Κάτι ζωώδες ξεπηδά μέσα από βουνά ανεξέλεγκτης ενέργειας. Κάτι ηλεκτρικό και μολυσμένο. Κάτι απελευθερωτικά λασπερό. Πιο βρώμικο κι από την ίδια την επιβίωση των φτωχών. Η μουσική σαν ορμητικό ποτάμι ανακατεύεται με το αίμα των μαύρων και γίνεται το ουρλιαχτό ενός καταπιεσμένου πλήθους που αναζητά μια ευκαιρία ή τουλάχιστον εκδίκηση. Αποκτά οντότητα, χέρια και πόδια και γίνεται το οργισμένο γλεντοκόπι του περιθωρίου.
Στα καταγώγια του Χάρλεμ δεν πατούσε λευκός. Ο Ντέιβις γράφει ότι μόνο δύο λευκοί έρχονταν στο Χάρλεμ που μεθούσαν μέχρι αναισθησίας και ούρλιαζαν. Φυσικά η μουσική βιομηχανία βρισκόταν πολύ μακριά. Τα μουσικά περιοδικά προωθούσαν συνέχεια λευκούς που παίζαν στην καρδιά του Μανχάταν σε καθωσπρέπει μαγαζιά με καθωσπρέπει πελάτες. Ένα βράδυ ο Ντέιβις κατέβηκε να τους ακούσει. Μιμούνταν αυτά που έπαιζαν ο Ντίζυ με τον Πάρκερ χρόνια πριν, εντελώς κακόγουστα, σαν φτηνή φάρσα. Κι όμως γέμιζαν χρήμα και δόξα! Το Χάρλεμ που μεγαλουργούσε ήταν καταδικασμένο στο περιθώριο. Οι αναλογίες με το δικό μας ρεμπέτικο είναι πασιφανείς. Η τζαζ, σαν ζωντανός οργανισμός, εξελισσόταν κι αποκτούσε διαστάσεις που πλέον ούτε οι λευκοί μπορούσαν να αρνηθούν. Απλώς την προσάρμοζαν στα δικά τους δεδομένα αποκλείοντας τους μαύρους που την είχαν δημιουργήσει. Και μετά αρχίζει η παρακμή του Χάρλεμ. Ο Ντίζυ τσακώνεται και ξεκόβει με τον Πάρκερ, ο Πάρκερ βυθίζεται στην πρέζα (το φιλμ του Κλιντ Ίστγουντ για τη ζωή του Τσάρλι Πάρκερ είναι καταπληκτικό) κι ο Ντέιβις ακολουθεί το δικό του δρόμο. Βουλιάζει κι αυτός στα ναρκωτικά, απέχει από τη μουσική για χρόνια, στρατολογεί ένα τσούρμο από πόρνες και τις εκδίδει για ν’ αγοράσει τη δόση του. Φέρεται βίαια, πιο σκληρός απ’ τους σκληρούς. Οι περισσότεροι τον φοβούνται. Καταλήγει στη φυλακή. Με τη βοήθεια του πατέρα του ξεκόβει απ’ όλα κι επανέρχεται στο μουσικό στερέωμα όπου γνωρίζει απίστευτη δόξα.
Ο Ντέβις δεν προσπαθεί να ωραιοποιήσει καμία κατάσταση ούτε επιχειρεί να εξασφαλίσει συμπαθητικό προφίλ για τον εαυτό του. Εκτίθεται χωρίς τον παραμικρό δισταγμό. Οι ανθρώπινες σχέσεις αποδίδονται με τρομακτική ένταση. Έρωτες, καυγάδες, φονικά ένστικτα, φιλίες, όλα στη διαπασών. Μια φρενίτιδα. Τα ναρκωτικά, ο ρατσισμός, η μουσική βιομηχανία, η ανισορροπία, η ανθρώπινη σκληρότητα, η αμφισβήτηση, η απομυθοποίηση του αμερικάνικου ονείρου (ο Ντέιβις ακόμη κι όταν αποκτά χρήμα, κατοικεί σε πολυτελή σπίτια κι οδηγεί αμαξάρες δεν βρίσκει ευτυχία), η αυτοκαταστροφή και ταυτόχρονα το πείσμα για ζωή και πάνω απ’ όλα το πάθος της δημιουργίας συνυπάρχουν κι αναδεικνύονται σ’ ένα κείμενο τόσο σφοδρό και πλήρες που μας κάνει να συγχωρούμε τις όποιες υπερβολές του. Ο Ντέιβις μέχρι το τέλος της ζωής του δεν σταμάτησε να διερευνά τον ήχο. Ανήσυχος, όπως κάθε αληθινός καλλιτέχνης, έψαχνε συνέχεια το νέο, το πρωτοποριακό. Ο πειραματισμός αποτυπώνεται σχεδόν σε κάθε ηχογράφηση. Νέα όργανα, νέοι δρόμοι, αδιάκοπη αναζήτηση, διαρκής καλλιτεχνική επανάσταση. Ο Ντέιβις ξεπερνά τα μουσικά όρια και αναδεικνύεται σε παγκόσμιο σύμβολο δημιουργίας κι αυτοκαταστροφής.

                                                  Θανάσης Μπαντές  abbades75@gmail.com

Δεν υπάρχουν σχόλια: