8.2.12

παλεύοντας με τα κύματα

Παλεύοντας με τα κύματα. Εντυπωσιακή φωτογραφία από το σημερινό ΒΗΜΑ του φορτηγού πλοίου που χθες μετά τις 10 το βράδυ εξέπεμψε SOS ανοιχτά της Σκύρου, λόγω θυελλωδών ανέμων.
Το ενθαρρυντικό είναι ότι αμέσως έσπευσαν σε βοήθεια τέσσερα παραπλέοντα πλοία, μια φρεγάτα του πολεμικού ναυτικού και δύο ελικόπτερα Σούπερ Πούμα. Ένα καλό σημάδι ότι η χώρα μας λειτουργεί..Δεν έχουμε χάσει ακόμη το παιχνίδι.
Το πλοίο τελικά κατευθύνθηκε σε ασφαλή πορεία.

του Γ. Ιωάννου, από το ΕΘΝΟΣ

7.2.12

Αltan


-Σκέφτεστε πριν μιλήσετε;
-Ποτέ, θα χάσω τον ειρμό μου.


Ο ΕΣΣΕ ΚΑΙ Η ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΣΗΜΕΡΑ


Hermann Hesse(1877-1962)
σχολιάζει ο Θανάσης Μπαντές
Το 1906 σε ηλικία 29 ετών ο Γερμανός, βραβευμένος με Νόμπελ, συγγραφέας Χέρμαν Έσσε έγραψε το μυθιστόρημα «Κάτω από τον τροχό». Θέμα του έργου η εκπαίδευση. Χαρισματικός νέος σε μικρό χωριό της Γερμανίας καταπλήσσει τους δασκάλους με τις ικανότητές του κι ως εκ τούτου κρίνεται απαραίτητο να προχωρήσει στις εκπαιδευτικές βαθμίδες και να σπουδάσει. Εδώ ακριβώς ξεκινά το δράμα αφού ο Έσσε αριστοτεχνικά ξεδιπλώνει τη σαθρότητα του εκπαιδευτικού συστήματος, το απόλυτα συγκεντρωτικό, αυταρχικό πνεύμα της εποχής. Η εκπαίδευση γίνεται δουλεία καθώς ο μαθητής ως απρόσωπος σκλάβος πρέπει να αποστηθίσει πληροφορίες και να ανεχθεί νοσηρές νοοτροπίες με τις ευλογίες της κοινωνίας και την αμέριστη συγκατάθεση των γονιών. Η εκπαίδευση παρουσιάζεται ως κάτι απολύτως αποκρουστικό, ως διαδικασία απάνθρωπη, ως Γολγοθάς. Κάτι σαν τέρας που καταβροχθίζει τους νέους. Η ευφυΐα μετατρέπεται σε κατάρα. Ο ήρωας του έργου ουσιαστικά στερείται τα παιδικά και εφηβικά του χρόνια γιατί είναι ευφυής και τελικά ο αναγνώστης μακαρίζει τα υπόλοιπα παιδιά που κρίθηκαν ακατάλληλα για εκπαιδευτική συνέχεια κι αφέθηκαν στην ησυχία τους. Η χαρά δεν υπάρχει στην εκπαιδευτική διαδικασία από θέση αρχής. Το γέλιο εξαλείφεται ως στοιχείο κατώτερων υπάρξεων και τα μόνα που έχουν αξία είναι οι απολυταρχικοί κανόνες, οι εξοντωτικές ποινές και το αυστηρό πνεύμα της καταπιεστικής σοβαρότητας. Το αποστειρωτικό πνεύμα της εκπαίδευσης, αποκομμένο από κάθε πλευρά της πραγματικής ζωής, οδηγεί το νέο στην πιο βαθιά άγνοια αφού γνωρίζει τραγικό τέλος μόλις ανακαλύπτει την αληθινή χαρά στη συντροφικότητα και το ανέμελο μεθύσι ενός πανηγυριού.
Σήμερα, πάνω από 100 χρόνια από τη συγγραφή του βιβλίου, τα πράγματα στην εκπαίδευση έχουν αλλάξει. Δεν υπάρχουν σωματικές ποινές, υπάρχει ασφαλώς πιο φιλελεύθερο πνεύμα, οι γονείς ασχολούνται πολύ με την ψυχολογία των παιδιών, γίνονται απόπειρες για δημιουργική επαφή με την τέχνη, οργανώνονται εκδρομές που συνδυάζουν τη χαρά με τη μόρφωση.

Paul Cezanne. The card players.


Ο πίνακας του Σεζάν που πουλήθηκε πρόσφατα στη βασιλική οικογένεια του Κατάρ, από τους κληρονόμους του εφοπλιστή Γιώργου Εμπειρίκου, με την οικογένεια του οποίου είχαν σχέσεις,  στην αστρονομική τιμή των 250 εκατομμυρίων δολαρίων, σύμφωνα με το περιοδικό Vanity Fair. Η ακριβότερη αγορά πίνακα που έγινε ποτέ. Θα φιλοξενείται στο καινούργιο Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης στη Ντόχα, πρωτεύουσα του Κατάρ.



Αντίστοιχος πίνακας του Σεζάν, με το ίδιο θέμα, βρίσκεται στο Metropolitan Museum of Art στη Νέα Υόρκη.












Άλλη παραλλαγή του ίδιου θέματος, που βρίσκεται στο Musee d’Orsay στο Παρίσι.











Η τέταρτη παραλλαγή του ίδιου θέματος, βρίσκεται στο The Courtauld Gallery στο Somerset House στο Λονδίνο.








Υπάρχουν παραλλαγές του πίνακα με περισσότερα πρόσωπα.

Ο Σεζάν(1839-1906),  επέστρεψε στη γενέτειρά του Aix-en-Provence στην Προβηγκία, στη νότια Γαλλία(30 χλμ βόρεια της Μασσαλίας), το 1890, με κλονισμένη υγεία, απομονωμένος σχεδόν τελείως στον εαυτό του και έζησε εκεί μέχρι τον θάνατό του.
Οι πίνακες αυτής της σειράς, οι χαρτοπαίκτες, έγιναν το διάστημα 1892-1895. 

 Το Κατάρ είχε αγοράσει πρόσφατα και 11 πίνακες του Ρωσο-Αμερικανού εξπρεσιονιστή ζωγράφου Mark Rothko για το ποσό των 310 εκατομμυρίων δολαρίων. Στο Κατάρ δημιουργήθηκε επίσης το 2008 το Μουσείο Ισλαμικής Τέχνης και το 2010 το Αραβικό Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης. Ένα Εθνικό Μουσείο είναι επίσης προγραμματισμένο να ανοίξει το 2013.
Τα δολάρια από το πετρέλαιο είναι πολλά..
Επικεφαλής των Μουσείων του Κατάρ (Qatar  Museum Aythority) είναι η 28χρονη κόρη του Εμίρη του Κατάρ.


Πάρθηκαν πληροφορίες από το Art Observed

3.2.12

Ο ΚΑΜΥ - Ο ΣΙΣΥΦΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΠΑΡΑΛΟΓΑ


         σχολιάζει ο Θανάσης Μπαντές       
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η, σχεδόν αποφθεγματική, διαπίστωση του Αλμπέρ Καμύ «Πρέπει να φανταστούμε το Σίσυφο ευτυχισμένο» είναι, τουλάχιστο εξ’ αρχής, τελείως παράλογη. Ο Σίσυφος είναι ο γνωστός θνητός που καταδικάστηκε από το Δία στο μαρτύριο της μεταφοράς του βράχου στην ανηφόρα. Μετά το πέρας αυτής της εξοντωτικά κοπιαστικής διαδικασίας ο βράχος ξανακυλούσε στην αρχική του θέση κι οΣίσυφος έπρεπε να ξεκινήσει απ’ την αρχή. Έτσι το μαρτύριο παίρνει τη μορφή της αιωνιότητας καθώς επαναλαμβάνεται επ’ άπειρο. Ένας πραγματικός εφιάλτης που ενσαρκώνει επακριβώς αυτό που λέμε ματαίωση κάθε ελπίδας. Κι εδώ βρίσκεται η πεμπτουσία του δράματος που δεν έχει καμία σχέση με τον απάνθρωπο σωματικό μόχθο αλλά με το τεράστιο ψυχικό βάρος της αιωνιότητας που σχηματοποιεί το αναπόδραστο. Η φρικαλεότητα του παρόντος χάνεται μέσα στην οριστική απελπισία του μέλλοντος. Με δυο λόγια η στέρηση του μέλλοντος είναι η μέγιστη οδύνη, γιατί μόνο μέσα από το μέλλον οριοθετείται το παρόν. Αν το μέλλον χαθεί, το παρόν δεν έχει καμιά σημασία. Ένας άνθρωπος που στερείται το μέλλον, ουσιαστικά στερείται του νοήματος της ύπαρξης, δηλαδή βιώνει το μεγαλύτερο εφιάλτη. Ο Σίσυφος στερείται αμετάκλητα το μέλλον. Ο Σίσυφος δεν μπορεί παρά να ενσαρκώνει την απόλυτη δυστυχία.
Το παράλογο συμπέρασμα του Καμύ για την σισύφεια ευτυχία δεν μπορεί παρά να φέρει στο φως ένα νέο παραλογισμό, που αφορά την ανθρώπινη οπτική της αιωνιότητας.

Altan

Αltan

Altan


-Ας επενδύσουμε στην έρευνα.
Με λίγο κώλο κάτι θα πετύχουμε.


2.2.12

Ο ΜΙΝΓΚΟΥΣ ΚΑΙ ΟΙ ΛΟΥΜΠΕΝ

Charles Mingus(1922-1979)
 σχολιάζει ο Θανάσης Μπαντές

Ο Τσαρς Μίνγκους γεννήθηκε στην Αριζόνα το 1922. Μεγάλωσε σε γκέτο μαύρων στο Λος Άντζελες και γνώρισε καλά τι σημαίνει να είσαι μαύρος στην Αμερική του 30. Από μικρό παιδί φανέρωσε το πάθος του για τη μουσική. Στα εννιά του χρόνια παίζει βιολοντσέλο και θαυμάζει τον Ντιουκ Έλιγκτον. Συμμετέχει στη σχολική ορχήστρα, την οποία όμως εγκαταλείπει λόγω της ρατσιστικής συμπεριφοράς του διευθυντή. Ανυπόταχτος χαρακτήρας με ιδιαίτερα προσωπικούς κώδικες ηθικής και αυτοσεβασμού στάθηκε αδύνατο να προσαρμοστεί στην αδικία και την περιθωριοποίηση που επέβαλαν οι λευκοί. Θα λέγαμε ότι όλη του η ζωή στράφηκε γύρω απ’ αυτό. Απ’ την καταπιεσμένη οργή και το πάθος για δικαιοσύνη. Εξαιρετικά τρυφερή φυσιογνωμία, οπλισμένη όμως με τη σκληρότητα και την τραχύτητα του ανθρώπου που ξέρει καλά ότι η επιβίωση είναι δύσκολο πράγμα, δεν είχε άλλη διέξοδο από την τέχνη. Η μουσική δεν λειτούργησε μόνο ως πεδίο καλλιτεχνικής έκφρασης αλλά και ως χώρος εκτόνωσης και διοχέτευσης ενός φορτίου που έπρεπε να κουβαλήσει από παιδί. Η τέχνη στάθηκε για τον Μίνγκους σύντροφος και ανάσα ζωής, καταφύγιο και άσυλο, αποκούμπι που μπορούσε ανά πάσα στιγμή να απευθυνθεί. Ήταν το δεκανίκι που τον έσωσε απ’ την τρέλα, η ευεργετική ρινορραγία πριν το εγκεφαλικό. Έμαθε κοντραμπάσο και πιάνο και στράφηκε στην τζαζ, στη γενιά των μουσικών του μπίμποπ. Η μουσική του φιλοσοφία στηριζόταν στον πειραματισμό και τον αυτοσχεδιασμό. Το 1952 κατάφερε να ιδρύσει τη δική του δισκογραφική εταιρία την Debut και το συγκρότημά του Jazz Workshop φιλοξένησε τους σπουδαιότερους σολίστ της εποχής. Οι συνεργασίες του με τους Τσάρλι Πάρκερ, Γκιλέσμπι, Έρικ Ντόλφι, Φατς Ναβάρο και Μάιλς Ντέιβις έχουν περάσει στη σφαίρα του θρύλου. Το 1978, καθηλωμένος στο αναπηρικό καροτσάκι από παραλυσία, παίζει στο Λευκό Οίκο και αποθεώνεται από τον πρόεδρο Κάρτερ. Την επόμενη χρονιά πεθαίνει στο Μεξικό.
Η αυτοβιογραφία του Μίνγους φέρει τον τίτλο «Χειρότερα κι από σκυλιά».

31.1.12

Altan



 

- Χειρότερα από αυτό δε γίνεται να πάμε.
- Έλα τώρα! Μια προσπάθεια ακόμη και θα τα καταφέρουμε.

 

Altan

-Μπαμπά, θα βγω στην τηλεόραση!
-Δεν έχω ζήσει μάταια λοιπόν.

Ο ΡΕΜΑΡΚ - Ο ΠΟΛΕΜΟΣ ΚΑΙ Η ΑΠΑΘΕΙΑ


Erich Maria Remarque(1898-1970)
σχολιάζει  ο Θανάσης Μπαντές
Το «Ουδέν Νεότερον από το Δυτικόν Μέτωπον» του Έριχ Μαρία Ρεμάρκ θεωρείται ίσως το κλασικότερο πολεμικό μυθιστόρημα. Τοποθετημένο στον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο δεν προβαίνει σε κοινότοπες υπερβολές τονίζοντας την κτηνωδία, ούτε σε συμβολισμούς του τύπου «στα χαρακώματα φύτρωσε ένα λουλούδι» σχηματοποιώντας την ελπίδα. Απλώς περιγράφει. Περιγράφει ασφυκτικά κι επώδυνα μια καθημερινότητα που διαμορφώνεται με ακρίβεια και υπόκειται σε συγκεκριμένους νόμους σκληρότητας μέχρι που τελικά διεκδικεί το δικό της μερίδιο σ’ αυτό που λέμε φυσιολογικό. Ο καθημερινός παραλογισμός γίνεται οπτική του κόσμου, αφού η παραφροσύνη εκμηδενίζει κάθε παρελθόν φτάνοντας στα όρια της αιωνιότητας. Σχεδόν κανείς δεν θυμάται τον εαυτό του πριν τον πόλεμο. Σχεδόν κανείς δεν ονειρεύεται τι θα κάνει μετά τον πόλεμο. Αντίθετα όλοι βυθίζονται όλο και περισσότερο στη φρενίτιδα, ώσπου τα πάντα χάνουν κάθε σημασία. Το προσωρινό είναι η μόνη αλήθεια. Το παρόν αδιαπραγμάτευτο μέλλον. Οι απάνθρωπες σκηνές που εκτυλίσσονται λειτουργούν σχεδόν νομοτελειακά. Έτσι χάνεται κάθε αγανάκτηση. Οι στρατιώτες δεν μισούν ούτε τους εχθρούς, ούτε τους διοικητές τους, ούτε την πατρίδα που τους οδήγησε εκεί, ούτε καν την ιστορική συγκυρία που τους εξαθλίωσε. Συμπεριφέρονται τυπικά, σχεδόν μηχανιστικά αντέχοντας τα πάντα. Τα ποντίκια που περπατάνε τις νύχτες πάνω τους και τους τρων το ψωμί, τις οβίδες, τους καθημερινούς θανάτους των συντρόφων τους, τα πάντα. Ακόμα και οι συγκινήσεις που μοιραία προκύπτουν από την ανθρώπινη απώλεια είναι τόσο παροδικές, τόσο αυτονόητα φευγαλέες που περισσότερο οξύνουν την κενότητα, παρά επαναφέρουν την ανθρώπινη οπτική. Ταυτόχρονα όμως, σαν από θαύμα, αποθεώνεται η συντροφικότητα που αποκτά διαστάσεις μεγαλείου. Όταν οι χαρακτήρες του Ρεμάρκ βρίσκονται στο στρατιωτικό νοσοκομείο μπροστά στα κρεβάτια των ετοιμοθάνατων συντρόφων τους νιώθουν οδύνη που δεν μπορεί να εκφραστεί και μοιραία αποσιωπάται. Όταν στρατιώτης αρπάζει τις μπότες του ετοιμοθάνατου φίλου του, γιατί είναι πιο ζεστές από τις δικές του, δεν βεβηλώνει το νεκρό. Απλώς υπακούει σε μια άλλη ηθική που μόνο η συντριβή μπορεί να οριοθετήσει. Τη λογική της επιβίωσης που μόνο με την ψυχρότητα μπορεί να εκδηλωθεί. Τη λογική του θανάτου που διαρκώς κρέμεται πάνω από τα κεφάλια όλων. Τη λογική της ασφυκτικής προσωρινότητας.

