25.10.11

Ο ΡΟΚ ΧΑΤΣΟΝ ΚΑΙ Η ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΤΟΥ ΘΕΑΜΑΤΟΣ

Ροκ Χάτσον(17 Νοε 1925-2 Οκτ. 1985)
Σχολιάζει ο Θανάσης Μπαντές

Ο Ροκ Χάτσον γεννήθηκε το 1925 κι έμελλε να γίνει Χολιγουντιανός αστέρας πρώτου μεγέθους. Πανύψηλα κασέ, εκατομμύρια θαυμαστές, αξεπέραστο σύμβολο του σεξ, συνεργασίες με την χολιγουντιανή αφρόκρεμα (Κερκ Ντάγκλας, Ελίζαμπεθ Ταίηλορ, Τζίνα Λολομπρίτζιτα, Ρόμπερτ Μίτσαμ και τα ονόματα δεν τελειώνουν), μόνιμο θέμα των περιοδικών, χιλιάδες γράμματα σε καθημερινή βάση, ασυναγώνιστη πολυτέλεια, ξέφρενα πάρτι, και πάει λέγοντας. Ένας πραγματικός θρύλος. Η συμμετοχή του στην ταινία ο «Ο Γίγας» υπήρξε ίσως το μεγαλύτερο ορόσημο της πολύβουης καριέρας του. Πέρα από το γεγονός ότι η ίδια η ταινία έγινε μύθος, κυρίως γιατί συνδέθηκε με το θάνατο του Τζέιμς Ντην, η καθαυτό ερμηνεία του Χάτσον ήταν εξαιρετική κι απολύτως εναρμονισμένη με την, όπως πάντα, πετυχημένη παρουσία της Ταίηλορ. Παρακολουθώντας όμως άλλες ταινίες του Χάτσον, που σημείωσαν και τεράστια εμπορική επιτυχία την εποχή τους, βρισκόμαστε μπροστά σ’ ένα ηθοποιό περιορισμένων δυνατοτήτων, που κινείται μάλλον στην μετριότητα, που με δυο λόγια δεν ανταποκρίνεται καθόλου στην εικόνα του super star που έχει καλλιεργηθεί γύρω από το όνομά του.
Πέρα, δηλαδή, από την ίδια την ποιότητα των ταινιών που είναι προφανώς χαμηλή, βρισκόμαστε μπροστά σε μια προβληματική που αφορά τον ίδιο τον star που αδυνατεί να ορθώσει προσωπικό ανάστημα και καταβαραθρώνεται μαζί με το σύνολο της ταινίας, κάτι που δεν συμβαίνει με άλλους χολιγουντιανούς κολοσσούς όπως τον Λάγκαστερ ή τον Μίτσαμ και τους πιο σύγχρονους Πατσίνο ή Ντε Νίρο, που αν και γύρισαν δεκάδες εμπορικές ταινίες χειρίστου επιπέδου εντούτοις, πάντα οι ίδιοι, ως ατομικότητες, κατάφερναν να διασωθούν με τη χαρισματική τους παρουσία.
        Ο Τζέρι Οπενχάιμερ και ο Τζακ Βίτεκ, που από κοινού υπογράφουν τη βιογραφία του Ροκ Χάτσον, αναφέρουν ότι ο Ροκ είχε δύσκολα παιδικά χρόνια, ότι ο φυσικός του πατέρας εγκατέλειψε την οικογένεια κι ότι η μητέρα του ξαναπαντρεύτηκε έναν πρώην πεζοναύτη εθισμένο στο αλκοόλ

23.10.11

Ο ΚΑΤΑ ΣΚΑΜΠΑΡΔΩΝΗ ΜΑΡΚΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΡΕΜΠΕΤΙΚΟ

Μάρκος Βαμβακάρης(10 Μαΐου 1905-8 Φεβρ. 1972)
σχολιάζει ο Θανάσης Μπαντές

Το βιβλίο του Γιώργου Σκαμπαρδώνη «Όλα βαίνουν καλώς εναντίον μας» αποτελεί μυθοπλαστικό βιογραφικό σημείωμα της ζωής του Μάρκου Βαμβακάρη, που δεν αφορά όμως ολόκληρη τη ζωή του αλλά τη θρυλική προπολεμική οχταετία 1932 – 1940, όπου ο Μάρκος έκανε την εμφάνισή του στη δισκογραφία και επισημοποίησε ένα καταραμένο μουσικό ρεύμα, που έμελλε να κυνηγηθεί για πολλές δεκαετίες: το ρεμπέτικο. Βασισμένο σε απολύτως πραγματικά γεγονότα, προχωρά στο κτίσιμο ενός πορτρέτου, στην δημιουργία δηλαδή εικόνας που αποκτά εξαιρετική ορμή, αφού συνδυάζεται με τη δύναμη της μυθοπλασίας. Με δυο λόγια, ο Σκαμπαρδώνης, χωρίς να παραποιεί την αλήθεια στο ελάχιστο, παρουσιάζει μπροστά μας τη ζωή ενός ανθρώπου με περιστατικά και διαλόγους, όπως ο ίδιος τα φαντάζεται. Και δεν είναι μόνο η παρουσίαση του Μάρκου που καθηλώνει τον αναγνώστη, αλλά η ίδια η ανάπλαση του κλίματος του 30 στην Αθήνα και τον Πειραιά, η δημιουργία δηλαδή της ατμόσφαιρας που πλαισιώνει το μύθο και που σκιαγραφεί τους αδιασάλευτους νόμους του λούμπεν. Οι παράγκες, οι τεκέδες, οι μαχαιροβγάλτες, τα κουτσαβάκια, οι αστυνόμοι, οι πόρνες και τα πολιτικά παρατράγουδα της χούντας του Μεταξά σε ασφυκτικό πρώτο πλάνο. Όλα σε μια διάσταση σχεδόν πρωτόγονης ορμητικότητας που καθιστά αυτονόητο κάθε νταηλίκι, αφού δεν σηματοδοτεί απλώς το πλαίσιο της προσωπικής μαγκιάς όλων αυτών των σκληροτράχηλων του υποκόσμου, αλλά γίνεται διεκδίκηση ύπαρξης, καθώς μόνο έτσι μπορείς να επιβιώσεις. Και ταυτόχρονα, μέσα από τόνους μαγκιάς και προσωπικών τσαμπουκάδων ξεπηδά μια αβάσταχτη τρυφερότητα, τρυφερότητα που αγγίζει το συγκινητικό.

22.10.11

Τα βλαστοκυτταρα

εικ. 1
Ας αρχίσουμε από την ..αρχή.  Όταν γονιμοποιείται το ωάριο από το σπερματοζωάριο παράγεται το πρώτο ζυγωτό κύτταρο από το οποίο θα προκύψει ο μελλοντικός οργανισμός. Τις τρεις πρώτες μέρες από τη γονιμοποίηση, με τις διαδοχικές διαιρέσεις αυτού του αρχικού κυττάρου, δημιουργούνται 8 κύτταρα που ονομάζονται βλαστομερή (blastomeres), είναι τελείως αδιαφοροποίητα κύτταρα, από τα οποία θα δημιουργηθεί όλος ο οργανισμός αλλά και ο πλακούντας και αυτά τα κύτταρα ονομάζονται και ολοδύναμα βλαστοκύτταρα(totipotent stem cells).
Στη συνέχεια ο σχηματισμός των βλαστοκυττάρων που μοιάζει στο μικροσκόπιο με μούρο, γι αυτό και ονομάζεται morula, μπαίνει στη μήτρα και τις επόμενες 4 μέρες δημιουργείται μια διαφοροποίηση στο εσωτερικό του με τη δημιουργία της βλαστοκύστης(blastocyst) που την 6η με 7η μέρα από τη γονιμοποίηση αποτελείται από 100 περίπου κύτταρα.  Από αυτά, τα κύτταρα που βρίσκονται στην περιφέρεια θα σχηματίσουν την τροφοβλάστη(trophoblast) ενώ 20-30 κύτταρα στο εσωτερικό θα σχηματίσουν την εσωτερική κυτταρική μάζα(inner cell mass). Από τα κύτταρα της τροφοβλάστης θα προετοιμαστεί μέσω της παραγωγής ενός ενζύμου η εμφύτευση της βλαστοκύστης στο τοίχωμα της μήτρας και θα δημιουργηθεί μέρος του πλακούντα, ενώ από τα κύτταρα της εσωτερικής κυτταρικής μάζας θα προέλθουν όλα τα κύτταρα του εμβρύου, εκτός από τους ιστούς που θα υποστηρίξουν την ανάπτυξή του. ΄Εχει γίνει δηλαδή σ' αυτό το στάδιο μία πρώτη διαφοροποίηση, γι αυτό και τα κύτταρα αυτού του σταδίου λέγονται πολυδύναμα βλαστοκύτταρα(pluripotent stem cells ή embryonic stem cells).
Μετά την 7η με 8η μέρα έχει εμφυτευθεί η βλαστοκύστη στο τοίχωμα της μήτρας και τώρα ονομάζεται έμβρυο(embryo). Στις 14 μέρες από τη γονιμοποίηση το έμβρυο παίρνει τη μορφή του άξονα και στους δύο μήνες έχουν σχηματιστεί τα βασικά συστήματα του οργανισμού, μειώνοντας σταδιακά και την πολυδυναμία των κυττάρων του, μιας και αυτά διαφοροποιούνται σε κύτταρα των αντίστοιχων ιστών. Τους επόμενους 7 μήνες ολοκληρώνεται η ανάπτυξη και σ' αυτή τη φάση ονομάζεται κύημα(fetus).
Στη διαδικασία της διαφοροποίησης των αρχικών βλαστοκυττάρων

21.10.11

Ο ΤΑΡΚΟΦΣΚΙ ΚΑΙ Η ΤΕΧΝΗ ΤΟΥ ΣΙΝΕΜΑ (1)


Δύο κείμενα του Θανάση Μπαντέ, (σταθερού σχολιαστή στο blog), για μία  από τις μεγαλύτερες μορφές στην ιστορία του παγκόσμιου κινηματογράφου, τον Αντρέι Ταρκόφσκι.

Αντρέι Ταρκόφσκι(4 Απρ. 1932-28 Δεκ. 1986)
Ο Αντρέι Ταρκόφσκι γεννήθηκε το 1932 και πέθανε από καρκίνο το 1986. Στα μόλις 54 χρόνια της ζωής του κατάφερε ένα τόσο δυνατό πλήγμα στην ιστορία του κινηματογράφου που πιθανότατα δεν θα επουλωθεί ποτέ. Για την ακρίβεια θα λέγαμε ότι αναμόρφωσε το σινεμά δίνοντας μια νέα οπτική ή καλύτερα τον επαναπροσδιόρισε πάνω σε νέες διαστάσεις που ξεπερνούν όλα τα καλούπια. Σήμερα, 25 χρόνια από το θάνατό του, αλλά και την τελευταία δημιουργία του, τη «Θυσία», θεωρείται αξεπέραστος κι ως εκ τούτου ακατανόητος ή τουλάχιστον δυσερμήνευτος. Οπωσδήποτε πάντως κουραστικός για το ευρύ κινηματογραφικό κοινό. Από τις κλασικότερες περιπτώσεις καλλιτεχνών που γνωρίζουν την αποθέωση από τους ειδήμονες κριτικούς και ταυτόχρονα οι πλατιές μάζες τους αποφεύγουν όπως ο διάολος το λιβάνι. Και πράγματι, στην εποχή της ανεξέλεγκτης ταχύτητας, που εκδηλώνεται στην καθημερινότητα και επιτείνεται από την ανεξέλεγκτη τεχνολογία και που φυσικά εκφράζεται και μέσα από τις καταιγιστικές εικόνες, δηλαδή αφορά άμεσα και τον κινηματογράφο, η Ταρκοφσκική εμμονή στη βραδύτητα είναι τουλάχιστον ντεμοντέ. Η έλλειψη υπομονής του κοινού και η τάση του προς το εύπεπτο δεν είναι καθόλου παράλογη, αφού αυτό ακριβώς είναι το σήμα κατατεθέν του σύγχρονου πολιτισμού. Ταχύτητα – κατανάλωση. Ο Ταρκόφσκι, τόσο με το σύνολο του έργου του, όσο και με την ίδια του την τεχνοτροπία προτρέπει το θεατή για τα ακριβώς αντίθετα.
Προτρέπει στην ενδοσκόπηση, την αυτοκριτική, την ερμηνεία του σύγχρονου κόσμου, την επαναδιαπραγμάτευση των ανθρώπινων αξιών – έρωτας, θάνατος, επαφή με τη φύση, αγάπη, πίστη, θυσία – τη νοσταλγική μνήμη, την επιστροφή σ’ ένα σύνολο ξεχασμένων, κυριολεκτικά θαμμένων, σημασιών που όμως οριοθετούν τον άνθρωπο και τον καθιστούν ανθρώπινο. Γίνεται η φωνή που καλεί τον άνθρωπο

ΑΝΤΡΕΪ ΤΑΡΚΟΦΣΚΙ - Η ΑΝΘΡΩΠΙΝΗ ΠΛΕΥΡΑ (2)


