|
Ο υπάνθρωπος. Προπαγανδιστική αφίσα του 3ου Ράιχ, το 1942. (τη φωτο πήρα από το blog "οι λέξεις έχουν τη δική τους ιστορία" του Ν. Σαραντάκου). |
Ο
Καρτέσιος είχε πει ότι δεν υπάρχει
τίποτα το τόσο παράλογο ή απίστευτο που
να μην το υποστήριξε κάποιος φιλόσοφος.
Και ο Καρλ Πόπερ με αφορμή αυτό το σχόλιο
του Καρτέσιου λέει ότι αν θέλουμε να
εξηγήσουμε γιατί η ανθρώπινη σκέψη έχει
την τάση να δοκιμάζει κάθε λύση που
είναι δυνατό να συλλάβει, σε όποιο
πρόβλημα αντιμετωπίζει, μπορούμε να
επικαλεστούμε ότι κατά κανόνα η μέθοδος
με την οποίαν προσεγγίζουμε μια λύση
είναι συνήθως η ίδια: η μέθοδος της
δοκιμής και του σφάλματος. Αυτή βασικά
τη μέθοδο χρησιμοποιούν και οι ζωντανοί
οργανισμοί κατά τη διαδικασία της
προσαρμογής. Αλλά και οι άνθρωποι
φαίνεται να έχουν την τάση να αντιδρούν
σε ένα πρόβλημα είτε με το να προτείνουν
κάποια θεωρία και να μένουν προσκολλημένοι
σ' αυτή όσο μπορούν(αν είναι εσφαλμένη
μπορεί ακόμη και να καταστραφούν από
αυτή παρά να την εγκαταλείψουν), είτε
να την εγκαταλείπουν σε περίπτωση που
δεν τους εξυπηρετεί. Όταν η μέθοδος της
δοκιμής και του σφάλματος αναπτύσσεται
όλο και πιο συνειδητά, αρχίζει να αποκτά
τα χαρακτηριστικά της “επιστημονικής
μεθόδου”, δηλαδή συνειδητά την υποβάλουν
σε κριτική και έλεγχο από πολλές και
διαφορετικές πλευρές, για να φέρει στο
φως τα τυχόν τρωτά σημεία της.
Κάτω
από το παραπάνω πρίσμα θα μπορούσαμε
να πούμε ότι και η άνοδος της Χρυσής
Αυγής βρίσκεται στα πλαίσια μιας δοκιμής
που γίνεται από ένα μέρος της Ελληνικής
κοινωνίας σε έναν προτεινόμενο τρόπο
λύσης των προβλημάτων της.
Και επειδή μέχρι
τώρα ουσιαστικά δεν έχουν πέσει στην παγίδα
άλλες αντίπαλες δυνάμεις σε μια κλιμάκωση
της βίας, με βίαιες συγκρούσεις μαζί
της, πράγμα που θα εξυπηρετούσε τα σχέδιά
της να οδηγήσουν τη χώρα σε κατάσταση
γενικευμένης αναταραχής, όπου το πεδίο
θα γινόταν ευνοϊκό για προώθηση ανώμαλων
αντιδημοκρατικών λύσεων, είναι σαν να έχουν βγει μόνοι τους "στη σέντρα" και κρίνονται.
Αυτό τους δίνει και
πλεονεκτήματα με την έννοια ότι καθορίζουν
σε μεγάλο βαθμό την ατζέντα σε θέματα
της καθημερινότητας, αλλά ταυτόχρονα,
επειδή τόσο η άποψη όσο και η τακτική
τους για την αντιμετώπιση των προβλημάτων
είναι αυτή που είναι, δοκιμάζονται και
τα όρια ανοχής των βίαιων τακτικών τους,
του ξεμπροστιάσματος και της απόρριψής
τους. Γι αυτό και ο κύκλος ανάπτυξής
τους λογικά θα περιοριστεί. Η χειραφέτηση
των ανθρώπων έχει προχωρήσει. Ούτε δέχονται λογικές κοπαδοποίησης
κάτω από ένα “μεγάλο αρχηγό”. Όσο και
αν είναι ανεκτές από κάποιους τέτοιες
μέθοδοι, όπως ξυλοδαρμοί και μαχαιρώματα
αδύναμων να αντισταθούν ανθρώπων ή
απίστευτα χυδαία υβρεολόγια από βουλευτές
τους ή χαρακτηρισμοί παρμένοι απ' ευθείας
από την ορίτζιναλ ναζιστική φρασεολογία
για “υπανθρώπους” αναφερόμενοι σε άλλους λαούς, ή το πόσο έχει
απονομιμοποιηθεί η χρήση της βίας ως
μέσο της πολιτικής αντιπαράθεσης, έχουν
αρχίσει να αγγίζουν τα όρια αυτής της
ανοχής. Τουλάχιστον σ' αυτή τη φάση που
δεν έχουμε μπει σε ανεξέλεγκτες
καταστάσεις σύγκρουσης, όπου τότε τα
πράγματα δυστυχώς αλλάζουν και ελπίζουμε
να μη μπούμε. Όταν αποσαρθρώνονται οι
κοινωνικοί θεσμοί και η κοινωνική
συνοχή, τότε επιστρέφουμε στο νόμο των
“φυλών” και τον πόλεμο για την επικράτησή
τους. Σε μια κατάσταση γενικευμένης
κρίσης, που δεν έχουμε φθάσει ακόμη αλλά
κινδυνεύουμε να μπούμε, που δημιουργεί
γενικευμένη ανασφάλεια, το κύριο κριτήριο
ελέγχου του πληθυσμού είναι η δύναμη
και ποιος την κατέχει και μπορεί να
εξασφαλίσει την “ασφάλεια” των πολιτών.