28.1.12

Θόδωρος Αγγελόπουλος

Θόδωρος Αγγελόπουλος(1935-2012).
Γέννημα μιας εποχής που κυριαρχούνταν από μεγάλες ιδέες, προσπάθησε να αποτυπώσει αυτές τις ιδέες, την κίνηση της ιστορίας, μέσα από μεγάλες, σύνθετες εικόνες.
Στοχάζεται πάνω στην ιστορία,  η οποία ξεφεύγει από τα όρια του ατόμου και τον καθορίζει αλλά ταυτόχρονα είναι κοινωνικό φαινόμενο δηλαδή δημιουργείται από τα άτομα.
Παρ' όλο που ο προβληματισμός του αρχίζει και καταλήγει στα άτομα και τη βίωση από μέρους τους της ιστορίας, στα έργα του αυτό που τελικά κυριαρχεί είναι η μεγάλη κίνηση, αυτή της ιστορίας. Η μοίρα του ατόμου καθορίζεται από αυτήν και την κίνησή της.
Η κυριαρχία των μακρινών πλάνων, ο συμβολικός τους χαρακτήρας με πολλά τελετουργικά στοιχεία, η σχεδόν απουσία του γκρο πλαν, δείχνουν αυτή τη "μεγάλη" κίνηση, από την οποία το άτομο καθορίζεται. Όμως αυτή η "μεγάλη " κίνηση δεν είναι απρόσωπη, αφορά το άτομο και βιώνεται από αυτό σε όλες τις εκδηλώσεις της ζωής του, γι αυτό και ο Αγγελόπουλος ξεκινά από τις ατομικές ιστορίες και καταλήγει σ' αυτές.
 Ένας στοχαστής της ιστορίας  και ανθρωπιστής, ένας μεγάλος δημιουργός.


«Ξεχάστε με στη θάλασσα»
...
«Σας εύχομαι υγεία και ευτυχία αλλά δεν μπορώ να κάνω το ταξίδι σας/ 
Είμαι επισκέπτης/ 
Το κάθε τι που αγγίζω με πονάει πραγματικά/ 
κι έπειτα δεν μου ανήκει/ 
Όλο και κάποιος βρίσκεται να πει "δικό μου είναι"/ 
Εγώ δεν έχω τίποτε δικό μου είχα πει κάποτε με υπεροψία/ 
Τώρα καταλαβαίνω πως το τίποτε είναι τίποτε/ Ότι δεν έχω καν όνομα/ 
Και πρέπει να γυρεύω ένα κάθε τόσο/ 
Δώστε μου ένα μέρος να κοιτάω/ 
Ξεχάστε με στη θάλασσα/ 
Σας εύχομαι υγεία και ευτυχία».

(ανέκδοτο ποίημα του Θόδωρου Αγγελόπουλου γραμμένο το 1982 λίγο πριν από την έναρξη συγγραφής του σεναρίου της ταινίας «Ταξίδι στα Κύθηρα»)

27.1.12

Altan


-Θα τα καταφέρουμε.
Δεν ξέρω τι,
θα δούμε.


