Pascal Bruckner(15 Δεκ. 1948-) |
Σχολιάζει ο Θανάσης Μπαντές
Η αλήθεια είναι ότι ο Μπρυκνέρ ανήκει στους υπερτιμημένους συγγραφείς. Έξοχος μυθοπλάστης, ξέρει να ταΐζει τον αναγνώστη με σεναριακό καροτάκι ώστε να καταβροχθιστούν οι σελίδες, αλλά μέχρι εκεί. Προκλητικός και παιχνιδιάρης, αμαρτωλός και παράφορος αλλά πάνω απ’ όλα εξυπνάκιας καταφέρνει και πουλάει μια χαρά, όμως κλασικός δεν πρόκειται να γίνει. Ούτε ιδιαίτεροι χαρακτήρες, ούτε κοινωνική πραγματικότητα, ούτε διεισδυτικό βλέμμα στο σύγχρονο άνθρωπο. Ο Μπρυκνέρ εκφράζει την επιφανειακή κουλτούρα που ταυτίζει την πρόκληση με την πρόοδο ή που αναμασά τσιτάτα ως απαύγασμα σοφίας. Θα λέγαμε ότι είναι περισσότερο τηλεοπτικός παρά λογοτεχνικός. Καταναλώνεται, προσφέρει ευχαρίστηση και μετά ξεχνιέται, ό,τι πρέπει για την παραλία. Το βιβλίο του όμως «Τα μαύρα φεγγάρια του έρωτα» διαφέρει. Χωρίς να αλλοιώνεται ο μπρυκνερικός χαρακτήρας του ευανάγνωστου και διατηρώντας την αλάνθαστη εμπορική τακτική του καρότου με διαρκείς ανατροπές και ακραίες καταστάσεις που ηλεκτρίζουν τον αναγνώστη καταφέρνει και κινείται σε απίστευτα βάθη καθρεφτίζοντας όχι μόνο την ιδεολογική χρεοκοπία της σύγχρονης εποχής αλλά και τον ακρωτηριασμένο συναισθηματικά και ψυχικά σύγχρονο άνθρωπο που εκμηδενίζοντας κάθε αξία αναζητά την ηδονή στο ζωώδες και το πρωτόγονο που τελικά προβάλλει ως μοναδική ιδεολογία. Ένας απύθμενος εκφυλισμός και μια απίστευτη αντιστροφή όρων στην διεκδίκηση της ευτυχίας που μοιάζει άπιαστη και τελικά άχρηστη αφού έτσι κι αλλιώς γίνεται μη διαχειρίσιμη. Ίσως η πιο απαισιόδοξη ματιά στο σύγχρονο άνθρωπο που έχει φτάσει στο υψηλότερο επίπεδο καλλιέργειας και γνώσης και ταυτόχρονα είναι πιο αιμοβόρος, πιο ανεξέλεγκτος, πιο μόνος και τελικά πιο δυστυχής από ποτέ. Η ιστορία αφορά ένα ξοφλημένο διανοούμενο στο Παρίσι που ερωτεύεται μια κομμώτρια.