Του Θανάση Μπαντέ

Μετά το θάνατο του Ταρκόφσκι, με πρωτοβουλία της γυναίκας του Λαρίσα Ταρκόφσκαγια και με την επιμέλεια της Christiane Bertoncini, εκδόθηκαν τα προσωπικά του ημερολόγια σ’ ένα τόμο που φέρει τον γενικό τίτλο «Μαρτυρολόγιο». Από ένα σύνολο 16 τετραδίων ιδιοχείρων σημειώσεων επιλέχθηκαν χορταστικά αποσπάσματα που χρονολογούνται από το 1970 ως το 1986, όπου και πέθανε. Όταν εκδόθηκαν έφεραν θύελλα ερμηνειών και τοποθετήσεων, γιατί όταν μιλάμε για τον Ταρκόφσκι όλα γίνονται πολύπλοκα, συνωμοσιολογικά, μυστηριώδη. Δεν είναι μόνο το καλλιτεχνικό υλικό που άφησε παρακαταθήκη και που, έτσι κι αλλιώς, πυροδοτεί αντιπαραθέσεις και αποκρυπτογραφικές διαθέσεις, είναι το σύνολο μιας ολόκληρης ζωής που στηρίχτηκε σε ανελέητες συγκρούσεις διεκδικώντας το αδιαπραγμάτευτο και το ανόθευτο και που μοιραία πήρε θρυλικές διαστάσεις. Διαστάσεις που ξεπερνούν κάθε όριο αν αναλογιστούμε και το, ούτως ή άλλως, άγνωστο, διφορούμενο και πολλές φορές ακατανόητο περιβάλλον της Σοβιετικής Ένωσης, που έθρεψε γενιές ολόκληρες δυτικών με προκαταλήψεις – είτε θετικές είτε αρνητικές – που τις περισσότερες φορές κυμαινόταν από την άγνοια ως την απόλυτη ανοησία. Οι καλλιτέχνες του ανατολικού μπλοκ που αναγνωρίζονταν στο δυτικό κόσμο κουβαλούσαν πάντα μια μυστηριώδη αχλή και δημιουργούσαν αμηχανία και στα δύο στρατόπεδα. (Η έννοια παραπέτασμα δεν είναι τυχαία). Ο Ταρκόφσκι είναι ίσως το χαρακτηριστικότερο δείγμα καλλιτέχνη που βρίσκεται ακριβώς σ’ αυτό το πολιτικό μεταίχμιο και στροβιλίζεται ανάμεσα σε δύο τρομακτικές δίνες, του καπιταλιστικού και του κομμουνιστικού κόσμου. Ο δεύτερος τον κοιτά με καχυποψία, ενώ ο πρώτος, βομβαρδισμένος από τους διθυράμβους της διανόησης, πέραν της καχυποψίας, διατηρεί και τη συνωμοτική διάθεση της θέασης σ’ ένα απαγορευμένο παράθυρο.
Κάπως έτσι φτάνουμε στη σχιζοφρενική αντιφατικότητα που καθορίζει οτιδήποτε αφορά τον Ταρκόφσκι. Οι σοβιετικές αρχές κάνουν ό,τι μπορούν για να δυσκολέψουν το έργο του, τον λογοκρίνουν,

19.10.11

ΝΤΑΡΙΟ ΦΟ. ΔΕΝ ΠΛΗΡΩΝΩ - ΔΕΝ ΠΛΗΡΩΝΩ

Ντάριο Φο(1926-)
Του Θανάση Μπαντέ

 Ο Ντάριο Φο το 1974 σκάρωσε και παρουσίασε ένα θεότρελο θεατρικό έργο με τον τίτλο «Δεν πληρώνω, δεν πληρώνω». Μέσα σε μια από τις πολλές πετρελαϊκές κρίσεις, που όπως φαίνεται τείνουν στη μονιμότητα, με τον πληθωρισμό να καλπάζει και τους εργάτες να χάνουν τις δουλειές τους ή να υποαπασχολούνται με τα γνωστά εργασιακά τερτίπια της ημιαπασχόλησης που σημαίνουν απλήρωτη εργασία, μια ομάδα γυναικών μπουκάρει σε σούπερ – μάρκετ και αρνείται να πληρώσει τις νέες υπερδιπλάσιες τιμές, λόγω κρίσης, των προϊόντων. Δημιουργούν τρομακτική σύγχυση στο ταμείο, έρχονται σε ανοιχτή ρήξη με το διευθυντή, σχεδόν τον απειλούν με λιντσάρισμα, και τελικά αρπάζουν τα αγαθά πληρώνοντας κατά βούληση. Το πράγμα παίρνει τεράστιες διαστάσεις, αφού κάποιες γυναίκες φτάνουν σε σημείο να αρπάζουν ό,τι βρουν, χωρίς να πληρώσουν τίποτα. Ένα άνευ προηγουμένου πλιάτσικο.

Ο Σταϊνμπεκ - οι μεταναστες και Ο ΣΥΓΧΡΟΝΟΣ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ

John Ernst Steinbeck(1902-1968)
σχοίάζει ο Θανάσης Μπαντές

Το 1939 κυκλοφόρησαν στην Aμερική «Τα σταφύλια της οργής», ένα βιβλίο που έμελε να γίνει σήμα κατατεθέν του Στάινμπεκ. Θέμα του βιβλίου οι αγρότες του 30 που έχασαν τις περιουσίες τους από τις τράπεζες και εγκατέλειψαν τα σπίτια τους αναζητώντας μια καλύτερη τύχη στην Καλιφόρνια. Πολύ κλασικό μυθιστόρημα, διασκευάστηκε και κινηματογραφικά από τον Τζων Φορντ, συναρπάζει τον αναγνώστη από την πρώτη σελίδα αφενός με τις αριστοτεχνικές περιγραφές του ανθρώπινου πόνου κι αφετέρου με τον αφοπλιστικό ουμανισμό που προβάλλει. Οι μετανάστες φορτώνουν τα πενιχρά τους υπάρχοντα σε κάρα και διασχίζουν ολόκληρη την Αμερική προς εύρεση εργασίας. Όμως όσο πιο πολλοί είναι οι εξαθλιωμένοι τόσο περισσότερο δυσχεραίνουν και οι συνθήκες εργασίας, οι αμοιβές και τα ωράρια. Είναι θέμα προσφοράς και ζήτησης όπως ορίζει ξεκάθαρα ο καπιταλιστικός νόμος. Έτσι βλέπουμε τους μετανάστες να δουλεύουν από το πρωί μέχρι το βράδυ με μοναδική αμοιβή ένα κομμάτι λαρδί και μερικές πατάτες για να ταΐσουν τα παιδιά τους. Βλέπουμε μωρά να πεθαίνουν από την πείνα, ανθρώπους να παρακολουθούν ανήμποροι το θάνατο της φαμίλιας, τρελούς, αλκοολικούς, κατεστραμμένους, με δυο λόγια ανθρώπους που χάνουν ή έχουν χάσει από καιρό κάθε ανθρώπινη υπόσταση.
 Από την άλλη βλέπουμε τους ιδιοκτήτες χωραφιών να θησαυρίζουν εκμεταλλευόμενοι την κατάσταση κι εξασφαλίζοντας δωρεάν εργατικά χέρια. Και κάπως έτσι γεννιέται ο ρατσισμός. Οι μετανάστες εργάτες δεν έχουν κανένα δικαίωμα και δεν αξίζουν κανένα σεβασμό. Είναι υπάνθρωποι που αξίζουν αυτά που παθαίνουν,

16.10.11

για την ελευθερη βουληση(ξανα)

Ζακ Λουί Νταβίντ(1748-1825). Ο θάνατος του Σωκράτη.
Σαν συνέχεια της προηγούμενης ανάρτησης για την έννοια της ελεύθερης βούλησης, θα γίνει μια ακόμη αναφορά στη σχέση της με την αιτιοκρατία.
Το πρόβλημα της ελεύθερης βούλησης απασχόλησε τους φιλόσοφους από την εποχή του Σωκράτη. Μέχρι τότε γύρω από την ανθρώπινη συμπεριφορά υπήρχαν κυρίως κανόνες για το πώς έπρεπε να συμπεριφέρεται ο άνθρωπος, συμπυκνώνοντας σε αυτούς τις κοινωνικές απαιτήσεις. Ήταν δηλαδή περισσότερο μια ηθολογία. Με την ανάπτυξη της Ελληνικής φιλοσοφίας και κυρίως με την ανάπτυξη της ιδιότητας του πολίτη που συναποφασίζει για τους νόμους της πολιτείας, που αυτοί οι νόμοι θα εκπορεύονται από αυτόν και όχι από κάποιον θεό ή κάποιον δεσπότη που αποφασίζει για λογαριασμό του, άρχισε να αναπτύσσεται ο προβληματισμός για τα ποια είναι τα κίνητρα των πράξεων μας και κατά πόσο το κάθε άτομο είναι υπεύθυνο για τις αποφάσεις που παίρνει. Ήταν ακόμη ο τρόπος σκέψης που ψάχνει να βρει τις πραγματικές αιτίες πίσω από τα φαινόμενα στηριζόμενος στη λογική σκέψη και όχι στις μυθοπλασίες ή να τις αποδίδει απλώς σε κάποιο θεό.
Έπρεπε να απαντηθεί το ερώτημα, αν ο άνθρωπος αποφασίζει ελεύθερα για τις πράξεις του και άρα είναι υπεύθυνος γι αυτές ή αυτές λόγω της αιτιακής αλληλουχίας των φυσικών φαινομένων καθορίζονται από κάποιες αναγκαιότητες, ή υπακούουν σε έναν γενικό προκαθορισμένο σχέδιο, οπότε δεν υπάρχει ελευθερία βούλησης και άρα δεν είναι υπεύθυνος για αυτές τις πράξεις. Σ’ αυτή την περίπτωση δηλαδή ούτε ευθύνη μπορούμε να αποδώσουμε αλλά από την άλλη ούτε και έπαινο.
Οι απαντήσεις σ' αυτά τα ερωτήματα στηριζόταν στους εξής συλλογισμούς. Κατ’ αρχήν

9.10.11

η εννοια της ελευθερης βουλησης


Για να μπορέσουμε να προσεγγίσουμε την έννοια που ονομάζουμε ελεύθερη βούληση, πρέπει να τη δούμε στο πλαίσιο της εξελικτικής διαδρομής των βιολογικών οργανισμών, της δυνατότητας διαφορετικών επιλογών, εναλλακτικών απαντήσεων στα ερεθίσματα του περιβάλλοντος και της παράλληλα σταδιακής και σχετιζόμενης με αυτό, ανάπτυξης της νόησης και της συνείδησης.
 Όσο πάμε προς τα ανώτερα θηλαστικά, η πρόσθεση νευρωνικών δικτύων της πιο περίπλοκης συμπεριφοράς, κάνει ορατή την εμφάνιση αυτού που ονομάζουμε νοημοσύνη. Όσο πιο πολλά νευρωνικά δίκτυα έχουν δημιουργηθεί, τόσο περισσότερη ευλυγισία υπάρχει για διαφορετικές απαντήσεις στα ερεθίσματα του περιβάλλοντος. Δημιουργείται σταδιακά μέσα απο τα εκατομμύρια χρόνια της εξέλιξης, ένα απίστευτα πολύπλοκο νευρικό σύστημα που επεξεργάζεται έναν εκπληκτικό αριθμό πληροφοριών. Στον άνθρωπο με τη δημιουργία της συνείδησης ανώτερης τάξης, την εννοιολογική κατηγοριοποίηση και μνήμη, τη δημιουργία της γλώσσας, που υποστηρίζονται από την μεγάλη ανάπτυξη του μετωπιαίου φλοιού, δημιουργείται η δυνατότητα της πολλαπλής επανεισόδου στα αρχικά νευρωνικά δίκτυα και έτσι πολλαπλασιάζεται σε μεγάλο βαθμό η δυνατότητα διαφορετικών επιλογών στα πιο διαφορετικά ερεθίσματα του περιβάλλοντος. Επειδή κάθε νέο στάδιο εξέλιξης περιλαμβάνει και τις πληροφορίες αλλά και τις δομές, τουλάχιστον όσον αφορά το νευρικό σύστημα ευδιάκριτες, από τα προηγούμενα εξελικτικά στάδια, θα μπορούσαμε να την παρομοιάσουμε από πλευράς ποσότητας πληροφοριών του συστήματος και δυνατότητας διαφορετικών επιλογών στην αλληλεπίδρασή του με το περιβάλλον, άλλα συστήματα κλπ, με μια ανάποδη πυραμίδα, που όσο πάμε προς τα κάτω οι επιλογές είναι πιο περιορισμένες, ενώ όσο ανεβαίνουμε υπάρχει μεγαλύτερη ευλυγισία στις δυνατές επιλογές λόγω της πρόσθεσης συνεχώς νέων νευρωνικών κυκλωμάτων και της πολλαπλής σύνδεσης μεταξύ τους που αυξάνει εκθετικά τις θεωρητικά δυνατές επιλογές.

(Η ανταλλαγή πληροφοριών είναι μια γενική ιδιότητα της ύλης. Ανταλλαγή πληροφοριών μέσω σημάτων γίνεται και από τα στοιχειώδη σωμάτια της ύλης σε υποατομικό επίπεδο αλλά και τα άτομα και τα μόρια και όσο ανεβαίνουμε σε ανώτερα επίπεδα οργάνωσης της φύσης και πάμε στους πιο πολύπλοκους έμβιους οργανισμούς, πολλαπλασιάζεται σε τεράστιο βαθμό αυτή η ανταλλαγή πληροφοριών αλλά και αρχίζει να γίνεται ορατή η δυνατότητα των πολλαπλών απαντήσεων στις περιβαλλοντικές επιδράσεις. Δηλαδή 

Inner City Blues

6.10.11

Steven Paul Jobs

Πέθανε ο Στηβ Τζομπς(24 Φεβρ. 1955-5 Οκτ. 2011),  συνιδρυτής και πρώην διευθύνων σύμβουλος της Apple, πρωτοπόρος οραματιστής των νέων τεχνολογιών, ενός εργαλείου που άλλαξε και συνεχίζει να αλλάζει πιο γρήγορα από ποτέ, τον κόσμο μας.