26.1.12

Ο ΧΑΪΝΡΙΧ ΜΠΕΛ ΚΑΙ ΤΑ ΜΕΣΑ


Ο Heinrich Böll παραλαμβάνει το Νομπέλ Λογοτεχνίας (1972)
 σχολιάζει ο Θανάσης Μπαντές
Το μυθιστόρημα του Μπελ «Η χαμένη τιμή της Κατερίνας Μπλουμ» δεν παρουσιάζει την πραγματικότητα, είναι η πραγματικότητα. Ακολουθώντας την τεχνική του ντοκουμέντου καθιστά σαφές ότι η λογοτεχνία είναι και οφείλει να είναι μες στην πραγματικότητα κι όχι απλώς να την αναπαριστά αλλά να εμβαθύνει, παρατηρώντας κι αποκαθιστώντας την αλήθεια που χάνεται μέσα στην επιτηδευμένη επιβολή του παραλόγου. Το παράλογο, όταν προβάλλεται καθημερινά κι απολύτως μεθοδευμένα δεν μπορεί παρά να γίνει γενική αλήθεια, δηλαδή πανανθρώπινη σύμβαση που συγκαλύπτει το μεγαλύτερο ψέμα. Η λογοτεχνία αφορά τον άνθρωπο και κατ’ επέκταση τη ζωή του, που διαμορφώνεται και καθορίζεται από το γενικευμένο παράλογο που δεν είναι – τουλάχιστο στην περίπτωση που εξετάζει ο Μπελ - παρά ομαδική δυστυχία. Το μυθιστόρημα που ξεγυμνώνει το γενικευμένο ψέμα είναι η ατομική επανάσταση απέναντι στην ομαδική θηριωδία. Γι’ αυτό ξυπνά την οργή. Την οργή τόσο αυτών που μπορεί να θίγονται από τα αυτονόητα όσο κι αυτών που βρίσκονται ξαφνικά αντιμέτωποι με τη σαρωτική αλήθεια μιας αποκάλυψης που τόσο καιρό τους είχε διαφύγει. Γιατί άλλο η υποψία της συντριβής κι άλλο η πραγμάτωσή της. Υπό αυτή τη λογοτεχνική προοπτική τα λογοτεχνικά σχήματα και οι εξωραϊσμένες εκφράσεις καθίστανται απολύτως άχρηστα. Γιατί εδώ δεν μιλάμε για ψυχαγωγία φιλολογικού τύπου, που αφορά λεκτικές κατασκευές ή επιτηδευμένες δήθεν ποιητικές ενδοσκοπήσεις, εδώ μιλάμε για τη λογοτεχνική ορμή της αλήθειας που δεν έχει χρόνο να ασχοληθεί ούτε με τη σειρά των λέξεων, ούτε με εκβιαστικές καλλιτεχνίες. Ο Μπελ καταφεύγει στην ψυχρότητα και στην ακαμψία του δημοσιογραφικού λόγου, αφού κρίνεται καταλληλότερος για την ψυχρή απόδοση της αλήθειας. Η δημοσιογραφική καταγραφή καταδεικνύει την άλλη όψη της λογοτεχνίας που δεν χρειάζεται να υπηρετήσει τίποτε πέρα από την αποκάλυψη της συλλογικής γύμνιας. Είναι η άγρια κι ανυπόφορη όψη την ίδιας της ζωής. Η ανυποχώρητη ασφυξία που δεν είναι καθόλου διασκεδαστική. Οι αναγνώστες που θέλουν μέσα από τα βιβλία να «ταξιδεύουν» καλά θα κάνουν να αποφύγουν τον Μπελ.
Η Κατερίνα Μπλουμ έχει διαπράξει το φόνο κι αυτό είναι αναμφισβήτητο από τις πρώτες σελίδες. Δολοφόνησε το δημοσιογράφο Ταίτγκες

23.1.12

Altan


 
 - Τι χώρα θα παραλάβουμε από εσάς τους παλιούς;
- Σκατά, μα δίχως φόρο κληρονομιάς.
    

Altan


-Ήθελα να γνωρίσω τον εαυτό μου
αλλά μετά την πρώτη επαφή το πράγμα τελείωσε.


22.1.12

Αφλατοξίνες και μυκοτοξίκωση, ένας διατροφικός και περιβαλλοντικός κίνδυνος.

