Αν και διαφέρει ο βαθμός δράσης ανάλογα και με το πρόβλημα που πρέπει να αντιμετωπιστεί, ο μέσος όρος αυτής της δράσης υπολογίζεται στο 30-35% των περιπτώσεων. Ο ένας στους τρεις δηλαδή αναφέρει σημαντική βελτίωση ανάλογη με αυτή του δραστικού φαρμάκου.
Είναι τόσο σταθερό το φαινόμενο που για να πάρει έγκριση μια νέα φαρμακευτική ουσία, ότι δηλαδή δρα ανεξάρτητα από την παρέμβαση του ψυχολογικού παράγοντα, πρέπει να γίνουν διπλές τυφλές μελέτες, όπου οι ασθενείς χωρίζονται και οι μισοί παίρνουν τη δραστική ουσία και οι άλλοι μισοί την αδρανή, χωρίς να ξέρει κανένας ποια ουσία παίρνει μια και σε όλους λέγεται ότι παίρνουν τη δραστική ουσία. Αν η φαρμακευτική ουσία δεν επιτύχει στην ομάδα που δόθηκε, αποτελέσματα σημαντικά υψηλότερα από το 35% που θεωρείται η δραστηριότητα placebo, τότε δεν παίρνει έγκριση για κυκλοφορία. Σε καταστάσεις που αφορούν ψυχοσωματικές διαταραχές, κατάθλιψη, χρόνιους άτυπους πόνους κλπ, εκεί τα ποσοστά δράσης του placebo είναι πολύ υψηλότερα.