3.10.11

Ο ΚΑΣΑΡΕΣ ΚΑΙ Η ΕΙΚΟΝΙΚΗ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ

Adolfo Bioy Casares(1914-1999)
  σχολιάζει ο Θανάσης Μπαντές

Ο Αδόλφο Μπιόι Κασάρες έγραψε το μυθιστόρημα «Η εφεύρεση του Μορέλ» το 1940. Ήρωας του έργου ένας τυχοδιώκτης που για να αποφύγει τη φυλακή καταφεύγει σε ερημονήσι που όχι απλώς δεν πατάει άνθρωπος, αλλά υπάρχει η φήμη ότι όποιος πήγε εκεί ή πέθανε ή τρελάθηκε. Η φήμη αυτή είναι που ώθησε τον ήρωα στην επιλογή του συγκεκριμένου νησιού αφού λειτούργησε ως διαπιστευτήριο απομόνωσης. Με την άφιξή του παρατηρεί ένα σπίτι χτισμένο σ’ ένα λόφο κι όπως είναι φυσικό κατευθύνεται εκεί. Το σπίτι είναι σε πολύ καλή κατάσταση, διώροφο, απολύτως κατοικήσιμο, ένα πολύ ευχάριστο ξάφνιασμα για τον κυνηγημένο. Όμως μέσα σε λίγες ώρες ακούγονται φωνές. Πλησιάζει μια παρέα αντρών και γυναικών. Ξένοιαστη παρέα, όλο γέλια και πειράγματα που όμως φέρνει τον ήρωα σε τέτοιο πανικό που φεύγει τρέχοντας προς τα αφιλόξενα βράχια. Περνά ώρες βασανιστικής αγωνίας. Ποιοι είναι αυτοί; Πώς ήρθαν; Μήπως τους ανήκει το νησί; Μήπως αυτοί έσπειραν τις φριχτές φήμες για το μέρος προκειμένου να διασφαλίσουν την ησυχία τους; Πώς θα αντιδράσουν αν τον δουν; Μήπως θα καλέσουν το λιμενικό; Η τελευταία σκέψη τον εξουθενώνει. Γυρίζει όλη τη βραχώδη παραλιακή περίμετρο του νησιού αλλά δεν βλέπει σκάφος ή βάρκα ή έστω φουσκωτό.

Tomatito - A Mi Nina Rosa Alba/Vengo - Demone Flamenco OST

Al Hirt - Green Hornet

26.9.11

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΚΟΝΔΥΛΗ. προϋποθέσεις, παραμετροι και ψευδαισθησεις της ελληνικης εθνικης πολιτικης

Το κείμενο που ακολουθεί είναι το επίμετρο που έγραψε ο Παναγιώτης Κονδύλης για την Ελληνική έκδοση του βιβλίου του "πλανητική πολιτική μετά τον ψυχρό πόλεμο", από τις εκδόσεις ΘΕΜΕΛΙΟ το 1992, που είχε κυκλοφορήσει πρώτα στη Γερμανία.
Αποτελεί μια προφητική ανάλυση για το πως εξελίχθηκαν από τότε τα πράγματα στη χώρα μας, που δείχνει τη δύναμη της αναλυτικής του σκέψης.
(Το κείμενο το πήρα από το διαδίκτυο).
                    
Παναγιώτης Κονδύλης(1943-1998)
        Π. ΚΟΝΔΥΛΗΣ

25.9.11

ΓΙΑ ΝΑ ΤΕΛΕΙΩΝΟΥΜΕ ΜΕ ΤΟΝ ΘΕΡΒΑΝΤΕΣ

σχολιάζει ο Θανάσης Μπαντές

Στο χρονικό διάστημα που μεσολαβεί ανάμεσα στην κυκλοφορία των δύο τόμων του Δον Κιχώτη (ο πρώτος εκδόθηκε το 1605 και ο δεύτερος το 1615) ο Θερβάντες παρουσιάζει στο κοινό τις «Παραδειγματικές Νουβέλες» το 1613. Οι «Παραδειγματικές Νουβέλες», 12 στον αριθμό, είναι ίσως το δεύτερο πιο αντιπροσωπευτικό έργο του Θερβάντες, μετά τον Δον Κιχώτη. Θεωρούνται πολύ αξιόλογα δείγματα γραφής για την εποχή τους, αφού παρουσιάζουν μια συνολική εικόνα τόσο των αντιλήψεων που επικρατούσαν, όσο και των κοινωνικών δομών σε όλη τους την έκταση. Ο Θερβάντες δηλαδή, ενώ - όπως ίσως είναι φυσικό - στις περισσότερες νουβέλες ασχολείται με τα επιφανή κοινωνικά στρώματα της αριστοκρατίας, δεν διστάζει να αφιερώσει νουβέλες ολόκληρες στον κόσμο του περιθωρίου που εκτίνεται από μικροαπατεώνες ως το οργανωμένο έγκλημα και από τυχοδιώκτες ως τον κόσμο των τσιγγάνων που φυσικά δεν χαίρουν καμιάς κοινωνικής εκτίμησης. Παρότι οι εικόνες που μεταφέρονται από αυτά τα χαμηλά – έως λούμπεν – κοινωνικά στρώματα είναι άκρως ρομαντικές κι εξωραϊσμένες και παρόλο που πολλές φορές αναπαράγει – προς τέρψη των αναγνωστών - σαφή κοινωνικά στερεότυπα, όπως π.χ. ότι οι τσιγγάνοι είναι κλέφτες από γεννησιμιού τους ή ότι οι αριστοκρατικοί γόνοι εκπληρώνουν όλα τα πρότυπα ηθικής από θέση αρχής, και μόνο η αναφορά τέτοιων ομάδων είναι αναμφισβήτητη πρωτοπορία. Ο Θερβάντες ως άνθρωπος της πιάτσας και των καθημερινών συναλλαγών, γέννημα – θρέμμα δηλαδή της λαϊκής κουλτούρας, είναι αδύνατο να κλείσει τα μάτια μπροστά στο πολυπληθές κοινωνικό σύνολο του περιθωρίου που ζει με απάτες και μικροκλοπές, που αποκτά την εικόνα του οργανωμένου και του αυτόνομου και που επιβιώνει χάρη στη διαφθορά της κρατικής μέριμνας για την πάταξή του. Αν κι έχουν περάσει σχεδόν τετρακόσια χρόνια ερχόμαστε μπροστά σε οικείες κοινωνικές πραγματικότητες και σε νόμους διαφθοράς – από τους Νονούς ως τους διεφθαρμένους αστυνομικούς και δικαστές – τόσο διαχρονικούς που φαντάζουν ακατανίκητοι.
Οι νουβέλες «η τσιγγανοπούλα» και «ο Ρινκονάκος κι ο Κορταδούλης» είναι απολύτως χαρακτηριστικές. Φυσικά ο Θερβάντες δεν επικεντρώνει στην κοινωνική κριτική, ούτε επιχειρεί ένα δυναμικό - καυστικό ντοκουμέντο για την εγκληματική διαπλοκή, εξάλλου θα ήταν άδικο να ζητήσουμε κάτι τέτοιο, αλλά