Aspergillus flavus
στο ηλεκτρονικό μικροσκόπιο
Οι αφλατοξίνες είναι ιδιαίτερα τοξικές ουσίες που ανήκουν στις μυκοτοξίνες, ουσίες δηλαδή που παράγονται από ορισμένα είδη μυκήτων, πάνω σε φυτικά κυρίως υποστρώματα, σε κάποια φάση της ανάπτυξής τους  και οι οποίες είναι ιδιαίτερα τοξικές για τον οργανισμό. Από τις 100 χιλιάδες περίπου είδη μυκήτων που υπάρχουν (ένα μεγάλο ποσοστό της συνολικής βιομάζας στη γη αποτελείται από μύκητες), περίπου οι 220 παράγουν μυκοτοξίνες, που ο αριθμός τους υπολογίζεται περίπου σε 60. Η δράση των μυκοτοξινών, ανάλογα με την ποσότητά τους, τη συνέργειά τους με άλλες μυκοτοξίνες ή άλλους τοξικούς παράγοντες καθώς και την κατάσταση του προσβαλλόμενου οργάνου, μπορεί να προσβάλλει όλα τα όργανα και τους ιστούς του σώματος, το ήπαρ, τα νεφρά, τους παράγοντες του αίματος, το νευρικό σύστημα, το δέρμα κλπ. Η εισπνοή σπόρων από μύκητες, όπως αυτών που αναπτύσσονται σε τοίχους, μπορεί να προκαλέσει οξεία ή χρόνια νόσο στους πνεύμονες.
 Η προσβολή του οργανισμού από τις μυκοτοξίνες ονομάζεται μυκοτοξίκωση. Εκτός από την τοξική τους δράση ορισμένες μυκοτοξίνες έχουν και πολύ ισχυρή μεταλλαξιογόνο δράση κυρίως στο ήπαρ και τους νεφρούς.  

19.1.12

Altan

- Έχω δικαίωμα να ελπίζω.
-Πάρε υπ' όψη σου ότι η δική σου ελπίδα τελειώνει
εκεί που αρχίζει η δική μου.

Altan

-Δεν με κοιτάς Λουίζα.
-Γιατί, έχεις αλλάξει;

16.1.12

ΔΙΑΓΩΝΙΟΣ 1958. Ντινος Χριστιανόπουλος

Ντίνος Χριστιανόπουλος
Η ιστοσελίδα "λογοτεχνικά επίκαιρα", στα πλαίσια του αφιερώματος για τα 100 χρόνια από την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης (1912-2012), κυκλοφόρησε σε ψηφιακή μορφή το πρώτο τεύχος του περιοδικού ΔΙΑΓΩΝΙΟΣ που εκδόθηκε από τον ποιητή Ντίνο Χριστιανόπουλο την Πρωτοχρονιά του 1958 και περιέχει ποιήματά του καθώς και κάποια κριτικά του σημειώματα.(το κείμενο είναι σε μορφή PDF, σε 16 σελίδες).

                                                              ΔΙΑΓΩΝΙΟΣ 1958

Ο Σοπενάουερ και η δυνατότητα για γνώση


Arthur Schopenhauer(1788-1860)
Ο Σοπενάουερ προσπαθώντας να απαντήσει σε ένα παλιό γνωσιολογικό ερώτημα, δηλαδή κατά πόσο μπορούμε να γνωρίσουμε τον κόσμο που μας περιβάλλει, έκανε(και αυτός) ένα διαχωρισμό ανάμεσα στον φαινόμενο κόσμο, αυτόν δηλαδή που προσλαμβάνουμε με τις αισθήσεις μας και την επιστημονική έρευνα και από την άλλη σε μια πραγματικότητα πέρα από την εμπειρία μας, που συνιστά τα “πράγματα καθ' εαυτά”. Τα φαινόμενα, αυτά που αντιλαμβανόμαστε, δεν πρέπει να αντιμετωπίζονται σαν ψευδαισθήσεις, εντούτοις όμως δεν πρέπει να θεωρούμε πως ότι υπάρχει εξαντλείται στην εμπειρική μας γνώση.
Αυτή τη διάκριση, μεταξύ φαινομένου και πράγματος καθ' εαυτού, την είχε κάνει και ο Καντ. Για τον Καντ μάλιστα, οι a priori δομές του κόσμου, ο χώρος, ο χρόνος, αποτελούν κανόνες ώστε να μπορούμε να γνωρίσουμε τον κόσμο. Αν εξαφανίσουμε το υποκείμενο της εμπειρίας δεν θα απομείνει τίποτε από τις δομές του κόσμου, έτσι όπως τον ξέρουμε. Το “πράγμα καθ' εαυτό”, την πραγματική ουσία του κόσμου δεν μπορούμε να την γνωρίσουμε γι αυτό και ο Καντ δεν έδωσε κάποια εξήγηση για το τι αποτελεί τον “κόσμο καθ' εαυτό”.
Όπως ξέρουμε μια παρόμοια διάκριση μεταξύ του κόσμου των φαινομένων και της πραγματικής ουσίας του κόσμου, είχε κάνει και ο Πλάτωνας.

