Σε προηγούμενη ανάρτηση(“η αρτηριακή υπέρταση, το αλάτι και η εξελικτική μας ιστορία”) έγινε αναφορά στις αλλαγές που έχουν γίνει στον τρόπο ζωής, την πρόσληψη αλατιού και θερμίδων, σε σχέση με αυτόν που υπήρχε όταν διαμορφώνονταν οι ομοιοστατικοί μηχανισμοί του οργανισμού και το πως αυτές οι αλλαγές επιδρούν στην εμφάνιση της αρτηριακής υπέρτασης. Σήμερα θα γίνει αναφορά στο τι είναι η αρτηριακή πίεση και στους μηχανισμούς που στηρίζεται(κάποιους απο αυτούς).
Η αρτηριακή πίεση είναι ένα μέγεθος που αντιπροσωπεύει την πίεση που ασκείται στα τοιχώματα των αρτηριών κατά την κυκλοφορία του αίματος. Εξυπηρετεί μ’ αυτό τον τρόπο, τις ανάγκες της οξυγόνωσης των ιστών του οργανισμού, για να επιτελούν τις βασικές τους λειτουργίες αλλά και να ανταποκρίνονται στις επιπλέον απαιτήσεις, όποτε αυτό είναι αναγκαίο.
Η παροχή αίματος στους ιστούς, άρα και η οξυγόνωση τους, εξαρτάται από το πόσο αίμα στέλνει η καρδιά σε κάθε παλμό, από τον αριθμό των παλμών και από τον τόνο των αρτηριών. Ο τόνος των αρτηριών έχει σχέση με την πίεση του αίματος. Αυτοί οι παράγοντες αλληλεπιδρούν, ώστε η διαταραχή του ενός προκαλεί αντιρροπιστικές μεταβολές των άλλων.
Ας πούμε πρώτα λίγα πράγματα για την κυκλοφορία του αίματος.
Οι αρτηρίες μεταφέρουν το αίμα προς τους ιστούς με πίεση, σαν αποτέλεσμα και της πίεσης συστολής της αριστερής κοιλίας της καρδιάς που λειτουργεί σαν αντλία. Γι αυτό οι αρτηρίες έχουν ισχυρά αγγειακά τοιχώματα και η ταχύτητα ροής του αίματος σ' αυτές είναι μεγάλη.
Τα αρτηρίδια είναι οι τελευταίοι μικροί κλάδοι του αρτηριακού συστήματος και λειτουργούν σαν βαλβίδες ελέγχου μέσα απο τις οποίες το αίμα περνάει στα τριχοειδή. Τα αρτηρίδια διαθέτουν επίσης ισχυρό μυϊκό τοίχωμα, που μπορεί να αποκλείσει τελείως τον αυλό τους ή να τον αφήσει τελείως ανοιχτό, επηρεάζοντας με αυτό τον τρόπο σε πολύ μεγάλο βαθμό, την αιμάτωση των ιστών.
Μετά τα αρτηρίδια είναι τα τριχοειδή αγγεία. Η λειτουργία των τριχοειδών συνίσταται στην ανταλλαγή υγρών και θρεπτικών ουσιών, μεταξύ του αίματος και των κυττάρων.
Τα φλεβίδια στη συνέχεια δέχονται το αίμα απο τα τριχοειδή, απάγοντας το αίμα μετά την ανταλλαγή που έγινε στους ιστούς και τα οποία συνδέονται μεταξύ τους για να σχηματίσουν μεγαλύτερες φλέβες και να επιστρέψει το αίμα στην καρδιά. Λειτουργούν όμως και σαν αποθήκες αίματος για να μην επιστρέφει στην καρδιά όλη η ποσότητα του αίματος όταν αυτό δεν είναι απαραίτητο. Επειδή η πίεση στο φλεβικό σύστημα είναι πολύ χαμηλή γι αυτό και το τοίχωμα των φλεβών είναι λεπτό. Περιέχονται όμως και εδώ πολλές μυϊκές ίνες, ώστε ανάλογα με τη σύσπαση τους, να λειτουργούν σαν αιματαποθήκες, ανάλογα με τις ανάγκες.
Όταν έχουμε μονίμως υψηλή αρτηριακή πίεση, μιλάμε για εγκατάσταση αρτηριακής υπέρτασης.
Έχουν καθορισθεί όρια της αρτηριακής πίεσης, πάνω από τα οποία μιλάμε για υπέρταση. Και αυτά τα όρια είναι το 140 mm/Hg(χιλιοστά της στήλης υδραργύρου) για την συστολική πίεση και τα 90mm/Hg για την διαστολική, αν και όταν συνυπάρχουν και άλλοι παράγοντες κινδύνου, πρέπει να είναι σε ακόμη χαμηλότερα επίπεδα. Αυτά τα όρια, όπως καταλαβαίνουμε, είναι λίγο σχετικά, απλά από τις έρευνες έχει προκύψει ότι πάνω από αυτά τα όρια αυξάνουν οι πιθανότητες για βλάβες στο αγγειακό δίκτυο. Συνεκτιμώνται πάντα και άλλοι παράγοντες για το πότε πρέπει κάποιος να πάρει αγωγή. Δηλαδή δεν ισχύει, έχεις 139 είσαι εντάξει, έχεις 141 είσαι υπερτασικός.