21.9.11

Ο ΘΕΡΒΑΝΤΕΣ - Ο ΒΙΟΣ - Η ΠΟΛΙΤΕΙΑ ΚΑΙ Ο ΔΟΝ ΚΙΧΩΤΗΣ


σχολιάζει ο Θανάσης Μπαντές

Προσωπογραφία του Μιγκέλ ντε Θερβάντες
(1547-1616), που έγινε περίπου το 1600.
Η αλήθεια είναι ότι έχουν γραφεί δεκάδες βιογραφίες του Θερβάντες κι αλήθεια είναι επίσης ότι τελικά ξέρουμε λίγα πράγματα γι’ αυτόν. Αυτό που έχει αποτυπωθεί είναι ένας βασικός κορμός των περιστατικών που συνθέτουν τη ζωή του, αλλά χωρίς εκείνες τις λεπτομέρειες που μπορούν να μας οδηγήσουν σε ασφαλή συμπεράσματα για τις σκέψεις του, το χαρακτήρα του, τα κίνητρα της συμπεριφοράς του, με δυο λόγια τον άνθρωπο Θερβάντες. Ακόμα και η στάση του στα ζητήματα της λογοτεχνίας είναι ασαφής, αφού πέρα από το έργο του δεν έχουμε κανένα άλλο στοιχείο που να ξεκαθαρίζει την οπτική που προσέγγιζε τη λογοτεχνία ή το πώς όριζε την ποιότητα σ’ ένα λογοτεχνικό έργο ή ποια καινοτομία ήθελε ο ίδιος να πετύχει. Τα στοιχεία που υπάρχουν για τους συγγραφείς που θεωρούσε ικανούς κι εγκωμίαζε και αυτούς που καυτηρίαζε και ειρωνευόταν, κατά πάσα πιθανότητα δεν αποτελούν τεκμήρια των λογοτεχνικών του προτιμήσεων, αφού οι σχέσεις του με το λογοτεχνικό γίγνεσθαι της εποχής ήταν μόνιμα διαταραγμένες και οι χαρακτηρισμοί του λειτουργούσαν περισσότερο ως διπλωματική απόπειρα για επιβίωση σ’ έναν κόσμο εχθρικό παρά ως τίμιες λογοτεχνικές κριτικές. Εξάλλου και το ίδιο του το έργο είναι πολυποίκιλο και ώρες – ώρες αντιφατικό. Από τη μια δημιουργεί μια λογοτεχνική επανάσταση με το Δον Κιχώτη κι από την άλλη υιοθετεί όλα τα ανόητα κλισέ της εποχής γράφοντας νουβέλες αμφιβόλου ποιότητας που υμνούν τον αιώνιο έρωτα, τις αρετές της αριστοκρατίας κτλ, εστιάζοντας στην περιπέτεια που στις περισσότερες περιπτώσεις έχει ευτυχή κατάληξη, συνήθως το γάμο και τη δικαίωση του ανόθευτου έρωτα. Τα πολυάριθμα θεατρικά που έγραψε δεν είχαν ιδιαίτερη επιτυχία και δεν γνωρίζουμε παρά ελάχιστα πράγματα γι’ αυτά. Έτσι, μόνο υποθέσεις μπορούμε να κάνουμε για τον άνθρωπο και λογοτέχνη Θερβάντες, υποθέσεις που τις περισσότερες φορές αποδεικνύονται παρακινδυνευμένες και που περισσότερο πλάθουν το Θερβαντικό μύθο παρά εξυπηρετούν την αλήθεια.
Ο Αντρές Τραπιέγιο σε μια πρόσφατη βιογραφία που κυκλοφόρησε, μόλις το 1992, αναφέρει ότι ακόμα και η ημερομηνία της γέννησης του Θερβάντες δεν μπορεί να θεωρηθεί σίγουρη. Μάλλον ήταν στις 29 Σεπτεμβρίου του 1547, στην Αλκαλά δε Ενάρες. Γόνος πολυάριθμης

και πάλι altan



Ελπίζω κάποιος να είναι έτοιμος να δώσει τη  ζωή του,
για να υπερασπιστεί το δικαίωμά μου
 να λέω όλες αυτές τις μαλακίες που σκέφτομαι.



19.9.11

ο Χεγκελ, ο Πλατωνας και το τελος (σκοπος) της ιστοριας


Georg Wilhelm Friedrich Hegel(1770-1831)
Υπάρχει κάποιος σκοπός(τέλος) στο ιστορικό γίγνεσθαι; Ή το γίγνεσθαι είναι μια ανοιχτή διαδικασία χωρίς κανένα προσδιορισμένο εκ των προτέρων σκοπό;
Από τότε που ο άνθρωπος άρχισε να κατανοεί τον εαυτό του, προσπάθησε να δώσει συνολικές ερμηνείες για το ανθρώπινο πεπρωμένο. Δρώντας σε ένα περιβάλλον ρευστό, εξαρτημένος σε μεγάλο βαθμό από το τυχαίο, το απρόβλεπτο, το ανεξέλεγκτο, έρμαιο στα στοιχεία της φύσης, όπου υπέφερε και στο τέλος πέθαινε, κάτι δηλαδή που δεν είχε νόημα, ένοιωσε την ανάγκη να δώσει ένα νόημα στην ύπαρξή του, δημιουργώντας ιστορίες συνολικές, για το πριν, το τώρα και το μετά, εντάσσοντας μέσα σ' αυτές τον εαυτό του. Αυτό καταλάγιαζε την αγωνία του προσφέροντάς του και τις απαραίτητες ισχυρές βεβαιότητες, που στηρίζονται κυρίως στα συναισθήματα του φόβου, της ανάγκης για ασφάλεια και πολύ λιγότερο στην λογική εξεργασία των αντικειμενικών δεδομένων.
Οι πρώτες τέτοιου είδους ερμηνείες, ιστορίες, αφορούσαν τη στενή ομάδα στην οποίαν συμμετείχε και από την επιβίωση της οποίας εξαρτιόταν και η δική του επιβίωση, στη συνέχεια αφορούσαν την φυλή, την πόλη, το κράτος κλπ.
Τα μεγάλα θρησκευτικά συστήματα, τα οποία ήταν συνέχεια των ιστοριών για τη φυλή και την πόλη, έπαιξαν παρόμοιο ρόλο, έχοντας ένα σωτηριολογικό περιεχόμενο, όπου ο άνθρωπος εντάσσοντας τον εαυτό του μέσα σε αυτό το γενικότερο σχέδιο, θα σωθεί.