του Γ. Ιωαννου, απο το ΕΘΝΟΣ(σημερα)

15.1.12

Ο ΧΑΪΝΡΙΧ ΜΠΕΛ ΚΑΙ Η ΙΕΡΟΤΕΛΕΣΤΙΑ ΤΟΥ ΒΟΥΒΑΛΟΥ


σχολιάζει ο Θανάσης Μπαντές
Το μυθιστόρημα του Μπελ «Μπιλιάρδο στις εννιά και μισή» συγκαταλέγεται στα αριστουργήματα της γερμανικής μεταπολεμικής λογοτεχνίας. Με αφορμή τα ογδοηκοστά γενέθλια του παππού Φέμελ βρισκόμαστε μπροστά στην τραγικότητα ενός λαού, που όχι απλώς συντρίφτηκε από την ιστορία, αλλά φέρει και την ευθύνη του μεγαλύτερου αιματοκυλίσματος παγκοσμίως. Μοιραία, δεν παρακολουθούμε το ανθρώπινο δράμα που αποθεώνεται από την απώλεια ή τη στέρηση ή τις ανοιχτές πληγές ενός απολύτως ορατού παρελθόντος, αλλά το αδιέξοδο που προσδιορίζεται σαφώς από τους κανόνες της τσαλαπατημένης περηφάνιας, που πλέον δεν έχει εθνικό χαρακτήρα, αλλά ανθρώπινο. Γιατί η εθνική ταπείνωση δεν αφορά τον Μπελ. Ο Μπελ ασχολείται αυστηρά με την ανθρώπινη ταπείνωση, που είναι αδύνατο να επουλωθεί, αφού τα γεγονότα υπερβαίνουν τους ανθρώπους. Η άνοδος του ναζισμού κι ο δεύτερος παγκόσμιος - κλασική θεματολογία του Μπελ – βρίσκονται κι εδώ στο προσκήνιο αφού, αν και μας τοποθετεί σε μια τυχαία μέρα του 1958, οι ανοιχτές πληγές των γεγονότων καθορίζουν αυστηρά όλη τη δράση. Τα τρία πρόσωπα του έργου – ο παππούς Φέμελ, ο γιος Ρόμπερτ κι ο εγγονός Γιόζεφ – είναι οι σελίδες της γερμανικής ιστορίας στο πρώτο μισό του 20ου αιώνα που όμως είναι αδύνατο να γυρίσουν και μοιραία μπλέκονται σε μια παράλληλη και ταυτόχρονη ανάγνωση. Οι ενέργειές όλων των χαρακτήρων είναι κομμένες στην ίδια κρεατομηχανή που λειτουργεί ανεξέλεγκτα, σαν υπόγεια ενοχική διαδρομή που είναι αδύνατο να απαλλαχθεί από το βάρος της ιστορίας. Έτσι, είναι ίδιες παρά την ολοφάνερη διαφορετικότητά τους. Κι εδώ ακριβώς είναι η μαγεία του Μπελ που καταφέρνει να παρουσιάσει ανθρώπινα πορτρέτα που ξεπηδούν μέσα από πολεμικά συντρίμμια και ταυτόχρονα να διαποτίσει και την παραμικρή ασημαντότητα με το αιματηρό πένθος της συντριβής. Τα πορτρέτα δεν κινούν την ιστορία, αλλά το αντίθετο, η ιστορία κινεί τα πορτρέτα που κάνουν τα αδύνατα – δυνατά για να ξεφύγουν, χωρίς όμως, στην ουσία, να πετυχαίνουν το παραμικρό. Γι’ αυτό κάθε πράξη είναι ίδια. Γιατί χάνει κάθε σημασία μπροστά στα ακλόνητα βουνά που την κινούν.