Γι αυτό και συνήθως σε τέτοιες περιόδους
έχουμε συντηρητικοποίηση των πολιτών
και πρόκριση αντιδημοκρατικών λύσεων
στο όνομα της ασφάλειας. Εξ άλλου και
τα ιδεολογικά αρχέτυπα που λειτουργούν
πιο εύκολα σε τέτοιες καταστάσεις γιατί
είναι πιο εύκολα προσβάσιμα, είναι αυτά
της συσπείρωσης γύρω από τις “πατροπαράδοτες
αξίες”. Μια ανεξέλεγκτη ανοιχτή χρεωκοπία
της χώρας είναι πιθανόν να οδηγήσει σε
παρόμοιες καταστάσεις.
Η
ιδεολογία του φασισμού δεν είναι μια
“λύση” που δεν έχει δοκιμαστεί. Έχει
δοκιμαστεί σχεδόν πολύ πρόσφατα ιστορικά
με τα καταστροφικά για την ανθρωπότητα
αποτελέσματα του τελευταίου παγκόσμιου
πολέμου. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν
υπάρχει κίνδυνος επανεμφάνισής του στις σημερινές συνθήκες επιδείνωσης της διεθνούς
κρίσης, οχύρωσης πίσω από στενά εθνικές
λύσεις, ανεργία, πολιτιστικούς ανταγωνισμούς κλπ. Και για τη χώρα μας η εμπειρία της
χούντας πέρα από την κατάλυση των
δημοκρατικών θεσμών και τη γελοιότητα
του καθεστώτος, είχε και τα γνωστά
καταστροφικά αποτελέσματα με τον
διαμελισμό της Κύπρου και του άμεσου
κινδύνου για ανεπανόρθωτη εθνική
καταστροφή και για την ίδια τη χώρα μας.
Μ' αυτή την έννοια η σύγκριση με τη
Γερμανία του μεσοπολέμου δεν στέκει γιατί απλά τότε η “δοκιμή”
του φασισμού σαν λύσης δεν είχε ακόμη απονομιμοποιηθεί, όπως έγινε στη
συνέχεια. Πέρα από το ότι η μίμηση παίρνει συχνά τη μορφή της καρικατούρας.
Στις
λύσεις που δοκιμάζονται, σύμφωνα με την
αρχική λογική που αναφέρθηκε, μεσολαβεί
η παρέμβαση της συλλογικής μνήμης, δεν
έχουν τυχαίο χαρακτήρα, δεν δοκιμάζονται
πάνω σε μια tabula
rasa, έναν
άγραφο πίνακα.
Θα πει κάποιος ότι οι νέες γενιές δεν
έχουν ανάμνηση αυτών των γεγονότων.
Αυτό ισχύει ως ένα βαθμό, όμως η συλλογική
μνήμη τους επηρεάζει όλους, σε διαφορετικό
οπωσδήποτε βαθμό και παρ' όλο που έχουν
αλλάξει πάρα πολλά πράγματα σ' αυτό το
διάστημα.
Ένα
ζήτημα σχετικό με τη συλλογική μνήμη
είναι και το ότι τα ιστορικά γεγονότα
αφήνουν για μεγάλο χρονικό διάστημα τα
ίχνη τους με τον ένα ή τον άλλο τρόπο.
Οι διάφορες “ιδέες” που υπάρχουν μέσα
στη συλλογική μνήμη λειτουργούν και ως
ένα απόθεμα εναλλακτικών επιλογών. Έτσι παρ' όλο που ο ναζισμός έφερε
την καταστροφή και σαν “δοκιμή”
ακυρώθηκε, υπάρχει πάντα ένα ποσοστό
που συνεχίζει να επηρεάζεται, από αυτούς
που όπως αναφέρθηκε δεν πτοούνται από
την αποτυχία μιας θεωρίας. Πολύ περισσότερο
όταν θεωρούν ότι οι συνθήκες που τη
γέννησαν συνεχίζουν με ένα τρόπο να
υπάρχουν. Για παράδειγμα στην Ελλάδα
υπήρχε ένα σημαντικό ποσοστό ένθερμων υποστηρικτών
της επτάχρονης χούντας, μέρος της
πολιτικής παράδοσης παλαιότερων
συγκρούσεων ή των αντιπαραθέσεων του
εμφυλίου. Μετά την μεταπολίτευση αυτή
η “ιδέα” στηλιτεύθηκε και περιορίσθηκε.
Με τη σημερινή αποσύνθεση των θεσμών,
οι υποστηρικτές αυτής της “ιδέας”
νομίζουν ότι βρήκαν την ευκαιρία να
πάρουν τη ρεβάνς και να πουν να ποια
είναι η “δημοκρατία” “σας”, “είναι
ο Άκης, είναι τα λαμόγια κλπ”. Μια
προσπάθεια δηλαδή συνολικής απαξίωσης
των δημοκρατικών θεσμών εκμεταλλευόμενοι
την απαξίωση του μοντέλου διακυβέρνησης
των τελευταίων δεκαετιών και των
εκπροσώπων του, ώστε να τους πλήξουν
συνολικά και να προβάλλουν στη θέση
τους τα σχέδια κατάλυσής τους και την
επιβολή τυραννικών φασιστικών “λύσεων”
ελπίζοντας στη λήθη που έχει υπάρξει
με το πέρασμα του χρόνου αυτό το διάστημα.
Η
κοινωνία πρέπει να μπορεί να αλλάζει
για να συνεχίζει να υπάρχει μέσα σε ένα
γρήγορα μεταβαλλόμενο κόσμο, διδασκόμενη
και από τα λάθη της αν και μερικές φορές
τα δίδακτρα είναι πολύ ακριβά, όπως
συμβαίνει σε μας.