Emil Erich Kastner(1899-1974) |
σχολιάζει ο Θανάσης Μπαντές
(με τα κείμενα που μου έχει στείλει ο φίλος Θανάσης Μπαντές, εγώ βρήκα την ευκαιρία και ..τεμπελιάζω. Νομίζω όμως ότι είναι πολύ ενδιαφέροντα. Και έχω και άλλα..)
(με τα κείμενα που μου έχει στείλει ο φίλος Θανάσης Μπαντές, εγώ βρήκα την ευκαιρία και ..τεμπελιάζω. Νομίζω όμως ότι είναι πολύ ενδιαφέροντα. Και έχω και άλλα..)
Βρισκόμαστε στη μεσοπολεμική Γερμανία. Ο Χίτλερ δεν έχει κάνει ακόμα δυναμικά την εμφάνισή του. Βερολίνο. Ο Φάμπιαν βρίσκεται σ’ ένα καφέ και μετεωρίζεται σ’ ένα δίλημμα – γρίφο. Να πάει ή να μην πάει; Είναι αδύνατο να πάρει απόφαση. Είναι αδύνατο να σκεφτεί λογικά. Είναι αδύνατο να καταλάβει τι θέλει και τι δεν θέλει. Είναι αδύνατο να εξουσιάσει τον εαυτό του. Αφήνει την τύχη να αποφασίσει γι’ αυτόν. Φωνάζει το σερβιτόρο να του απαντήσει ένα ξερό ναι ή όχι. Ο σερβιτόρος ξαφνιάζεται. Τελικά μπαίνει στο νόημα και απαντάει όχι. Ο Φάμπιαν αποφασίζει: θα πάει.
Μ’ αυτό τον τρόπο ξεκινά το μυθιστόρημα του Έριχ Κέστνερ «Φάμπιαν, η ιστορία ενός ηθικολόγου» και κάπως έτσι ξεκαθαρίζονται όλα από την αρχή.
Άνθρωποι παραιτημένοι, μισότρελοι, άνθρωποι που αδυνατούν να κουβαλήσουν τη μοίρα τους έστω και στο ελάχιστο. Άνθρωποι που βουλιάζουν στα καφενεία ως μοναδική καταφυγή, εθελοντικά έρμαια μιας αδυσώπητης τύχης. Και το ζήτημα απογειώνεται όταν αμέσως μετά γίνεται γνωστό το περιεχόμενο του διλήμματος. Ο Φάμπιαν καταφτάνει σ’ ένα επονομαζόμενο ίδρυμα πνευματικών προσεγγίσεων. Μια κυρία τον υποδέχεται και του ζητά τα στοιχεία. Η ίδια αποκαλεί το ίδρυμα λέσχη. Ο Φάμπιαν πληρώνει αρκετά λεφτά για εγγραφή και είσοδο. Το ίδρυμα - λέσχη δεν είναι παρά ξεπεσμένο πορνείο που όμως διατηρεί αδιαπραγμάτευτο κοινωνικό κύρος και το επιβάλλει ορθώνοντας την επιτακτική επισημότητα του ψευτοαριστοκρατικού προσωπείου. Όλος ο καλός ο κόσμος είναι εκεί. Εξάλλου η υψηλή τιμή εξασφαλίζει την πελατειακή αφρόκρεμα. Κάποιοι παίζουνε μπρίτζ, κάποιοι χορεύουν. Ο Φάμπιαν είναι αμήχανος. Μια κοπέλα τον προσεγγίζει σχεδόν αμέσως. Ο Φάμπιαν γίνεται ακόμα πιο αμήχανος. Τελικά
Άνθρωποι παραιτημένοι, μισότρελοι, άνθρωποι που αδυνατούν να κουβαλήσουν τη μοίρα τους έστω και στο ελάχιστο. Άνθρωποι που βουλιάζουν στα καφενεία ως μοναδική καταφυγή, εθελοντικά έρμαια μιας αδυσώπητης τύχης. Και το ζήτημα απογειώνεται όταν αμέσως μετά γίνεται γνωστό το περιεχόμενο του διλήμματος. Ο Φάμπιαν καταφτάνει σ’ ένα επονομαζόμενο ίδρυμα πνευματικών προσεγγίσεων. Μια κυρία τον υποδέχεται και του ζητά τα στοιχεία. Η ίδια αποκαλεί το ίδρυμα λέσχη. Ο Φάμπιαν πληρώνει αρκετά λεφτά για εγγραφή και είσοδο. Το ίδρυμα - λέσχη δεν είναι παρά ξεπεσμένο πορνείο που όμως διατηρεί αδιαπραγμάτευτο κοινωνικό κύρος και το επιβάλλει ορθώνοντας την επιτακτική επισημότητα του ψευτοαριστοκρατικού προσωπείου. Όλος ο καλός ο κόσμος είναι εκεί. Εξάλλου η υψηλή τιμή εξασφαλίζει την πελατειακή αφρόκρεμα. Κάποιοι παίζουνε μπρίτζ, κάποιοι χορεύουν. Ο Φάμπιαν είναι αμήχανος. Μια κοπέλα τον προσεγγίζει σχεδόν αμέσως. Ο Φάμπιαν γίνεται ακόμα πιο αμήχανος. Τελικά