Στα μεγάλα θρησκευτικά συστήματα, το ιστορικό γίγνεσθαι, έχει τη μορφή ενός κρυφού σχεδίου ανάπτυξης στο οποίο εκδηλώνεται η θέληση του θεού, η οποία το οδηγεί σε ένα πεπρωμένο, μέσα στο οποίο ο άνθρωπος δεν έχει δυνατότητες παρέμβασης, ίσως μόνο

Γ. Ιωαννου, απο το σημερινο ΕΘΝΟΣ

και τρια περσινα σκιτσα του Γ. Ιωαννου απο το ΕΘΝΟΣ

 
 
του Γ. Ιωάννου, από το ΕΘΝΟΣ (31/8/10
    

του Γ. Ιωάννου από το ΕΘΝΟΣ(25/3/10)


του Γ. Ιωάννου από το ΕΘΝΟΣ(29/3/10)

 

18.9.11

Ο ΚΕΣΤΝΕΡ - Η ΠΑΡΑΚΜΗ ΚΑΙ Η ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΥΡΩΠΗ




Emil Erich Kastner(1899-1974)
σχολιάζει ο  Θανάσης Μπαντές  
(με τα κείμενα που μου έχει στείλει ο φίλος Θανάσης Μπαντές, εγώ βρήκα την ευκαιρία και ..τεμπελιάζω. Νομίζω όμως ότι είναι πολύ ενδιαφέροντα. Και έχω και άλλα..)

 Βρισκόμαστε στη μεσοπολεμική Γερμανία. Ο Χίτλερ δεν έχει κάνει ακόμα δυναμικά την εμφάνισή του. Βερολίνο. Ο Φάμπιαν βρίσκεται σ’ ένα καφέ και μετεωρίζεται σ’ ένα δίλημμα – γρίφο. Να πάει ή να μην πάει; Είναι αδύνατο να πάρει απόφαση. Είναι αδύνατο να σκεφτεί λογικά. Είναι αδύνατο να καταλάβει τι θέλει και τι δεν θέλει. Είναι αδύνατο να εξουσιάσει τον εαυτό του. Αφήνει την τύχη να αποφασίσει γι’ αυτόν. Φωνάζει το σερβιτόρο να του απαντήσει ένα ξερό ναι ή όχι. Ο σερβιτόρος ξαφνιάζεται. Τελικά μπαίνει στο νόημα και απαντάει όχι. Ο Φάμπιαν αποφασίζει: θα πάει.
Μ’ αυτό τον τρόπο ξεκινά το μυθιστόρημα του Έριχ Κέστνερ «Φάμπιαν, η ιστορία ενός ηθικολόγου» και κάπως έτσι ξεκαθαρίζονται όλα από την αρχή.
Άνθρωποι παραιτημένοι, μισότρελοι, άνθρωποι που αδυνατούν να κουβαλήσουν τη μοίρα τους έστω και στο ελάχιστο. Άνθρωποι που βουλιάζουν στα καφενεία ως μοναδική καταφυγή, εθελοντικά έρμαια μιας αδυσώπητης τύχης. Και το ζήτημα απογειώνεται όταν αμέσως μετά γίνεται γνωστό το περιεχόμενο του διλήμματος. Ο Φάμπιαν καταφτάνει σ’ ένα επονομαζόμενο ίδρυμα πνευματικών προσεγγίσεων. Μια κυρία τον υποδέχεται και του ζητά τα στοιχεία. Η ίδια αποκαλεί το ίδρυμα λέσχη. Ο Φάμπιαν πληρώνει αρκετά λεφτά για εγγραφή και είσοδο. Το ίδρυμα - λέσχη δεν είναι παρά ξεπεσμένο πορνείο που όμως διατηρεί αδιαπραγμάτευτο κοινωνικό κύρος και το επιβάλλει ορθώνοντας την επιτακτική επισημότητα του ψευτοαριστοκρατικού προσωπείου. Όλος ο καλός ο κόσμος είναι εκεί. Εξάλλου η υψηλή τιμή εξασφαλίζει την πελατειακή αφρόκρεμα. Κάποιοι παίζουνε μπρίτζ, κάποιοι χορεύουν. Ο Φάμπιαν είναι αμήχανος. Μια κοπέλα τον προσεγγίζει σχεδόν αμέσως. Ο Φάμπιαν γίνεται ακόμα πιο αμήχανος. Τελικά

15.9.11

Ο ΛΟΟΥΡY ΚΑΙ ΤΟ ΗΦΑΙΣΤΕΙΟ


σχολιάζει ο Θανάσης Μπαντές

Ο Malcolm Lowry(1909-1957)  με την πρώτη σύζυγό του
Jan Gabrial. Η Υβόν του μυθιστορήματος.
Δε νομίζω ότι μπορεί να βρεθεί πιο αυτοκαταστροφικό, πιο επώδυνο, πιο αδιεξοδικό, πιο παράτολμο και πιο καταραμένο βιβλίο από το «Κάτω από το Ηφαίστειο» του Μάλκολμ Λόουρυ. Άρχισε να γράφεται το 1937 και ολοκληρώθηκε σε εννιά χρόνια. Όταν εκδόθηκε το 1947 στην Ευρώπη και στην Αμερική δέχτηκε διθυραμβικές κριτικές. Θεωρήθηκε ως ένα από τα πιο πρωτότυπα έργα του 20ου αιώνα. Ο Λόουρυ δεν έγραψε κανένα άλλο ολοκληρωμένο έργο. Πέθανε από ατύχημα (ασφυξία) στα 48 του χρόνια αφήνοντας πίσω ένα τεράστιο όγκο χειρογράφων που όμως τίποτε από αυτά δεν αποτελούσε κάτι ολοκληρωμένο. Θα λέγαμε ότι καταδικάστηκε να παραμείνει συγγραφέας του ενός έργου καθώς εξάντλησε τον εαυτό του σε πειραματισμούς και την αναζήτηση του τέλειου που αποδεικνύεται χίμαιρα. Μετά το θάνατό του η δεύτερη γυναίκα του, η Μάρτζερι Μπρόννερ Λόουρυ, κι ένας καλός του φίλος, ο Ντάγκλας Νταίυ, εκμεταλλεύτηκαν αυτά τα χειρόγραφα και κάνοντας κάποιες συνθέσεις εξέδωσαν μέρος τους, γεγονός που υποθέτουμε ότι δεν θα έκανε ο ίδιος ο Λόουρυ.
Το «Κάτω από το Ηφαίστειο», κατά τα πρότυπα του Τζόυς, εκτυλίσσεται σε μία μόνο μέρα και η παρουσίαση του κεντρικού ήρωα, του πρόξενου, γίνεται, κατά τα αρχαιοελληνικά πρότυπα, μέσα από τη συζήτηση τρίτων που περιγράφουν στις πρώτες σελίδες μια άκρως αινιγματική φυσιογνωμία βυθισμένη στο αλκοόλ. Το αλκοόλ, μέσα από αυτή τη συζήτηση, προτού ακόμα εμφανιστεί ο πρόξενος, φαίνεται ως ο καθοριστικός παράγοντας που εξελίσσει όλη τη δράση και που απλώνεται σαν συλλογική κατάρα και σαν μονόδρομος που οριοθετεί τα πλαίσια κάθε συμπεριφοράς. Οι συζητητές περιγράφουν τη μέθη ως κάτι απόλυτα φυσιολογικό, ως αφοπλιστικό αναπόφευκτο και δεδομένο. Κι αφού χτίζεται το αυτοκαταστροφικό υπόβαθρο της ιστορίας, μέσα σε ελάχιστες σελίδες, έρχεται και η είδηση. Η Υβόν, η γυναίκα που είχε εγκαταλείψει τον πρόξενο,

13.9.11

Ο ΚΕΡΟΥΑΚ – ΤΟ ΜΠΙΓΚ ΣΕΡ ΚΑΙ Η ΠΑΡΑΚΜΗ


Τζακ Κέρουακ(1922-1969)
 σχολιάζει ο Θανάσης Μπαντές

Ο Κέρουακ έγραψε το Μπιγκ Σερ τον Οκτώβριο του 1961. Το έγραψε μέσα σε 10 μόλις μέρες, σαν ανέλπιστη δημιουργική έκλαμψη σε μια περίοδο απόλυτης απελπισίας. Το καλοκαίρι που προηγήθηκε όλοι οι φίλοι και οι γνωστοί τον θυμούνται αποκλεισμένο μέσα στο σπίτι, να κάθεται σε μια κόκκινη πολυθρόνα και να πίνει από το πρωί μέχρι το βράδυ, σε μια κατάσταση σχεδόν ύπνωσης που εκδηλωνόταν είτε με απόλυτη σιωπή, είτε με παραληρηματική περιαυτολογία. Ο μόνος τρόπος για να σηκωθεί για φαγητό ήταν να έχει ήδη σερβιριστεί το κρασί του. Περιγράφεται ως «ευτραφής μεσήλικας, ανίκανος να πλυθεί ή να ξυριστεί μόνος του». Κάπως έτσι σηκώνεται ένα πρωί και ξεκινάει το Μπιγκ Σερ. Γράφει δαιμονισμένα σε κατάσταση οριακής νηφαλιότητας. Υπό αυτές τις συνθήκες τι άλλο θα μπορούσε να είναι το Μπιγκ Σερ πέρα από αγωνιώδες ουρλιαχτό; Το Μπιγκ Σερ είναι τοποθεσία, μια μικρή χερσόνησος, μακριά από τον πολιτισμό κι από το πολύβουο πλήθος. Είναι το ησυχαστήριο, το σανατόριο των ψυχικά καταρρακωμένων. Μια μικρή καλύβα, ιδιοκτησία ενός καλού φίλου πάντα πρόθυμου να την παραχωρήσει σε όποιον το επιθυμεί, είναι η μοναδική ανθρώπινη παρέμβαση σ’ ένα άγριο – ακατέργαστο τοπίο. Εκεί καταφεύγει ο Κέρουακ με εφόδια που χωράν σ’ ένα σακίδιο και μερικά βιβλία. Ψάχνει στη φύση να βρει το χαμένο του εαυτό, να ηρεμήσει, τα τακτοποιήσει τις σκέψεις του.
Κι είναι πολύ χαρούμενος γι’ αυτό. Απολαμβάνει απόλυτα τις πρώτες μέρες. Εκθειάζει το τοπίο, εκθειάζει τη θάλασσα. Περπατά, κυνηγάει, ασχολείται με χειρονακτικές εργασίες που απαιτεί η υπαίθρια επιβίωση. Θυμάται τον πολιτισμό. Θυμάται τα πανάκριβα αντικείμενα που είχε αγοράσει στο παρελθόν. Υμνεί την απλότητα και τα ελάχιστα αντικείμενα και ρούχα που έχει μαζί του και συνειδητοποιεί πλήρως την καταναλωτική ματαιότητα. Οι σελίδες που περιγράφει το πάμφθηνο σέικερ που τον εξυπηρετούσε ακόμα και στο μαγείρεμα ή το πράσινο μακό μπλουζάκι που είχε βρει κάποτε στα σκουπίδια και ήταν ίσως το πιο πολυφορεμένο του ρούχο και τα συγκρίνει με πανάκριβα πουκάμισα ή παλτό που δεν τα φόρεσε ποτέ, είναι εξαιρετικές. Θυμίζοντας Τζακ Λόντον αφοπλίζει.

10.9.11

Η ΒΙΡΤΖΙΝΙΑ ΓΟΥΛΦ ΚΑΙ ΟΙ ΑΣΤΙΚΕΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ


Βιρτζίνια Γουλφ(1882-1941)
σχολιάζει ο Θανάσης Μπαντές

Η Βιρτζίνια Γουλφ παρουσίασε στο αναγνωστικό κοινό το βιβλίο της « Η κυρία Νταλογουέι» το 1924. Μεσήλικη κυρία, η Νταλογουέι, πραγματική αυθεντία στις διοργανώσεις κοσμικών συγκεντρώσεων, διοργανώνει μια ακόμα συνάθροιση που φιλοδοξεί να είναι η πιο φαντασμαγορική απ’ όλες. Οι εκλεκτοί καλεσμένοι, όλοι μέλη της μεγαλοαστικής τάξης, είναι ειδοποιημένοι από μέρες κι ανυπομονούν να παρευρεθούν και να απολαύσουν τις τρυφηλές φροντίδες της κυρίας Νταλογουέι, που αναμένεται να ξεπεράσουν κάθε προηγούμενο. Εξάλλου και μόνο η πρόσκληση σε μια τέτοια γιορτή είναι τίτλος τιμής και επισφράγιση κοινωνικού κύρους αφού στης κυρίας Νταλογουέι δεν προσκαλείται όποιος κι όποιος αλλά μόνο οι εξέχουσες προσωπικότητες της ντόπιας πολιτικής και οικονομικής σκηνής. Έτσι όλοι ετοιμάζονται πυρετωδώς για το μεγάλο κοσμικό γεγονός, οι καλεσμένοι γιατί πρέπει να καταπλήξουν με την παρουσία και την κοσμική τους άνεση τον περίγυρο – και ποιος ξέρει, ίσως να παρουσιαστεί και καμιά οικονομική ή πολιτική ευκαιρία που πρέπει να εκμεταλλευτούν – και η κυρία Νταλογουέι γιατί πρέπει να τα έχει όλα στην εντέλεια και να διατηρήσει τον τίτλο της τέλειας οικοδέσποινας. Το ίδιο πρωί όμως γίνεται το αναπάντεχο. Καταφτάνει στην πόλη ο Γουόλς, ο εφηβικός έρωτας της κυρίας Νταλογουέι και μάλιστα την επισκέπτεται στο σπίτι της.
Η παρουσία του αναστατώνει ανεπανόρθωτα την Νταλογουέι, όχι τόσο γιατί ξυπνά το λησμονημένο ερωτικό παρελθόν, το βιβλίο δεν είναι ρομάντζο, αλλά γιατί αφυπνίζει την, από καιρό νεκρή, εφηβική της επαναστατικότητα. Ο έρωτας δηλαδή δεν παρουσιάζεται σαν γλυκιά νοσταλγία ή σαν τσίμπημα – φτερούγισμα της καρδιάς αλλά σαν ηχηρό χαστούκι της ολοκληρωτικής σύμβασης, σαν αφυπνιστική συνείδηση της απώλειας του νεανικού ονείρου για μια ζωή που τελικά ποτέ δεν θα ζήσει. Λειτουργεί ως αντανακλαστική παρόρμηση